Πού οφείλει την ύπαρξή της η Μονή Σινά – Η επιχείρηση ανατροπής του status quo και η σύνδεση με τους Έλληνες λογοτέχνες

Έντονες αντιδράσεις έχουν δημιουργηθεί από την απόφαση της Αιγύπτου να κλείσει το αρχαιότερο χριστιανικό μοναστήρι σε όλον τον κόσμο, τη Μονή της Αγίας Αικατερίνης Σινά, παρά τις δεσμεύσεις του Αιγύπτιου Προέδρου Σίσι.

Όπως ήταν λογικό η συγκεκριμένη απόφαση προκάλεσε τα «πυρά» της αντιπολίτευσης για την εξωτερική πολιτική της κυβέρνησης, ενώ ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος Ιερώνυμος, έκανε λόγο για μία ακόμη ιστορική «άλωση», για κατάλυση

κάθε έννοιας δικαίου και για υφαρπαγή και δήμευση της περιουσίας της Ιεράς Μονής.

Αυτό έχει ως αποτέλεσμα οι μοναχοί της Μονής να οδεύουν προς έξωση, ενώ η πρόσβασή τους περιορίζεται, με το αιγυπτιακό κράτος να αναλαμβάνει την ιδιοκτησία.

Η ιστορία της Μονής

Η Ιερά Μονή Αγίας Αικατερίνης Όρους Σινά (Ιερά Αυτόνομος Βασιλική Μονή Αγίας Αικατερίνης του Αγίου και Θεοβαδίστου Όρους Σινά όπως αποκαλείται επίσημα, θεωρείται η παλαιότερη χριστιανική μονή στον κόσμο, παρόλο που και η Ιερά Μονή του Αγίου Αντωνίου κοντά στο Κάιρο, κατέχει ανάλογη διάκριση.

Το μέρος θεωρείται ιερό για Χριστιανούς, Μουσουλμάνους και Εβραίους. Ως απάντηση σε αίτημα μοναχών της μονής για προστασία, η μονή έλαβε από τον Μωάμεθ «ιδιόγραφη υποχρέωση» ή Διαθήκη (Αχτναμέ), επικυρωμένη με το αποτύπωμα της ίδιας της παλάμης του, που περιγράφει τα δικαιώματα των Χριστιανών που ζουν με τους Μωαμεθανούς.

Είναι κτισμένη στις παρυφές του όρους Σινά, στην ομώνυμη χερσόνησο της Αιγύπτου και υπάγεται στην αυτόνομη Ελληνορθόδοξη Εκκλησία του Όρους Σινά. Ηγούμενος της Μονής είναι από τις 23 Δεκεμβρίου 1973 ο Αρχιεπίσκοπος Σινά, Φαράν και Ραϊθώ, Δαμιανός.

Η Μονή αποτελεί Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO.

Πού οφείλει την ύπαρξή της

Η Εκκλησία του Σινά οφείλει την ύπαρξή της στη Μονή της Μεταμορφώσεως (περισσότερο γνωστή ως Μονή της Αγίας Αικατερίνης). Η προέλευση του μοναστηριού εντοπίζεται στο παρεκκλήσι της «Φλεγόμενης Βάτου» που η μητέρα του Μεγάλου Κωνσταντίνου, η Αγία Ελένη, είχε χτίσει πάνω από την τοποθεσία όπου ο Μωυσής είδε την «Φλεγόμενη Βάτο». Μεταξύ 527 και 565, ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός Α’ διέταξε να χτιστεί το μοναστήρι για να περικλείει το παρεκκλήσι. Το μοναστήρι συνδέθηκε με την Αγία Αικατερίνη την Μεγαλομάρτυρα μέσω της πεποίθησης ότι τα λείψανά της μεταφέρθηκαν εκεί ως εκ θαύματος.

