Αγεφύρωτο (;) το αμερικανο – τουρκικό χάσμα

Η συνάντηση του συμβούλου του Προέδρου της Τουρκικής Δημοκρατίας Ιμπραήμ Καλίν με τον σύμβουλο Εθνικής Ασφαλείας του Λευκού Οίκου Τζέικ Σάλιβαν στην Κωνσταντινούπολη σηματοδοτεί τη σοβαρότητα του χάσματος των σχέσεων των δύο χωρών.

Από τη στάση που με πολύ σύνεση τηρεί η Αθήνα στο σκληρό πολιτικό πόκερ που εξελίσσεται στην ευρύτερη περιοχή μας και στα σύνορα της ατλαντικής συμμαχίας, εξ αιτίας της ρωσικής επεκτατικής στρατηγικής, συγκρατείται η ορθολογική προσέγγιση της ελληνικής κυβέρνησης και των κομμάτων του Ελληνικού

Κοινοβουλίου στις σημαντικές γεωστρατηγικές και πολιτικοοικονομικές αλλαγές της εποχής μας.

Δυστυχώς ο γείτονας, σύμμαχος και μελλοντικός μας εταίρος στην Ε.Ε. μέχρι τη συνάντηση Σάλιβαν – Καλίν συμπεριφερόταν όπως το ακυβέρνητο καράβι στη μεγάλη φουρτούνα. Τα μηνύματα που μεταφέρθηκαν – χωρίς πολλά λόγια – στη δημοσιότητα από την Ουάσιγκτον οριοθετούν σαφέστατο πλαίσιο σχέσης και μελλοντικών εξελίξεων.

Οι S – 400 και οι επιθέσεις προς τους θεσμούς των ΗΠΑ ξεπερνούν κατά πολύ την εικόνα που σκοπίμως αλλά ματαίως προσπαθεί να συντηρήσει ο Πρόεδρος Ερντογάν για δήθεν ελληνική ασυνέπεια προς τις διεθνείς συμφωνίες. Το προπέτασμα πολιτικού καπνού αδυνατεί να γκριζάρει ή και να σκοτεινιάσει την υποχρέωση της Τουρκίας έναντι των ΗΠΑ, της βορειοατλαντικής συμμαχίας και του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Πάντοτε θεωρούσα ότι οι συναντήσεις του Ι. Καλίν με ομολόγους του και ανώτατους αξιωματούχους, συνομιλητών της Τουρκίας, συμπεριλαμβανόμενης και της Ελλάδος (εκάστοτε διπλωματικός σύμβουλος του Έλληνα πρωθυπουργού), σηματοδοτούν με σαφήνεια τις προσδοκώμενες κατευθύνσεις, παρά τα εμπόδια που επιβάλλει το βαθύ τουρκικό κράτος, το κεμαλικό στρατιωτικό κατεστημένο, που δεν θεωρεί ότι έχει παραμερισθεί. Αποπροσανατολιστικές της ουσίας των συζητήσεων είναι και οι άκριτες αναφορές και εθνικιστικές κορώνες που μεθοδευμένα κατά καιρούς προβάλλονται σε όλες τις πλευρές – Τουρκία, Ρωσία, Ε.Ε., ΝΑΤΟ, Ελλάδα κ.λπ.

Η ελληνική ψυχραιμία

Παρά την πολιτική παραζάλη, που συγκεκριμένοι κύκλοι μηχανεύονται, η ψυχραιμία στη χώρα μας αξιολογείται θετικά. Ελάχιστοι μεταξύ των πολιτικών μας και των αναλυτών ή και διαμορφωτών της κοινής γνώμης συνεχίζουν να απαιτούν μία τιμωρητική πολιτική σε βάρος της Τουρκίας. Ακόμη λιγότεροι παραμένουν στο στρατόπεδο αυτών που θεωρούν ότι ο οξυμένος πολιτικός λόγος εξυπηρετεί τα ελληνικά συμφέροντα.

