Θέατρο: «Φαίδρα», της Μαρίνας Ιβάνοβα Τσβετάγιεβα

Σ΄ αυτή την παράσταση δεν υπάρχει σκηνή. Αλλά ένα παραλληλόγραμμο παράθυρο από το οποίο, σαν «ηδονοβλεψίες», παρατηρούμε τον δύσκολα παραστάσιμο ίλιγγο της ανθρώπινης ενδοχώρας.

Το ευφυές σκηνικό της Μαρίας Πανουργιά, μέσα στο οποίο εξελίσσεται η σκηνική δράση, συμβαδίζει αρμονικά με την ποιητική οπτική της σκηνοθεσίας δημιουργώντας έναν πίνακα ζωγραφικής που ζωντανεύει τους μυθικούς ήρωες της Μαρίνας Ιβάνοβα Τσβετάγιεβα (1892-1941). Αλλά και επιτυγχάνει μία εκ προοιμίου συναισθηματική αποστασιοποίηση

από τα δρώμενα.

Ταυτόχρονα, όμως, απεικονίζει την ουσία αυτής της αλληγορίας. Δηλαδή την απωθημένη ζωώδη επιθυμία των ανθρώπων και τη στρεβλή σχέση τους με τη φύση, καθώς οι ηθοποιοί δημιουργούν, κατά τη διάρκεια της παράστασης, ένα όμορφο τοπίο με κλαδιά και λουλούδια, εμπνευσμένο από την ιαπωνική τέχνη της ικεμπάνα, το οποίο στο τέλος καταστρέφουν οριστικά.

Αν και η Ρωσίδα ποιήτρια – που αυτοκτόνησε σε ηλικία 49 ετών – υποστηρίζει πως η «Φαίδρα» (1927) γράφτηκε για να διαβάζεται και όχι για να παρουσιάζεται στη σκηνή, το έργο της θεωρήθηκε ως ένα λογοτεχνικό αριστούργημα του παγκόσμιου δραματολογίου στον 20ό αιώνα που συνδυάζει τον ποιητικό λόγο με τη θεατρική πράξη.

Ωστόσο, το κείμενό της απέχει από τον μύθο του Ευριπίδη, αναζητώντας υπόγειες ψυχολογικές διαδρομές.

Σ’ αυτό διαμορφώνει δύο ισχυρά δίπολα που, ενώ έλκονται από την ηδονή, την ίδια στιγμή την απωθούν. Πρόκειται αφενός για τον Ιππόλυτο που, πιστός στην Αρτέμιδα, τη θεά του κυνηγιού, είναι αποκομμένος από τα ένστικτά του και αρνείται την προτροπή του συντρόφου του να αλλάξει πορεία. Και αφετέρου για τη Φαίδρα, που δεν μπορεί να εκφράσει τα συναισθήματά της, και πείθεται να αποκαλύψει τον έρωτα για τον πρόγονό της Ιππόλυτο, τον γιο του Θησέα, μόνο μετά την πεισματική παρέμβαση της τροφού της. Εκείνος την απορρίπτει, οδηγώντας την στην αυτοχειρία.

Η Τσβετάγιεβα τοποθετεί τη δράση στην Τροιζήνα, έξω από το παλάτι του Θησέα. Με βλέμμα διεισδυτικό βυθίζει το νυστέρι της στις διάφορες μορφές του έρωτα, ακόμη και τις ανομολόγητες. Κατ’ επέκταση περιγράφει τις σχέσεις των δύο φύλων, την ομοερωτική έλξη, τις ατελέσφορες ή μη επιθυμίες, τη μητρότητα, την εξουσία του ερωτικού πάθους αλλά και την αγωνιώδη, εν τέλει, ανάγκη των ανθρώπων να ενωθούν.

Ο Δημήτρης Καραντζάς, με ευρηματικότητα και έμφαση στην εικαστικότητα, μας παραδίδει μια εύφορη προσέγγιση του έργου, που συμπλέει με το ποιητικό βάθος του πρωτοτύπου.

Με αρωγή την καλή μετάφραση του Χρήστου Χρυσόπουλου αυτή η εξαιρετική αλληγορία παίρνει σάρκα και οστά από τους πέντε ηθοποιούς της. Ο Μιχάλης Σαράντης (Ιππόλυτος) και η Στεφανία Γουλιώτη (Φαίδρα) δίνουν μεστές ερμηνείες, ενώ διακρίνονται για τις εκφραστικές και κινησιολογικές τους διακυμάνσεις (σημαντική η δουλειά του Τάσου Καραχάλιου). Η Αλεξία Καλτσίκη (τροφός) ξεχωρίζει με τη δυναμική παρουσία της και ο Νίκος Μάνεσης (σύντροφος του Ιππόλυτου) ανταποκρίνεται εύστοχα στον ρόλο του. Ο Κωνσταντίνος Αβαρικιώτης (Θησέας), τέλος, συμπληρώνει επάξια τη διανομή.

Τα λιτά, καλαίσθητα κοστούμια της Ιωάννας Τσάμη, οι έντεχνοι φωτισμοί του Λευτέρη Παπαδόπουλου και τα ηχοτοπία του Γιώργου Πούλιου, που συνοδεύουν τον παραληρηματικό λόγο, συμβάλλουν ουσιαστικά στην υψηλή ποιότητα της παράστασης.

Διαβάστε επίσης:

«Ο Ποπολάρος» του Γρηγορίου Ξενόπουλου

«Προμηθέας Δεσμώτης» του Αισχύλου, σε σκηνοθεσία Νίκου Καραθάνου

«Βία / Violence» της Μαρί Μπρασάρ

Keywords
Τυχαία Θέματα