Το μοναστήρι της Αγίας Αικατερίνης, όπως είναι γνωστό από τον 9ο αιώνα, ήταν αρχικά τμήμα του Ελληνορθόδοξου Πατριαρχείου Ιεροσολύμων, εντός της επισκοπής Φαράν. Μετά την καθαίρεση του επισκόπου του Φαράν για την αίρεση του μονοθελητισμού το 681 μ.Χ., η έδρα μεταφέρθηκε στο ίδιο το μοναστήρι, με τον ηγούμενο να γίνει επίσκοπος Φαράν. Με την επακόλουθη ένωση της επισκοπής Ραΐθου με το μοναστήρι, όλοι οι χριστιανοί της χερσονήσου του Σινά περιήλθαν στη δικαιοδοσία του Ηγουμένου-Αρχιεπισκόπου.

Το 1575, το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως παραχώρησε στην Εκκλησία του Όρους Σινά αυτόνομο καθεστώς. Αυτό επιβεβαιώθηκε εκ νέου το 1782 με το Συγγίλιο του Οικουμενικού Πατριάρχη, Γαβριήλ Δ’.

Κατά την περίοδο των Σταυροφοριών, η οποία χαρακτηρίστηκε από πικρία μεταξύ της Ορθόδοξης και της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, το μοναστήρι προστάτευαν τόσο οι Βυζαντινοί αυτοκράτορες όσο και οι ηγεμόνες του Βασιλείου της Ιερουσαλήμ και οι αντίστοιχες αυλές τους.

Σε περιόδους πολιτικής αστάθειας, ποικίλοι ηγεμόνες έσπευσαν να επικυρώσουν τα προνόμια της μονής, τόσο σουλτάνοι της Αιγύπτου όσο και οι ορθόδοξοι ηγεμόνες της Ρωσίας και των παραδουνάβιων κρατών.

Ιδιαίτερα γνωστή είναι η περίπτωση του Μεγάλου Ναπολέοντα, που σεβάστηκε το καθεστώς της μονής κατά τη γαλλική παρουσία στην Αίγυπτο το 1798 και εξέδωσε θέσπισμα στο οποίο δικαιολογεί την απόφασή του αυτή, αναφέροντας ότι «η μονή κατοικείται υπό ανδρών πεπαιδευμένων και πεπολιτισμένων».

Σήμερα, εκτός από τους 20 περίπου μοναχούς της μοναστικής κοινότητας, η Εκκλησία περιλαμβάνει μερικές εκατοντάδες Βεδουίνους και ψαράδες που ζουν στο Σινά. Από την ισραηλινή εισβολή το 1967, ίσως το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η κοινότητα ήταν η διατήρηση ενός αυθεντικού μοναστικού τρόπου ζωής ενώ αντιμετωπίζει μια μαζική εισροή τουριστών. Αυτό το πρόβλημα συνεχίστηκε μετά την επιστροφή της περιοχής στην Αίγυπτο το 1982 που ο πληθυσμός της περιοχής αυξανόταν.

Πολιτιστικά κειμήλια

Η βιβλιοθήκη της μονής διατηρεί την δεύτερη μεγαλύτερη συλλογή χειρογράφων και Κωδίκων της πρωτοχριστιανικής περιόδου, μετά από αυτή του Βατικανού. Ο «Σιναϊτικός κώδικας», που βρίσκονταν αρχικά στη μονή ως τον 19ο αιώνα, τώρα βρίσκεται στο Βρετανικό Μουσείο του Λονδίνου.

Στο μοναστήρι βρίσκονται επίσης εικόνες, οι παλαιότερες από τις οποίες είναι του 5ου και του 6ου αιώνα. Κατά αυτή τη περίοδο διετέλεσε ηγούμενος της μονής ο άγιος Ιωάννης ο Σιναΐτης ο λεγόμενος «της Κλίμακος».

