Αφιέρωμα: Το κράτος των Ρως (Μέρος τρίτο)

Η συγκρότηση της Πολωνο-Λιθουανικής Κοινοπολιτείας με τη Συνθήκη του Λούμπλιν (1569), όριζε ότι τα εδάφη της Ουκρανίας θα περνούσαν στην πολωνική κυριότητα και θα ήταν κτήμα του πολωνικού στέμματος.

Αυτό δημιούργησε μια τάση εποικισμού στα εύφορα εδάφη της Ουκρανίας. Ταυτόχρονα, επιτυγχανόταν η αποσυμφόρηση από την πίεση που προκαλούσε η κατοχή των κτημάτων στα χέρια ελάχιστων ευγενών στο εσωτερικό της Πολωνίας.

Ο εποικισμός βέβαια προς αναζήτηση καλλιεργησίμων εκτάσεων έφερε και μια πολιτισμική αλλοίωση, καθώς συνοδεύτηκε από τον καθολικισμό τον οποίο προωθούσαν ουνιτικές εκκλησίες

– με ό,τι αυτό σημαίνει. Αρκετά πριν από τη Ρωσία, η Πολωνία ήταν αυτή που είχε επεκτατικές βλέψεις εναντίον της Ουκρανίας.

Οι δύσκολες σχέσεις μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας ξεκινάνε στην αρχή του απελευθερωτικού πόλεμου του ουκρανικού λαού, το 1648-1654, με τη σύναψη της περίφημης Συνθήκης του Περεϊάσλαβ το1654. Το θέμα γίνεται τρομερά επίκαιρο κυρίως στις μέρες μας μετά τη ρωσική εισβολή κατά την οποία η Ρωσία δεν αμφισβητεί την εθνική ακεραιότητα και ανεξαρτησία της χώρας αλλά την εθνική της υπόσταση…

Σε αυτή την περίοδο λαμβάνει χώρα η πρώτη διπλωματική πρωτοβουλία ένωσης των δυο κρατών. Τον Ιανουάριο του 1654, στην πόληΠερεϊάσλαβ της Κεντρικής Ουκρανίας, πραγματοποιήθηκε μια συνάντηση όπου οι Κοζάκοι έδωσαν όρκο πίστης στον Τσάρο της Μόσκοβας με αντάλλαγμα τη βοήθειά του στην επανάσταση των Κοζάκων κατά της Πολωνο-Λιθουανικής Κοινοπολιτείας.

Ταυτόχρονα με την τελετή αυτή συνεχίζονταν οι διαπραγματεύσεις που ξεκίνησαν με πρωτοβουλία του αταμάνου Μπογκντάν Χμελνίτσκι για την αντιμετώπιση του ζητήματος του Αταμανάτου των Κοζάκων ενόψει της συνεχιζόμενης εξέγερσης κατά της Πολωνο-Λιθουανικής Κοινοπολιτείας. Οι διαπραγματεύσεις κατέληξαν στη Συνθήκη του Περεϊάσλαβ.

Η Συνθήκη του Περεϊάσλαβ το 1654

Η ίδια η συνθήκη οριστικοποιήθηκε στη Μόσχα τον Απρίλιο του 1654. Η συμφωνία αυτή μεταξύ του Αταμανάτου και της Ρωσίας είναι θέμα επιστημονικής αντιγνωμίας, καθώς αποτελεί αντικείμενο διαφορετικών ερμηνειών μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας. Για τη Ρωσία, η συμφωνία οδήγησε τελικά στην πλήρη ενσωμάτωση του Αταμανάτου στο ρωσικό κράτος. Δεν είναι καθόλου τυχαίο το γεγονός ότι στην επίσημη σοβιετική προπαγάνδα και ιστορία, το Συμβούλιο του Περαϊάσλαβ αναφερόταν ως πράξη «επανένωσης της Ουκρανίας με τη Ρωσία».

Αντίθετα, για τους Ουκρανούς η απόφαση που πάρθηκε στο Περαϊάσλαβ θεωρείται ως θλιβερή και χαμένη ευκαιρία για την ουκρανική ανεξαρτησία. Το μνημείο «Ουράνιο τόξο» στην πρωτεύουσα της Ουκρανίας, στο Κίεβο, που αναφέρεται ως «ζυγός των λαών», επιδεικνύει περαιτέρω τον αμφιλεγόμενο χαρακτήρα της συνθήκης.

Για την ιστορία, το επίσημο έγγραφο το οποίο υποτίθεται ότι επισφραγίζει την ένωση της Ουκρανίας με τη Ρωσία δεν υπάρχει και από πολλούς υποστηρίζεται ότι δεν υπήρξε ποτέ. Τέλος, χαρακτηριστικό είναι και το γεγονός ότι λίγα χρόνια αργότερα, η Συνθήκη του Αντρούσοβο του 1667 διεξήχθη χωρίς καμία εκπροσώπηση από το Αταμανάτο και καθιέρωσε σύνορα μεταξύ πολωνικών και ρωσικών κρατών, διαιρώντας το Αταμανάτο στη μέση κατά μήκος του Δνείπερου.

Πρόκειται για τον πρώτο διαμελισμό της Ουκρανίας μεταξύ Ρωσίας και Πολωνίας. Στην πραγματικότητα, η Συνθήκη του Περαϊάσλαβ έβαλε φρένο στη διαδικασία «εκπολωνισμού» των Ουκρανών και έγινε εφαλτήριο της μακροχρόνιας και επίμονης διαδικασίας «εκρωσισμού» τους.