Περισσότεροι μεταξύ των πολιτών θεωρούν ότι οι απαντήσεις που δίδονται κυρίως από τον πρωθυπουργό τόσο στο εσωτερικό της χώρας όσο και από διεθνές βήμα – ΟΗΕ, ΝΑΤΟ, Ε.Ε. – στρέφουν τη συζήτηση στον πραγματικό πυρήνα του διεθνούς προβλήματος που προκαλεί η Τουρκία.

Σε τόσο τεταμένες στιγμές οι απαντήσεις των αρμοδίων υπουργών Εξωτερικών και Άμυνας, που προηγούνται των πρωθυπουργικών τοποθετήσεων, προφανώς και επιβάλλεται να εξαντλούν τα όρια της διεθνούς επικοινωνίας, όμως σημαντικό στοιχείο της πολιτικής διεκδίκησης παραμένει η προσαρμογή όλων στην κατεύθυνση που σηματοδοτεί η πρωθυπουργική δημόσια τοποθέτηση. Η ικανότητα του πολιτικού, που του ανατίθεται υπουργικό χαρτοφυλάκιο, δεν επιτρέπεται να περιορίζεται στη διαχείριση των αδυναμιών, αλλά επιβάλλεται να επιδιώκει επιτυχή προώθηση των στόχων, όπως προσδιορίζονται από τον πρωθυπουργό της χώρας και συμφωνούνται στο Υπουργικό Συμβούλιο.

Στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ η Ελλάδα έδειξε ότι αντιλαμβάνεται τους όρους που διαμορφώνονται στην εποχή μας από το διεθνές παιγνίδι. Έπειτα από όλα τα σημεία που σηματοδότησε η παρουσία της χώρας στον ΟΗΕ κάθε άλλη επιλογή, βασισμένη σε δήθεν κορώνες υπερδιεκδικήσεων ή τρομολαγνείας, θεωρείται τουλάχιστον ως πολιτικό παράδοξο.

Δύσκολα κατανοείται η αποφυγή ανάδειξης και συνεχούς αξιοποίησης πολιτικών δηλώσεων και στρατηγικών κινήσεων, που αδίστακτα αναδεικνύουν τη σημασία της γεωγραφίας και ταυτοχρόνως της στρατηγικής σημασίας της χώρας μας. Πιο δύσκολα γίνεται αντιληπτή η αδυναμία ανάδειξης της σημασίας των πολιτικών δηλώσεων και στρατηγικών κινήσεων, που προβάλλουν διεθνώς το ενιαίο της Κυπριακής Δημοκρατίας και της κυριαρχίας της σε όλο το εύρος του διεθνές δικαίου.

Ανυπόστατο μνημόνιο

Ακόμη και στην πρόσφατη ένταση που δημιουργεί η Τουρκία στη Λιβύη με απαίτηση εφαρμογής του ανυπόστατου μνημονίου υδρογονανθράκων, η διεθνής κοινότητα και πρωτίστως η Ε.Ε. πρέπει να λάβει θέση διότι το διεθνές δίκαιο της θάλασσας αποτελεί αναπόσπαστο κεφάλαιο στο Ευρωπαϊκό Κεκτημένο.

Η ελληνική θέση υπερασπίζεται και τα δικαιώματα των ευρωπαϊκών εταιρειών ενέργειας και συνεπώς το θέμα απασχολεί κυρίως Βρυξέλλες, Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Ισπανία, Γαλλία, Ιταλία, Ελλάδα και Κύπρο. Κατά συνέπεια η δραστηριοποίηση πρέπει να είναι άμεση προς αυτήν την κατεύθυνση και όχι μόνο προς την Αίγυπτο ή το Ισραήλ. Εξάλλου η χώρα μας έχει εργασθεί περισσότερο από δύο χρόνια επί του θέματος στον ΟΗΕ και την Ε.Ε.

Αυτονόητο είναι ότι ο αρμόδιος υπουργός Εξωτερικών γνωρίζει καλώς τη θέση των εταίρων μας και του ΟΗΕ και προφανώς θεωρούμε ότι η σχετική δημόσια δήλωσή του γίνεται συμπληρωματικά προς όλα όσα έχουν επιτευχθεί και πλέον έχουν προσαρμοσθεί στην πρόσφατη ομιλία του πρωθυπουργού της Ελλάδας στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ.