Επιχείρηση ανατροπής του στάτους κβο

Ανατροπή στο ιδιοκτησιακό καθεστώς αιώνων και στην εύρυθμη και ουσιαστική λειτουργία της Ιεράς Μονής επιχειρεί το κράτος της Αιγύπτου μετά την απόφαση Εφετείου της Ισμαηλίας, σύμφωνα με την οποία δημεύεται η περιουσία της και μετατρέπεται σε μουσείο. Η απόφαση λήφθηκε στις 28 Μαΐου 2025, λίγες μόνο ημέρες μετά την επίσκεψη του προέδρου της Αιγύπτου, Αμπντέλ Φατάχ αλ Σίσι, στον Έλληνα πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη και τις σχετικές αναφορές περί προστασίας του παλαιότερου χριστιανικού Μοναστηριού.

Οι περισσότερες βυζαντινές εικόνες

Στο Σινά είναι συγκεντρωμένες οι περισσότερες βυζαντινές εικόνες που υπάρχουν σε όλον τον υπόλοιπο κόσμο.

Ανάμεσα σε αυτές βρίσκονται και οι παλαιότερες γνωστές εικόνες, οι αποκαλούμενες “κηρόχητες” του 6ου αιώνα που είναι και οι πολυτιμότερες και σπανιότερες. Ο μεγάλος αριθμός των εικόνων, εκλεκτά δείγματα της βυζαντινής και μεταβυζαντινής ζωγραφικής, προσδίδουν στο μοναστήρι το χαρακτήρα του μεγαλύτερου και σημαντικότερου μουσείου βυζαντινών εικόνων.

Το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα είναι η εικόνα με τη μορφή του Χριστού Παντοκράτορα. Χρονολογείται στον 6ο αιώνα μ.Χ. και θεωρείται η παλαιότερη απεικόνιση του Χριστού. Επίσης, είναι μία από τις ελάχιστες εικόνες που διασώθηκε από την περίοδο της Εικονομαχίας.

Η Μονή Σινά και οι Έλληνες λογοτέχνες

Η Μονή Σινά έγινε τόπος επίσκεψης από πολλούς Έλληνες λογοτέχνες. Τον Φεβρουάριο του 1960 πραγματοποιεί επίσκεψη ο Γιώργος Θεοτοκάς και το 1961 και τις εντυπώσεις του τις δημοσιεύει το 1961 από τις εκδόσεις Φέξη. Δίνει πληροφορίες για το φυσικό και δομημένο περιβάλλον της Μονής της Αγίας Αικατερίνης. Δίνει πληροφορίες για τον θρησκευτικό βίο, την πληθυσμιακή κατάσταση του χώρου, το έμψυχο δυναμικό της με τις ιδιάζουσες φυσιογνωμίες που εγκαταβιώνει σε αυτήν, για την τέχνη, τα κειμήλια και τη βιβλιοθήκη της.

Το Σινά, επίσης, αξιοποιείται και ως ένας από τους χώρους δράσης μυθιστορηματικών ηρώων του. Ο πρωταγωνιστής του μυθιστορήματός του ‘’Οι Καμπάνες’’, Κωστής Φιλομάτης, είναι ένας άνθρωπος που πέρασε τη ζωή του στις δυτικές μεγαλουπόλεις και στο τέλος σκοτώνεται στην θεοβάδιστη κορυφή του όρους Σινά, καθώς προσπαθεί να φτάσει αυτή. Ο χώρος λειτουργεί αρχετυπικά ως κάτι πνευματικό και αντιθετικά στον σύγχρονο βιομηχανικό πολιτισμό.

Διαβάστε επίσης:

Δικαστήριο μπλοκάρει την απόφαση του Τραμπ που απαγορεύει την εγγραφή ξένων φοιτητών στο Χάρβαρντ

Η Ρωσία κατηγορεί τη σερβική στρατιωτική βιομηχανία ότι «την πυροβολεί πισώπλατα» προμηθεύοντας όπλα στην Ουκρανία

Ο Νετανιάχου αποδέχεται την πρόταση Γουίτκοφ για εκεχειρία στη Γάζα – «Απογοητευμένη» η Χαμάς με τους νέους όρους, λέει το Axios

Keywords
Τυχαία Θέματα
Μονή Αικατερίνης Σινά, Πού, Έλληνες,moni aikaterinis sina, pou, ellines