Η θαυμαστή πινακοθήκη της μεσαίας τάξης

Παναγής Παναγιωτόπουλος

Περιπέτειες της μεσαίας τάξης

Κοινωνιολογικές καταγραφές στην Ελλάδα της ύστερης μεταπολίτευσης

Εκδόσεις: Επίκεντρο

Σελ.: 424

«“Κάποτε θα ’ρθει και της τουαλέτας η ώρα”, έλεγα στη γυναίκα μου που με γκρίνιαζε πάντα, παραπονιόταν πως έρχεται κανένας επισκέπτης, θέλει να πάει προς νερού του και πέφτουν τα μούτρα της. Κι άλλωστε, τι ήταν πια ο καμπινές εδώ που φτάσαμε; Η ουρά του γαϊδάρου. Κι όπως όλα τα πράγματα που σιάχνονται μια φορά στη ζωή μας, βάζομε τα δυνατά μας να

γίνουν όσο πιο πολύ μερακλίδικα, έτσι και στην τουαλέτα πήρα όλα τα μέτρα μου για να σιάξω κάτι το ωραίον: Έβαλα πλακάκια πανάκριβα που σχημάτιζαν ένα παράξενο σύνολο με παραστάσεις διάφορες, έτσι που να νιώθω ευχάριστα σε τούτο το χώρο, όλα τ’ απαραίτητα είδη υγιεινής, φυσικά και μπιντέ».

Μάριος Χάκκας, «Ο μπιντές»

Αν το απόσπασμα του Χάκκα ήταν αρχαιολογικό εύρημα, ένα καλοδιατηρημένο θραύσμα, ας πούμε, κι ερχόταν στο φως της αρχαιολογικής σκαπάνης ως μοναδικό τεκμήριο μιας εποχής, πιθανόν θα μπορούσε να είναι η πιο ευσύνοπτη μαρτυρία για το πώς δημιουργήθηκε και εξελίχθηκε η μεσαία τάξη στην Ελλάδα! Το αρχέτυπο του μπιντέ αποτελεί το σταθερό εκείνο θεμέλιο πάνω στο οποίο συγκροτήθηκε η μεταπολιτευτική μεσαία τάξη, εκείνη η κοινωνική ομάδα που διεκδίκησε και έζησε την πιο ευτυχή εκδοχή της ελληνικής κοινωνίας από συστάσεως ελληνικού κράτους. Το έργο γράφτηκε στα μέσα της επταετίας και εξέφραζε ξεκάθαρα την κεκτημένη βεβαιότητα ότι πρέπει «οι γονείς να παραδίδουν στα παιδιά τους μεγαλύτερη περιουσία από εκείνη που παρέλαβαν οι ίδιοι και καλύτερους όρους ζωής…».

Όσο προχωρά κανείς στα ενδότερα της «μεσαίας τάξης» του Παναγιωτόπουλου, διαπιστώνει ότι πίσω από την επιστημονική αυστηρότητα και την ακαδημαϊκή επάρκεια ελλοχεύει εκείνη η αυθεντική φιλέρευνη διάθεση να αναποδογυρίσεις τα τακτοποιημένα έπιπλα του δωματίου, να δεις τον κόσμο από την ανάποδη, να δοκιμάσεις κι από τις δυο μεριές το double face ένδυμα. Μερικές φορές, ο κοινωνιολόγος μοιάζει να σκαρφαλώνει σαν τυχοδιώκτης μπουκάροντας από τα παράθυρα πριν βγει στητός και ατσαλάκωτος από την κυρία είσοδο. Με άλλα λόγια, συχνά το μεγαλύτερο εμπόδιο να εκφραστεί κανείς είναι η παιδεία του. Έτσι μπορεί να έχουμε συγκροτημένους μελετητές δίχως την ικανότητα να «ζήσουν» το θέμα τους. Στην περίπτωσή μας, ο Παναγιωτόπουλος ζει το θέμα του πρώτα και μετά το καλοκουρδίζει επιστημονικά. Η «μεσαία τάξη» του ευτυχώς δεν συγκαταλέγεται στις περιπτώσεις εκείνες όπου το πολύ διάβασμα φέρνει απλώς πολύ γράψιμο.

