Ο σπαρακτικός κόσμος της τρέλας

Joy Sorman | Στην τρέλα | Μετάφραση: Αριάδνη Μοσχονά | Εκδόσεις: Πόλις | Σελ.: 288

Με σπουδές φιλοσοφίας και με προϋπηρεσία ως δημοσιογράφος σε ραδιόφωνο και τηλεόραση, η Γαλλίδα συγγραφέας Joy Sorman συστήνεται στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό μέσω των εκδόσεων Πόλις με το έργο της «Στην τρέλα», το οποίο τιμήθηκε με το Prix du Livre du Réel το 2021.

Το βιβλίο είναι ένα κράμα μυθιστορήματος, δοκιμίου,

μαρτυρίας και έρευνας, που καθηλώνει, συγκινεί και συγκλονίζει λόγω της αλήθειας του και της σκληρής θεματολογίας του, ανοίγοντάς μας μια πόρτα προς ένα σύμπαν που εμείς οι «υγιείς» και «λογικοί» συνηθίζουμε να του γυρίζουμε την πλάτη ή να το περιφρονούμε…

Για έναν ολόκληρο χρόνο, κάθε Τετάρτη, χωρίς διάθεση και αίσθηση «κλειδαρότρυπας», χωρίς να κρίνει και να βγάζει συμπεράσματα, χωρίς την ιδιότητα του ειδικού ή του ανθρωπολόγου, αλλά ως δημοσιογράφος και συγγραφέας και, κυρίως, ως άνθρωπος με ευαισθησίες, η Joy Sorman επισκέπτεται το «περίπτερο 4Β» ενός ψυχιατρείου σε κάποιο γαλλικό προάστιο. Διακριτικά, ανθρώπινα, μειλίχια, αποστασιοποιημένα και τρυφερά, παρατηρεί και καταγράφει, συλλέγει, καρδιοχτυπά, συγκινείται, περιγράφει λεπτομερώς τις μυρωδιές, το μοτίβο που συνθέτει το κλειστό σύμπαν του ιδρύματος, τις σιωπές που γίνονται κραυγές. Με το βλέμμα της φωτογραφίζει τα βλέμματα των μελών αυτής της κοινότητας, αποτυπώνει τις ρωγμές τους, τα ίχνη που άφησαν στα σώματα και στις κινήσεις τους οι πρότεροι ρημαγμένοι τους βίοι. Προσπαθεί να κατανοήσει τι είναι αυτό που αποκαλούμε «τρέλα», τι την προκαλεί, εάν και πώς θεραπεύεται.

Συνομιλεί με τους νοσηλευόμενους, γίνεται μάρτυρας της οδύνης τους και των γκρεμών τους, των συναισθημάτων τους που μεταλλάσσονται, των στεναγμών και των ερειπίων των σωθικών τους, των θολωμένων τους σκέψεων, των φορεμένων σαν ακάνθινο στεφάνι, των φόβων τους, των παραληρημάτων, των κρίσεων, της πάλης τους με τους προσωπικούς τους δαίμονες, των σωμάτων τους που σπαράζουν από έλλειψη αγάπης και αγγιγμάτων, των ψιθύρων και των κραυγών αντίστασης. Ο Ρομπέρ, η Μαρία, ο Φρανκ, η Ναντιά, η Ζεσικά, ο Μπιλάλ, ο Γιουσέφ, ο Αρτύρ, είτε είναι μετανάστες που δεν κατάφεραν να ενσωματωθούν στη νέα τους πραγματικότητα είτε θύματα ενδοοικογενειακής βίας είτε πλάσματα μοναχικά στο περιθώριο του βίου τους, έχουν διαγνωστεί ως διπολικοί, σχιζοφρενείς, μανιοκαταθλιπτικοί, παρανοϊκοί, τρομακτικοί, τρελοί και επικίνδυνοι για τον εαυτό τους και τους άλλους. Έχουν απορριφθεί από την κοινωνία γιατί θεωρούνται ανίκανοι να συμβαδίζουν με την κανονικότητά της, μια κανονικότητα όπου για παράδειγμα η/ο υπάλληλος υποδημάτων/ενδυμάτων, ο διανομέας γρήγορου φαγητού, ο καλλιτέχνης, ο άνεργος, ο καταχρεωμένος αγρότης ή μια ανύπαντρη μητέρα με μερική απασχόληση, υποφέρουν, «σπάνε», παθαίνουν κρίσεις πανικού, έχουν χάσει τον ύπνο τους, γίνονται βίαιοι και επιθετικοί, ζουν μια ζωή στα όρια της τρέλας, μια κατάσταση που δεν έχει γιατρειά.

Ο εγκλεισμός τους επιβάλλεται κατόπιν αιτήματος τρίτου ή απόφασης κρατικού λειτουργού και ακολουθούν η εισαγωγή, η απογύμνωσή τους από την προηγούμενη συνθήκη ζωής τους, η πιτζάμα που σηματοδοτεί την ασθένεια, τη χημεία, τη λήθη, τον βαθύ ύπνο ή την αϋπνία, την παραίτηση, την παλινδρόμηση, την επίσημη σφραγίδα της διανοητικής αναπηρίας και της τρέλας και την έναρξη μιας ζωής συνταγογραφημένης με μέρες πανομοιότυπες, απαράλλαχτες, με ανταλλαγές τσιγάρων, θυμού, επιθυμιών, τραυμάτων και διαδρομών προς τον πιο βαθύ πυθμένα της ψυχής.