Ελληνοτουρκική ατζέντα

Από πολύ νωρίς, ήδη τα πρώτα χρόνια της θητείας στο υπουργείο Εξωτερικών, σημαντικοί δάσκαλοι του διεθνούς δικαίου και διπλωμάτες που σφράγισαν την ουσία της εξωτερικής μας πολιτικής δεν είχαν πρόβλημα να αναφερθούν σε κάποια θέματα, τα οποία η διεθνής κοινότητα, συνήθως με πράξεις παρά με λόγους, έθετε μπροστά μας επισημαίνοντας τη θεωρητική και πρακτική δυσκολία τους.

Μερικά από τα θέματα διατηρεί η Τουρκία στην επικαιρότητα, ασυγχρόνιστη προς τις εξελίξεις του κόσμου και του διεθνούς δικαίου. Τα 12 ναυτικά μίλια που προβάλλει και θεωρεί αιτία πολέμου η Τουρκία τα διαστρεβλώνει, δεν είναι η μόνη, χωρίς να αναφέρεται στην υποχρέωση ορισμού διεθνών στενών διέλευσης, προσαρμοσμένα στις απαιτήσεις της διεθνούς ναυσιπλοΐας και όχι μόνο στις επιθυμίες των παρακτίων κρατών.

Τα 10 μίλια εθνικού εναερίου χώρου αποτελούν αντικείμενο συζήτησης μόνο αν στην εποχή του σύγχρονου διεθνούς δικαίου της θάλασσας η Ελλάδα επιλέξει να διατηρήσει χωρικά ύδατα στα 6 ναυτικά μίλια. Το θέμα όμως, αν θέλουμε να αντιμετωπίσουμε με αντικειμενικότητα το διεθνές δίκαιο, δεν το προέταξε η Τουρκία. Όπως υπογράμμιζαν σοφοί δάσκαλοι, χωρίς ειλικρίνεια και γνώση δεν προωθούνται τα εθνικά μας συμφέροντα. Στο συγκεκριμένο θέμα δεν έχει δημιουργηθεί εθιμικό, παρά τη συνεχή άσκηση του δικαιώματός μας. Φαίνεται ότι πολλές άλλες χώρες, πολύ πριν από την Τουρκία, αμφισβήτησαν και συνεχίζουν να αμφισβητούν αυτή την πρωτοτυπία του διεθνούς δικαίου.

Τα νησιά που η Τουρκία θεωρεί με την ακρότατη νομική ανάλυσή της ότι πρέπει να αποστρατιωτικοποιηθούν δεν θέλει να τα δει ενταγμένα στη στρατηγική πολιτική της συμμαχίας, γεγονός που μέχρι πριν από μερικά χρόνια προκαλούσε συζητήσεις εναλλασσόμενων αποτελεσμάτων στο ΝΑΤΟ.

Στην εποχή μας όμως οι νέες γεωστρατηγικές απαιτήσεις και η αναδιοργάνωση του κόσμου εντάσσει όλα τα νησιά της συμμαχίας στον γεωστρατηγικό προγραμματισμό. Δεν υπάρχουν εγκαταστάσεις που στρέφονται κατά της Τουρκίας, αλλά επίσης δεν δημιουργούνται δομές που θα επέτρεπαν σε οποιονδήποτε να αμφισβητήσει την ισχύ των Συνθηκών και ιδιαίτερα της Λωζάννης.

Δυστυχώς η Τουρκία, με τη συμπεριφορά της και την πολιτική που ακολουθεί, προκαλεί ρήγματα σε πολύ σοβαρά θέματα που ορίζουν την αποτελεσματικότητα της συμμαχίας και των συνεργασιών της είτε με την Ε.Ε. είτε με τρίτα μέρη προκειμένου να ισορροπήσει ο κόσμος και να επιστρέψει σε κατάσταση αλληλοσεβασμού και ανάπτυξης.