Πρόκειται, λοιπόν, για μια μελέτη που γράφτηκε καθ’ υπαγόρευση της ίδιας της κοινωνίας. Την ίδια στιγμή είναι και ένα πόνημα σύμφωνα με τις διατάξεις του ακαδημαϊσμού που μαρτυρά πολύχρονα βάσανα. Ωστόσο, πίσω από κάθε διανόημα, υπάρχει ατόφια ζωή. Έχουμε λοιπόν στα χέρια μας ένα πανεπιστημιακό ανάγνωσμα που αποκτά όλα εκείνα τα στοιχεία της γοητείας, παρά τις εμφανείς απαιτήσεις που το ίδιο εγείρει για τη μελέτη του, καθώς στις σελίδες του σκοντάφτει κανείς συχνά σε μια έκπληξη, μια ανατρεπτική ερμηνεία, γενικά μια πηγαία αντίδραση που κάνει φύλλο και φτερό την εποχή.

Ο Παναγιωτόπουλος σκύβει σχολαστικά και ταυτόχρονα με έρωτα πάνω από την κοινωνία, την απλώνει, την ξεσκονίζει επιμελώς και την ξεψαχνίζει πόντο – πόντο. Κάθε γνωμάτευση δίνεται με έμπνευση. Τα αίτια αναλύονται σε ένα παζλ νοημάτων έτσι που κάθε εξεταζόμενη περίπτωση αποκτά απρόσμενα ζωντάνια και λειτουργικότητα. Κάθε στιγμή, ο συγγραφέας δείχνει να έχει συνείδηση του εύρους και της πολυπλοκότητας του θέματος που πραγματεύεται.

Η ιστορική περίοδος της Μεταπολίτευσης χαρακτηρίζεται από τη μεγάλη πληθώρα αλλαγών που συνέβησαν κατά τη διάρκειά της. Ποτέ άλλοτε σε τόσο περιορισμένο χρονικό διάστημα δεν «χώρεσαν» τόσες πολλές αλλαγές, δεν κερδήθηκε τόσος χαμένος χρόνος εξέλιξης. Αλλαγές που εισέβαλλαν με ορμή στην καθημερινότητά μας ανατρέποντας εκ βάθρων όλα τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της κοινωνικής και ατομικής μας υπόστασης. Η μεσαία τάξη έτρεξε με ιλιγγιώδεις ταχύτητες λες και πάσχιζε να ενηλικιωθεί δίχως να εκτίσει τον χρόνο που απαιτεί η διαδικασία της ενηλικίωσης. Είναι η περίοδος που δέχθηκε την πίεση αλλεπάλληλων μεταρρυθμίσεων που έπρεπε να είχαν συμβεί σε προηγούμενο χρόνο – και δεν συνέβησαν. Το βιβλίο αυτό εξετάζει με ερμηνευτική διαύγεια όλες τις συνταρακτικές μεταβολές αυτής της περιόδου, στη διάρκεια της οποίας η μεσαία τάξη δεν προλάβαινε να αναγνωρίσει τα χαρακτηριστικά της, το ίδιο της το πρόσωπο.

Το πολυσέλιδο πολυσχιδές αφήγημα της «μεσαίας τάξης» δομείται σε κεφάλαια, τίτλους, μεσότιτλους που δίνουν χώρο για νοηματικές ανάσες και ανανεώνουν το ενδιαφέρον της ανάγνωσης. Η ερμηνευτική απόλαυση που σου χαρίζει ο Παναγιωτόπουλος δίχως εκπτώσεις στη δεξιοτεχνική εξάντληση του θέματος είναι απελευθερωτική. Νιώθεις ότι διατυπώνει μια ασχημάτιστη ιδέα που σε βασάνιζε, μοιάζει να σε οδηγεί σε ένα νόημα που δυσκολευόταν να μορφοποιηθεί μέσα σου, έχεις την αίσθηση ότι ξαναζείς όλες εκείνες τις σημαντικές αλλαγές που βίωσες στη ζωή σου – και σε διαμόρφωσαν.