Το δωμάτιο απομόνωσης αποτελεί μια μαύρη τρύπα, φυτεμένη στη μέση της υπηρεσίας που λειτουργεί κατασταλτικά και ως μέτρο ασφαλείας: ως ησυχαστήριο και οχυρό ενάντια στη θορυβώδη κοινοτική ζωή για τους λίγους και ως παγωμένος τάφος για τους περισσότερους.

Και το κουτί του τηλεφωνικού θαλάμου στον διάδρομο να μοιάζει σαν παράταιρο σκηνικό και να αποτελεί τον μοναδικό δεσμό επικοινωνίας των ασθενών με τον έξω κόσμο, που για άλλους δεν υφίσταται και για άλλους είναι πληγή και ουρλιαχτό.

Οι αφηγήσεις των νοσηλευομένων συγκλονίζουν, προκαλούν δάκρυα και κόμπο στον λαιμό, σε κάνουν να μονολογείς για του κόσμου τ’ άδικο, και συνυφαίνονται με τις αφηγήσεις των φροντιστών, των μελών του νοσηλευτικού προσωπικού, των γιατρών και των εργαζομένων του ιδρύματος, που επίσης συγκλονίζουν, καθώς περιγράφουν τον καθημερινό τους αγώνα να κρατήσουν όρθιο ό,τι είναι υπό κατάρρευση και να δαμάσουν τα «τέρατα» της γραφειοκρατίας, των πρωτοκόλλων και των δημοσιονομικών περικοπών. Οι μαρτυρίες τους είναι αποκαλυπτικές. Εκφράζουν τις ανησυχίες τους, την απογοήτευση και την κούρασή τους αλλά και την αγάπη τους για τους ασθενείς. Θίγουν ιδιαίτερα ζητήματα όπως: ιδρυματοποίηση, αποϊδρυματοποίηση, θεσμοί σε παρακμή, παράλογες οικονομικές και γραφειοκρατικές αντιλήψεις, ο ανθρώπινος παράγοντας που υποβαθμίζεται και θυσιάζεται στον βωμό ενός τυπικού αποτελέσματος, ο αποτυχημένος ρόλος της κοινωνίας προς τα «αλλιώτικα» παιδιά της, η διάγνωση, οι αυστηρά ρυθμισμένοι χρόνοι, οι δυσλειτουργίες και οι παραλείψεις του «κανονικού» επιστημονικού, πολιτικού και οικονομικού κόσμου, η ακούσια και η εκούσια νοσηλεία, η αγωγή βάσει διοικητικών εντολών, η γεύση ζωής βάσει πρωτοκόλλου, η υποστελέχωση, η στροφή προς την εύκολη και ύπουλη λύση της χημείας, η τεχνητή νοημοσύνη που τίθεται στην υπηρεσία της ψυχιατρικής και το μέλλον που προδιαγράφεται αβέβαιο (πιθανότατα, ένας σχιζοφρενής θα τριγυρίζει ολομόναχος στον έξω κόσμο με ένα ρολόι συνδεδεμένο στον καρπό του, απ’ όπου θα ελέγχονται όλες του οι κινήσεις), το πρωτόκολλο που ισούται με την παγκοσμιοποίηση και την αντιμετώπιση νοσημάτων ομάδων και μαζών, αλλά όχι ενός ατόμου από πάσχει και άρα ο μεμονωμένος ασθενής δεν έχει δικαίωμα 100% φροντίδας και συμπόνιας. Και, τέλος, η ιδρυματοποίηση της ψυχιατρικής και των καταστροφικών συνθηκών ζωής ενός ανθρώπου.

Τα λεγόμενα των μεν και των δε – νοσηλευομένων και νοσηλευτών – μεταφέρονται αυτούσια, ακατέργαστα, με προβληματισμό, οργή και τρυφερότητα, χωρίς τη χρήση εισαγωγικών, μέσω της φωνής της Joy Sorman, της οποίας η τεκμηριωμένη και λεπτοδουλεμένη αφήγηση σκιαγραφεί την εικόνα του ψυχιατρικού θεσμού σήμερα και στο παρελθόν, ενώ με τη χρήση έντονων χρωμάτων συνθέτει ένα ιμπρεσιονιστικό πορτρέτο του κόσμου μας, «κανονικού» και «τρελού».

Ένα κείμενο στοχαστικό, σπαραξικάρδιο, ποιητικό, γεμάτο ανθρωπιά που ταράζει, αναστατώνει, αφυπνίζει και μας κατακλύζει σαν θάλασσα και σαν ανάγκη αγκαλιάς. Η Αριάδνη Μοσχονά υπογράφει μια έξοχη μετάφραση και τις χρήσιμες σημειώσεις, σε ένα υβριδικό μυθιστόρημα που αφορά όλους.

Διαβάστε επίσης:

Ο καθρέφτης του Ντίκενς

Το ΠΑΣΟΚ ως Ιφιγένεια της κρίσης…

Η απορία οδηγεί στη γνώση

Keywords
Τυχαία Θέματα
Ο σπαρακτικός κόσμος της τρέλας,