Επτανησιακή σχολή – Κάλβος

ΕΛΛAΔΑΈντυπη Έκδοση

Η ελληνική κοινωνία από τις απαρχές τής συγκρότησής της είχε την τάση να έλκεται από τις αντιπαραθέσεις, σαν να τη συνέπαιρνε ένα πνεύμα εριστικότητας. Έτσι, είχαμε τους «καλαμαράδες» απέναντι στους «ασπούδαχτους», τους πολιτικούς απέναντι στους στρατιωτικούς, τους Ρουμελιώτες απέναντι στους Πελοποννήσιους, τους αυτόχθονες απέναντι στους ετερόχθονες. Μέσα σε αυτήν την πραγματικότητα, η αντιπαλότητα των Επτανήσιων απέναντι στους Φαναριώτες τροφοδοτείτο επαρκώς.

Τόσο οι Επτανήσιοι όσο και οι Φαναριώτες αποτελούσαν κυρίαρχα στρώματα, από τις τάξεις των οποίων θα καλύπτονταν
οι πολιτικές, διοικητικές και πνευματικές λειτουργίες του νεοσύστατου κρατιδίου. Τον Μάιο του 1797, η χιλιόχρονη αριστοκρατική Δημοκρατία της Βενετίας είχε καταλυθεί. Έναν μήνα αργότερα, στην Κέρκυρα έφτασαν τα πρώτα γαλλικά στρατεύματα μαζί με την υπόσχεση της απελευθέρωσης. Τα Επτάνησα ήταν το μόνο μέρος της ελληνικής γης που είχε μείνει κάτω από τη δυτική κυριαρχία και κατά συνέπεια ακολούθησαν τα προτάγματα του δυτικού πολιτισμού. Με τη Συνθήκη του Campoformio, το 1797, τα νησιά προσαρτώνται στη Γαλλία έως και το φθινόπωρο του 1798 που αποκτώνται από τους Ρώσους και τούς Τούρκους, οι οποίοι επανέφεραν το παλαιό καθεστώς και τα προνόμια των εγγενών. Από το 1800 έως και το 1815, η Ιόνιος Πολιτεία θα ανακαταληφθεί από τους Γάλλους, για να περάσει το 1809 στους Άγγλους κι έπειτα από το συνέδριο της Βιέννης το «Ενωμένο κράτος των Ιονίων Νήσων» θα διοικείται από έναν Λόρδο Μεγάλο Αρμοστή ενώ θα υπάρχει βουλή και γερουσία από Έλληνες. Το καθεστώς αυτό θα διατηρηθεί έως και το 1864 όταν οι Άγγλοι θα προσφέρουν τα νησιά στον νέο βασιλιά Γεώργιο Α’ και θα ενσωματωθούν στο ελληνικό κράτος. Η περίοδος αυτή (1797 - 1815) αποτυπώνεται και στη λογοτεχνία. Στη Ζάκυνθο, για παράδειγμα, δεν σταματούν να γράφονται και να κυκλοφορούν διάφορα στιχουργήματα, ύμνοι και παραινέσεις που αποτυπώνουν ανάγλυφα την κοινωνική εικόνα της εποχής. Ανάμεσα στους λογίους και ποιητές, ξεχωριστή μορφή υπήρξε ο Αντώνιος Μαρτελάος που, παρά την αριστοκρατική καταγωγή του, υπήρξε φανατικός θιασώτης των δημοκρατικών ιδεών. Υπήρξε δάσκαλος του Ugo Foscolo και πιθανολογείται και του Σολωμού. Άλλος ένας ήταν ο ζωγράφος και ιερέας Νικόλαος Κουτούζης, ευγενής και σπουδασμένος στη Βενετία, που έγραψε ανηλεείς σάτιρες και σκώμματα. Αυτή η κριτική διάθεση μέσω της σάτιρας έφερε στη Ζάκυνθο μια νέα ανάπτυξη της κωμωδίας. Η πιο σημαντική κωμωδία, ο «Χάσης», υπογράφεται από τον Δημήτρη Γουζέλη που ήταν ανιψιός του Μαρτελάου. Αν και παρουσιάστηκαν διάφορα έργα στα Επτάνησα, κανείς τους δεν κατάφερε να αναδειχθεί σε σημαντική ποιητική προσωπικότητα. Παρά την έντονη κλίση στη στιχουργία των Επτανησίων, τους πραγματικούς προδρόμους του μεγάλου Σολωμού πρέπει να τους αναζητήσουμε αλλού: στο Φανάρι και στις παραδουνάβιες ηγεμονίες. Σημαντικά και αποφασιστικά βήματα για να ακουστεί «το λάλημα μια νέας πραγματικής ποίησης» (Λ. Πολίτης) γίνονται