Μοιάζει με τον σκιτσογράφο που φιλοτεχνεί το προσωπικό μας πορτρέτο και το τοποθετεί προσεκτικά στην πινακοθήκη της μεσαίας τάξης. Κυρίως, όμως, από κάθε σελίδα αναβλύζει πλούτος ιδεών, σύγχρονοι συλλογισμοί που χαρίζουν την αίσθηση στον αναγνώστη ότι τίποτα δεν περισσεύει, ότι η σημασία στη λεπτομέρεια αφορά τη δική σου περίπτωση όπως στέκεσαι μέσα στο αστικό πλήθος, εκεί, στη φωτογραφία του εξωφύλλου που αποτυπώνει τη συλλογική εξατομίκευση στο πορτρέτο της μεσαίας τάξης.

Η αρχή γίνεται από τη μεταπολεμική περίοδο, όταν όλες οι καθημαγμένες από τον όλεθρο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου δυτικές κοινωνίες γλείφουν τις πληγές τους προσπαθώντας να σταθούν εκ νέου στα πόδια τους. Αυτή τους η προσπάθεια γεννά έναν νέο κοινωνικό προσανατολισμό που έλκεται από τη γοητεία του «ευδαιμονικού ατομικισμού».

Το γενικό πλάνο παρακολουθεί την πολυκύμαντη πορεία και εξέλιξη της μεσαίας τάξης όπως αυτή αποτυπώνεται στις εξελιγμένες καπιταλιστικές κοινωνίες. Στη συνέχεια εστιάζεται το ενδιαφέρον στην ελληνική περίπτωση μέσα από τα ιδιαίτερα πολιτισμικά χαρακτηριστικά της χώρας μας όπως αυτά διαμορφώθηκαν πριν και κατά τη διάρκεια της Μεταπολίτευσης, που έπαιξε καταλυτικό ρόλο στη διαμόρφωση και εξέλιξη της μεσαίας τάξης. Μετά τη χρυσή εποχή της Μεταπολίτευσης ακολουθεί η κρίση και μετά την κρίση φτάνουμε στο παρόν μας, στις τρέχουσες εξελίξεις, στους εαυτούς μας.

Πρόκειται για ένα βιβλίο που ανατέμνει σε βάθος με αξιώσεις πολιτικές, ιστορικές, κοινωνικές και ψυχολογικές την πιο λαμπρή και συνάμα πιο πολυεπίπεδη πεντηκονταετία του σύγχρονου ελληνικού κράτους, όπου «η αίσθηση μιας ζωής και μιας κοινωνικής συνθήκης που αλλάζει σαφώς προς το καλύτερο και σε πραγματικό χρόνο – σε τόσο μαζική κλίμακα – είναι, συνεργούσης και της δημογραφικής “ευφορίας”, σχεδόν ανέκδοτη στην ιστορία της δυτικής νεωτερικότητας».

Η γλωσσική μαεστρία του συγγραφέα παίζει καθοριστικό ρόλο στο γνωστικό – αισθητικό ύφος του βιβλίου. Πρόκειται για ένα επιστημονικό σύγγραμμα που δεν παρασύρεται από την ακαδημαϊκή διαστροφή της γλωσσικής επιτήδευσης, δεν εκπίπτει σε γλωσσικούς λαϊκισμούς. Αντίθετα, με πλαστικότητα και μέτρο συνταιριάζει τη νοηματική πολυπλοκότητα με την πλαστικότητα της αφήγησης, όπου νόημα και ύφος συνυπάρχουν βοηθώντας την πληρέστερη κατανόηση αλλά και την απόλαυση.

Οι ειδήσεις σήμερα από το topontiki.gr

Keywords
Τυχαία Θέματα