Κομισιόν: Οι τιμές στην αγορά κατοικίας της Ελλάδας ξεπερνούν κατά πολύ τα πραγματικά τους επίπεδα και προκαλούν κρίση

Η αγορά κατοικίας στην Ελλάδα παρουσιάζει σημαντική υπερτίμηση, καθώς οι τιμές των ακινήτων εκτιμάται ότι είναι κατά 20% υψηλότερες από το πραγματικό τους επίπεδο, σύμφωνα με την πρόσφατη έκθεση της Κομισιόν. Αυτή η υπερτίμηση εντείνεται από τη συνεχή άνοδο των τιμών, με μέση ετήσια αύξηση 9,3% την περίοδο 2020-2024 — μία από τις υψηλότερες στην Ευρώπη, ξεπερνώντας κατά πολύ τον μέσο όρο της Ε.Ε. που βρίσκεται στο 4,9%.

Η Κομισιόν αναγνωρίζει, ωστόσο, ότι τα πρόσφατα μέτρα στήριξης που

ανακοίνωσε η κυβέρνηση τον Απρίλιο, όπως η επιστροφή ενός ενοικίου ετησίως για οικογένειες με χαμηλά και μεσαία εισοδήματα (ξεκινώντας από τον Νοέμβριο) και η μόνιμη ετήσια οικονομική ενίσχυση 250 ευρώ προς χαμηλοσυνταξιούχους και ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, κινούνται εντός του δημοσιονομικού πλαισίου που έχει συμφωνηθεί με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Αυτά τα μέτρα στοχεύουν στην ανακούφιση των πιο ευάλωτων στρωμάτων της κοινωνίας από το αυξημένο κόστος στέγασης.

Παρά τις προσπάθειες αυτές, το πρόβλημα της στέγασης στην Ελλάδα παραμένει οξύ και αποτελεί μια από τις σημαντικότερες κοινωνικοοικονομικές προκλήσεις της χώρας. Η εκτίναξη των τιμών, σύμφωνα με την Κομισιόν, οφείλεται κυρίως σε δύο βασικούς παράγοντες:

Την έντονη εγχώρια και εξωτερική ζήτηση, ιδιαίτερα για τουριστικά και επενδυτικά ακίνητα, που ασκεί μεγάλη πίεση στην αγορά.Την περιορισμένη προσφορά κατοικιών, αποτέλεσμα ετών υποεπένδυσης στον κατασκευαστικό τομέα και της αργής ανανέωσης της κτηριακής υποδομής.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τονίζει ότι η επιτάχυνση της κατασκευαστικής δραστηριότητας, με αύξηση των αδειών οικοδομής κατοικιών κατά 31,5% το 2024 (μετρημένες σε τετραγωνικά μέτρα ωφέλιμης επιφάνειας), μπορεί να συμβάλει στην ανακοπή της αύξησης των τιμών τα επόμενα χρόνια. Παρ’ όλα αυτά, η ισχυρή άνοδος των τιμών των κατοικιών έχει προκαλέσει παράλληλες αυξήσεις στα ενοίκια, γεγονός που υποδηλώνει πως η οικονομικά προσιτή στέγαση παραμένει δυσβάσταχτη για μεγάλο μέρος του πληθυσμού.

Τα στοιχεία του 2023 καταδεικνύουν ότι τα ελληνικά νοικοκυριά δαπανούσαν κατά μέσο όρο το 35,5% του διαθέσιμου εισοδήματός τους για στέγαση, ποσοστό σχεδόν διπλάσιο από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο που είναι 19,2%. Επιπλέον, πάνω από 1 στους 4 Έλληνες (28,9%) επιβαρύνονταν με στεγαστικό κόστος που ξεπερνούσε το 40% του εισοδήματός τους — ένα ποσοστό τριπλάσιο σε σχέση με τον μέσο όρο της Ε.Ε.

Η επιβάρυνση αυτή είναι ιδιαίτερα έντονη στους οικονομικά ασθενέστερους πολίτες: το 88,9% όσων βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας καταβάλλει δυσανάλογα μεγάλο μέρος του εισοδήματός του για στέγαση, έναντι 31,1% στην υπόλοιπη Ευρώπη. Η κατάσταση γίνεται ακόμα πιο δύσκολη για τα μονοπρόσωπα νοικοκυριά, όπου το αντίστοιχο ποσοστό φτάνει το 65,1%.

Επιπλέον, το 27% του ελληνικού πληθυσμού ζει σε υπερπλήρεις κατοικίες, ποσοστό που υπερβαίνει κατά πολύ τον ευρωπαϊκό μέσο όρο του 16,9%, γεγονός που επιτείνει τις κοινωνικές ανισότητες και τα προβλήματα ποιότητας ζωής.

Συνολικά, ενώ η αγορά κατοικίας στην Ελλάδα παρουσιάζει σημαντικές προοπτικές ανάπτυξης, η υπερτίμηση και το υψηλό κόστος στέγασης δημιουργούν έντονες προκλήσεις που απαιτούν συντονισμένες παρεμβάσεις και διαρθρωτικές αλλαγές, ώστε να διασφαλιστεί η πρόσβαση σε προσιτή και ποιοτική στέγη για όλους τους πολίτες.

Διαβάστε επίσης:

ΑΑΔΕ: Νέο σύστημα εισροών-εκροών στα πρατήρια καυσίμων από 12/6 – Ενισχύεται η μάχη κατά του λαθρεμπορίου

ΙΟΒΕ: Τα μισά ελληνικά νοικοκυριά προβλέπουν χειροτέρευση της οικονομικής τους κατάστασης και μειώνουν τις αγορές

Ο πληθωρισμός επιστρέφει δριμύτερος στην Ελλάδα ενώ η Ευρωζώνη παίρνει ανάσα – Στο προσκήνιο ξανά τα τρόφιμα

Keywords
Τυχαία Θέματα