με την εμφάνιση του Αθανάσιου Χριστόπουλου και του Γιάννη Βηλαρά. Ο Χριστόπουλος με την έκδοση των «Λυρικών» του ξεπερνά αποφασιστικά το επίπεδο των ασήμαντων στιχουργημάτων. Σημαντική εξίσου είναι και η παρουσία του Βηλαρά, ο οποίος με τη «Ρομέικη γλόσσα» καταθέτει μια ακραία και επαναστατική άποψη για το γλωσσικό και ορθογραφικό ζήτημα. Η περίπτωση του ΚάλβουΕίκοσι ωδές αποτελούν την κύρια προσφορά του Κάλβου στη λογοτεχνία μας. Οι δέκα πρώτες («Λύρα») τυπώνονται στη Γενεύη το 1824 και οι δέκα τελευταίες («Λυρικά») στο Παρίσι δυο χρόνια αργότερα. Η περίπτωσή του είναι εντελώς ξεχωριστή. Επιθυμία του είναι να ψάλει την Ελληνική Επανάσταση στα ελληνικά κι όχι στα ιταλικά, που ήταν η φυσική του ποιητική έκφραση. Ωστόσο ζει είκοσι χρόνια μακριά από την Ελλάδα («με είδε / το πέμπτον του αιώνος / εις ξένα έθνη). Ο ίδιος είναι αποκομμένος από την ελληνική παράδοση, τόσο τη δημοτική όσο και τη φαναριώτική. Είναι μόνος του απέναντι στη μητρική του γλώσσα. Στα τριάντα του, ο Κάλβος είναι ήδη ένας δοκιμασμένος από τραγικές εμπειρίες άνθρωπος έχοντας χάσει τους γονείς του, τη γυναίκα και το παιδί τους, έχοντας αποκοπεί από τον δάσκαλό του Ugo Foscolo, έχοντας περάσει από φτώχεια, ξενιτιά και άστατους έρωτες για να συναντηθεί με την Ελληνική Επανάσταση… Κ’ εγώ, κ’ εγώ το σίδηρον γυρεύω· ποιος μου δίδειτας βροντάς του πολέμου;ποιος με οδηγεί την σήμερον εις τον αγώνα; Ο Κάλβος είναι ένας ένθερμος και γεμάτος έξαρση υμνητής του Αγώνα και ταυτόχρονα ένας άνθρωπος μελαγχολικός και τραγικός στη βαθύτερη υπόστασή του. Καθώς όμως ο Κάλβος δεν ξεπήδησε από μια παράδοση, δεν δημιούργησε και μια συνέχεια. Έμεινε σχεδόν ξεχασμένος πολλά χρόνια, μέχρι να τον φέρει στο φως η κριτική οξύνοια και ευαισθησία του Παλαμά. Ο Βωμός της Πατρίδοςα’Τρέξατε αδέλφια, τρέξατεψυχαί θερμαί, γενναίαι·εις τον βωμόν τριγύρωτης πατρίδος αστράπτοντατρέξατε πάντες. β’Ας παύσωσ’ οι διχόνοιαιπου ρίχνουσι τα έθνητυφλά, υπό τα σκληρόταταονύχια των αγρύπνωνδολίων τυράννων. γ’Τρέξατ’ εδώ· συμφώνωςτους χορούς ας συμπλέξωμεν,προσφέρων ο καθέναςλαμπράν θυσίαν, πολύτιμον,εις την πατρίδα. δ’Εδώ ας καθιερώσωμεντα πάθη μας προθύμως·τ’ άρματα ημείς αδράξαμενμόνον διά να πληγώσωμεντου Οσμάν τα στήθη. ε’Εδώ πάντα τα πλούτη μαςας χύσωμεν· εν όσωγυμνόν σπαθί βαστούμενμας φθάνουσι τα φύλλατίμια της δάφνης. ς’Kι ύστερ’, αφ’ ου συντρίψωμεντον έχθιστον ζυγόν,άλλα όχι αβέβαια πλούτηθέλει μας δώσει πάλινη ελευθερία. ζ’Εδώ ηδονάς και ανάπαυσινω φίλοι ας παραιτήσωμεν·ξηρή πέτρα το στρώμα,φαρμάκι το ψωμίτης δουλείας είναι. η’Εδώ, σαν αναθήματα,εις τον βωμόν πλησίον,τους συγγενείς, τα τέκνα μαςαγαπητά, τους γέρονταςτώρα ας αφήσωμεν. θ’Πάντα όσα εις την καρδίαν μαςείναι ακριβή, δεν πρέπουσινεις άνδρας που τρομάζουνέμπροσθεν εις ανόητονβάρβαρον σκήπτρον. ι’Ούτε η ζωή δεν πρέπει.Τρέξατε αδέλφια, τρέξατε·συμμέτρως εχορεύσαμεν,σύμμετρα ας αποθάνωμενδιά την πατρίδα. Επτανησιακή σχολήΚάλβοςIssue: 1948Issue date: 22-12-2016Has video: Exclude from popular: 0
Keywords
Τυχαία Θέματα