Ακολούθησε μια αποτυχημένη απόπειρα διάσπασης της ένωσης με τη Ρωσία το 1708 και ολόκληρη η περιοχή συμπεριελήφθη στην κυβέρνηση του Κιέβου. Η αυτονομία των Κοζάκων περιορίστηκε κατά πολύ.

Το Αταμανάτο τελικά καταργήθηκε επισήμως από την Αικατερίνη Β’ της Ρωσίας το 1764 και το διάστημα 1764-1781 η περιοχή ενσωματώθηκε ως διοικητικό συμβούλιο της κυβέρνησης της Μικρής Ρωσίας. Η διοικητική αφομοίωση της Ουκρανίας είχε πλέον συντελεστεί. Ήδη από το 1783 εισήχθη στη χώρα ο θεσμός της δουλείας. Το 1793 και 1795 η Ουκρανία διαμελίστηκε μεταξύ της Ρωσικής και Αυστριακής Αυτοκρατορίας.

Η τσαρίνα Αικατερίνη Β’ ονομάστηκε Μεγάλη γιατί έκτος από τα εδάφη της πρώην Πολωνο-Λιθουανικής Κοινοπολιτείας επεξέτεινε τη ρωσική κυριαρχία ώς τη Μαύρη Θάλασσα προσαρτώντας και την Κριμαία έπειτα από τους νικηφόρους πολέμους με την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Μάλιστα, η Μεγάλη Αικατερίνη, προκειμένου να προσελκύσει εποίκους στην περιοχή της Οδησσού, εκτός από προνόμια προσέφερε και γη στους κατοίκους που ζούσαν υπό οθωμανικό ζυγό.

Τότε, εκτός των ανθρώπων άλλων εθνοτήτων, έφτασαν στην Οδησσό και πολλοί Έλληνες, οι οποίοι έπαιξαν σπουδαίο και πρωταγωνιστικό ρόλο στην ανάπτυξη της περιοχής. Το πόσο σπουδαία ελληνική παροικία δημιουργήθηκε στην πόλη της Οδησσού αποδεικνύει και το γεγονός ότι εκεί δημιουργήθηκε η Φιλική Εταιρεία. Μέχρι και πριν από την έναρξη του άτιμου πολέμου που κήρυξε τον περασμένο Φεβρουάριο η Ρωσία, στην περιοχή της νότιας Ουκρανίας ζούσαν περίπου 120.000 Έλληνες. Πόσοι θα απομείνουν, θα το μάθουμε μετά το τέλος του πόλεμου…

Η Συνθήκη του Βουκουρεστίου (1812)

Η Ουκρανία, όπως υπαινιχθήκαμε και πιο πάνω, από την εποχή της Συνθήκης του Περεϊάσλαβ έως και αυτής του Βουκουρεστίου έγινε αντικείμενο γεωπολιτικών ανταγωνισμών, αρχικά μεταξύ της Πολωνο-Λιθουανικής Κοινοπολιτείας, και αργότερα της Οθωμανικής και της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας με τη Ρωσία.

Με τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου ολοκληρώνεται μια μακρά διαδικασία, που είχε ως αποτέλεσμα η Ουκρανία με τη σημερινή της μορφή να διαμελιστεί. Με την τελευταία αυτή συνθήκη που συνήφθη μεταξύ Ρώσων και Οθωμανών, η Βεσαραβία περιήλθε στην κατοχή της Ρωσίας.

Στο μεταξύ διάστημα του 1654 και του 1812 και στις χαοτικές συγκρούσεις που έλαβαν χώρα στις ουκρανικές περιοχές, είναι εξαιρετικά δύσκολο να ξεκαθαρίσει κανείς αν οι Ουκρανοί συντάσσονταν με τους Ρώσους ή με τους εκάστοτε αντιπάλους τους.

Η Συνθήκη του Περεϊάσλαβ το δίχως άλλο εμπόδισε τον «εκπολωνισμό» των Ουκρανών, ωστόσο υπήρξε και η αφορμή να ξεκινήσει η μακρά διαδικασία της αφομοίωσής τους από τους Ρώσους. Μετά την υπογραφή της Συνθήκης του Κιουτσούκ – Καϊναρτζή (1774) και την προσάρτηση της Κριμαίας το 1783, οι Ρώσοι βρήκαν την ευκαιρία να επαναφέρουν την ονομασία «Μικρή Ρωσία» σε αντιστοιχία με τη «Μεγάλη» και τη «Λευκή» Ρωσία.

Για την ιστορία, η πρώτη χρήση του ονόματος «Μικρή Ρωσία» γίνεται για πρώτη φόρα από τον ηγεμόνα της Ρουθηνίας και της Γαλικίας – Βολυνίας, Γιούρι Β’ Μπολεσλάβ, ο οποίος το 1335 υπέγραψε τα διατάγματα του Dux totius Russiæ minoris.

Η διάκριση μεταξύ της «Μεγάλης» και της «Μικρής» Ρωσίας προήλθε πιθανώς από Βυζαντινούς ελληνόφωνους κληρικούς που ήθελαν να χωρίσουν τις δύο Ρουθηναϊκές εκκλησιαστικές μητροπόλεις του Χάλιχ και της Μόσχας.

Διαβάστε επίσης:

Η Ε.Ε. υποκύπτει στη γοητεία των χορηγών

Το χάσμα που… γεφυρώνει ο Καλίν

ΚΚΕ για τη ρύθμιση αποκλεισμού του Κασιδιάρη: Ένας αστερίσκος και τρία «πρέπει» οδηγούν σε απόρριψη

Keywords
Τυχαία Θέματα
Αφιέρωμα, Ρως Μέρος,afieroma, ros meros