«Περιμένοντας τον Γκοντό» του Σάμιουελ Μπέκετ

Ένα μαύρο τετράγωνο, σαν νεκρικό μνημείο, που χωρίζεται σε τέσσερα μέρη, δημιουργώντας έναν φωτεινό σταυρό, δεσπόζει στη σκηνή. Εγκλωβισμένοι μέσα του βρίσκονται ο Βλαντιμίρ και ο Εστραγκόν, δύο απόκληροι της ζωής, δύο παλιάτσοι που υπομονετικά αναμένουν αυτό το «κάτι» το οποίο δεν πρόκειται ποτέ να έρθει, ομολογώντας τις ελπίδες, τις αμφιταλαντεύσεις, την υπαρξιακή και οντολογική απελπισία τους που φτάνει στα όρια της αυτοκτονίας. Ωστόσο τίποτα δεν πραγματοποιείται. Αντίθετα αυτοσαρκάζονται βρίσκοντας ασόβαρες δικαιολογίες για να αποφύγουν αυτήν την τραγική «επιθυμία».

Η παράσταση του

εμβληματικού μπεκετικού έργου «Περιμένοντας τον Γκοντό», που είδαμε στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών σκηνοθετημένη από τον Θεόδωρο Τερζόπουλο (με δικά του σκηνικά, φωτισμούς και κοστούμια) ερμηνευμένη από ιταλικό θίασο – καθώς ανέβηκε σε συμπαραγωγή του Emillia Romagna Teatro πραγματοποιώντας παγκόσμια περιοδεία –, δεν έχει καμία σχέση με οποιαδήποτε άλλη έχουμε δει ώς τώρα.

Σ΄ αυτήν δεν υπάρχει το κλασικό δέντρο και ο επαρχιακός δρόμος που σηματοδοτούν το έργο του νομπελίστα Ιρλανδού συγγραφέα. Τη θέση τους παίρνει ένα μικροσκοπικό μπονζάι, βυθισμένο στη μοναξιά του.

Ούτε οι αντι-ήρωές του στέκονται όρθιοι. Αντίθετα κείτονται με ενωμένα τα κεφάλια τους, χαϊδεύονται με τρυφερότητα, παλιμπαιδίζουν, ακκίζονται, γελούν τρανταχτά. Την άδολη συντροφικότητά τους διασαλεύουν η εισβολή του πολεμοχαρή Πότζο, του παιδιού / αγγελιοφόρου του Γκοντό και του Λάκυ, ο οποίος επιδίδεται σε έναν παραληρηματικό, παράλογο μονόλογο ως ένδειξη της αποξένωσης του ανθρώπου και κατ’ επέκταση της έλλειψης επικοινωνίας.

Γύρω τους το τοπίο είναι σπαρμένο με άρβυλα, κράνη, μαχαίρια, αιματοβαμμένα ρούχα και αντίτυπα της βίβλου, καθώς ήχοι από σειρήνες, μαχητικά αεροπλάνα, πολυβόλα και βομβαρδισμούς σκίζουν τον αέρα, παραπέμποντας στους σημερινούς ανελέητους πολέμους. Γιατί, όπως εξηγεί ο ίδιος, η παράστασή του τοποθετείται «στα ερείπια του κόσμου, σε ένα μέλλον, λίγο πολύ, κοντινό μας, όπου όλες οι πληγές του παρόντος και του παρελθόντος παραμένουν ανοιχτές. Το ίδιο και οι προσδοκίες».

Η εξαιρετική αισθητική του σκηνοθέτη συνοδεύεται από τις θαυμάσιες μουσικές του Παναγιώτη Βελιανίτη (εκκλησιαστικοί ύμνοι, τάνγκο κ.ά.) και αξιοποιείται από εξίσου εξαιρετικούς ηθοποιούς. Ιδιαίτερα ο Στέφανο Ράντισι και ο Έντζο Βετράνο ανακάλυψαν μέσα στις ψυχές του Βλαντιμίρ και του Εστραγκόν σημαντικές άγνωστες χώρες. Εκμαιεύοντας με λεπτότητα το χιούμορ του κειμένου και με γλώσσα εμπαικτική έχτισαν στιβαρά τις προσωπικότητές των ηρώων που υποδύονται.

Ο Πάολο Μούζιο (Πότζο), ο Τζούλιο Τζερμάνο Τσέρβι (Λάκυ), αλλά και ο Ρόκκι Ανκαρόλα, έρχονται σε αντίθεση με την τραγικωμική στόφα των λαϊκών Σισιλιάνων ερμηνευτών, εκτελώντας με αρτιότητα τη Μέθοδο του Θεόδωρου Τερζόπουλου.

Διαβάστε επίσης:

Τζάστιν – Χέιλι Μπίμπερ: Οι νέες φωτογραφίες τους ξεπέρασαν τα 4 εκατομμύρια likes! (Photos)

Βανδή: «Λύγισε» για την απώλεια του πατέρα της – «Δύσκολο να συνηθίσεις ότι δεν θα ακούσεις ξανά τη φωνή του» (Video)

Σερ: Φιλιέται μπροστά στις κάμερες με τον κατά 40 χρόνια νεότερο σύντροφό της και δίνει τέλος στις φήμες χωρισμού (Video)

Keywords
Τυχαία Θέματα