Προφητείαι περί των ΠΑΘΩΝ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ(Αγ.Νεκταρίου Πενταπόλεως)

Ως διέγραψαν τάς του Μεσαίου άρετάς αι προφητείαι, ούτω και τα πάθη και τον θάνατον αύτού· εμελλεν ϊνα αύξηση ως τρυφερόν βαλαστάριον εν γη άνύδρω, εΐσελάση εις Ιε­ρουσαλήμ εν μετριόφρονι θριάμβω όχούμενος επί πώλου όνου, προδοθή και πραθη επί τριάκοντα άργυρίοις· να μαστιγωθή, κολαφισθη, έμπτυσθη καί χλευασθη-τρηθή τάς χείρας καί τους πόδας, αλλά μη κατεαγη τα οστά· λογχευθή την πλευράν, ποτισθή οξος μετά χολής· εμελλον να διανεμηθώσι τα ιμάτια αύτοΰ καί κληρώσωνται την περιβολήν αύτοϋ· έμελλε να άποθάνή καί ταφή, αλλά μη έγκαταλειφθή ή ψυχή αύτοϋ εν διαφθορά. Ταύτα πάντα προέλεχθησαν
καί....
απήντησαν πληρωθέντα επί λέξεως, καθ' α έπροφητεύθη.

«Κύριε, τίς έπίστευσε τη ακοή ημών; καί ό βραχίων Κυρίου επί τίνι απε­καλύφθη; Άνηγγείλαμεν εναντίον αύτοϋ ως παιδίον, ως ρίζα εν γη διψώση, ουκ εστίν αύτφ είδος, ουδέ δόξα· καί εΐδομεν αυτόν καί ουκ είχεν είδος, ούδέ κάλλος, αλλά το είδος αύτού άτιμον παρά πάντας ανθρώπους». (Ήσ. νγ'. 1,2,3).
«Χαίρε σφόδρα, θύγατερ Σιών, κήρυσ­σε, θύγατερ Ιερουσαλήμ. Ιδού ό βασιλεύς σου έρχεται σου δίκαιος, καί σώζων αυτός πραΰς καί έπιβεβηκώς επί ύποζύγιον καί πώλον νέον». (Ζαχαρ. θ'. 9).
«Καί έστησαν τον μισθόν μου τριάκοντα αργυρούς... Καί έλαβον τους τριάκοντα αργύρους καί ένέβαλον αυτούς εις οίκον Κυρίου εις το χωνευτήριον». (Ζαχαρ. ια'. 12,13).
«Εγώ δε ειμί σκώληξ καί ουκ άνθρω­πος,όνειδος ανθρώπων καί έξουθένημα λαού.Πάντες οι θεωρούντές με έξεμυκτήρισάν με, έλάλησαν εν χείλεσιν, εκίνησαν κεφαλήν ήλπισεν επί Κύριον, ρυσάσθω αυτόν, δτι θέλει αυτόν».
«Έγενήθη ή καρδία μου ώσεί κηρός τηκόμενος εν μέσω της κοιλίας.Έξηράνθη ως όστρακον ή ισχύς μου, καί ή γλωσσά μου κεκόλληται τω λαρύγγι μου καί εις χουν θανάτου κατήγαγές με... ώρυξαν χείρας μου καί πόδας μου, έξηρίθμησαν πάντα τα οστά μου- αυτοί δε κατενόησαν καί έπείδόν με». (Ψαλμ. κα'. 16).
«Διεμερίσαντο τα Ιμάτια μου έαυτοίς καί επί τον ίματισμόν μου έβαλον κλήρον». (Ψαλμ. κα'. 18).
«"Ενεκα σου ύπήνεγκα όνειδισμόν, έκάλυψεν έντροπή το πρόσωπον μου· άπηλλοτριωμένος έγενήθην τοίς άδελφοίς μου καί ξένος τοις υίοίς της μητρός μου.Οτι ό ζήλος του οίκου σου κατέφαγέ με καί οί όνειδισμοί των όνειδιζόντων σε έπέπεσον έπ' έμέ. Καί συνεκάλυψα εν νηστεία την ψυχήν μου, καί έγενήθη εις όνειδισμούς έμοί· καί έθέμην το ένδυμα μου σάκκον, καί έγενόμην αύτοίς εις παραβολήν. Κατ' έμού ήδολέσχουν οί καθή­μενοι εν πύλη καί εις έμέ εψαλλον οί πίνοντες οίνον... Σύ γινώσκεις τον όνειδισμόν μου καί την αισχύνην μου και την έντροπήν μου- εναντίον σου πάντες οί θλίβοντές με... Καί έδωκαν εις το βρωμά μου χολήν, καί εις την δίψαν μου έπότισάν με οξος... Πτωχός καί αλγών ειμί εγώ». (Ψαλμ. ξη'. 8-13,20-22, 30).
«Που σου θάνατε το κέντρον, που σον "Αδη το νΐκος;» (Κορινθ. Α'. ιέ. 55. Ώαηέ. ιγ'. 14).
«Ιδού συνήσει ό παις μου καί ύψωθήσεται καί δοξασθήσεται καί μετεωρισθήσεται σφόδρα. Όν τρόπον έκστήσονται επί σε πολλοί, ούτως άδοξήσει από των ανθρώπων το είδος σου καί ή δόξα σου από υιών ανθρώπων (Ήσ. νβ'. 13,14)».
«"Ανθρω
Keywords
Τυχαία Θέματα