Σάλιβαν – Καλίν

Στο σημείο που βρισκόμαστε σήμερα αναφορές σε οποιαδήποτε προετοιμασία για να αντιμετωπισθούν θέσεις που επιθυμεί να διατηρεί η Τουρκία επί δήθεν διμερών εντάσεων αποτελεί αποπροσανατολισμό από την ουσία του μεγάλου κινδύνου που προκαλεί η πολιτική της Αγκύρας στα συμφέροντα της ευρωατλαντικής συμμαχίας.

Όλα λοιπόν τα θέματα που απασχολούν το σύνολο των συμμάχων, αλλά κυρίως τις σχέσεις ΗΠΑ – Τουρκίας, ο Λευκός Οίκος αποφάσισε να τα μεταφέρει απ’ ευθείας στον προεδρικό σύμβουλο Ι. Καλίν, ο οποίος εγκαίρως είχε προϊδεάσει εταίρους, συμμάχους, φίλους και αντιπάλους ότι η Τουρκία συνομιλεί με όλους, χωρίς αποκλεισμούς, αρκεί η άλλη πλευρά να επιθυμεί τον διάλογο.

Η Ελλάδα πολύ νωρίτερα, με πράξεις και δηλώσεις, έδειξε ότι δεν διακόπτει την επικοινωνία. Με διερευνητικές συνομιλίες, συναντήσεις υψηλού επιπέδου, επικοινωνίες των συμβούλων του πρωθυπουργικού γραφείου και του προεδρικού συμβούλου στην Τουρκία, χωρίς να φοβηθεί το κακώς εννοούμενο πολιτικό κόστος, συνέχισε με σεβασμό στον συνομιλητή να διαβεβαιώνει ότι απαραίτητη προϋπόθεση παραμένει η αποκατάσταση της αξιοπιστίας των μερών. Ο όρος φαίνεται ότι αποτελεί τον κοινό τόπο που πρέπει να ικανοποιείται από τις πλευρές σε μία επικοινωνία αμοιβαίων κερδών (win-win).

Στη δύσκολη άσκηση αποκατάστασης της αμοιβαίας εμπιστοσύνης βοηθά μόνο η συμπεριφορά όπως εκφράζεται από τον Έλληνα πρωθυπουργό και όπως φαίνεται ότι υπονοείται από τον προεδρικό σύμβουλο Ιμπραήμ Καλίν.

Εκτιμάται από πολλές πλευρές, στο πλαίσιο διεθνών συναντήσεων, αλλά και εξειδικευμένων επαφών και συνομιλιών, ότι η συναντίληψη για την αξία της συμμαχικής συστράτευσης και αλληλεγγύης θα κυριαρχήσει παρά τους υψηλούς τόνους που επιθυμούν να διατηρήσουν κύκλοι που προσβλέπουν στη διαδοχή Ερντογάν αλλά και κύκλοι που με εθνικιστικό πρόσημο επιδιώκουν να εμφανίσουν την Ελλάδα ως κλονιζόμενη από διχογνωμία του εκλογικού σώματος με αφορμή την τουρκική προκλητικότητα.

Όμως τα πραγματικά στοιχεία που αναδεικνύει η ελληνική οικονομία, οι επενδύσεις και η πολιτική συναντίληψη για την αντιμετώπιση της τουρκικής επιθετικότητας τείνουν προς την ταύτιση με τα συνολικά συμμαχικά και ευρωπαϊκά συμφέροντα, παρά με τις ακρότητες της Άγκυρας και των ελαχίστων αρνητών της σύγχρονης εξέλιξης που πραγματοποιείται στην Ελλάδα.

* Ο δρ Θεόδωρος Ι. Θεοδώρου είναι πρέσβης ε.τ.

Διαβάστε επίσης:

ΣΥΡΙΖΑ: Κλείνει το μάτι σε συνταξιούχους, μικρομεσαίους, νοικοκυριά

Όλα τα ζόρια είναι μπροστά

Για το ΝΑΤΟ, ρε γαμώτο

Keywords
Τυχαία Θέματα
Αγεφύρωτο,agefyroto