Είμαστε χαμένοι από χέρι, όχι κάποιου πολιτικού, αλλά από το δικό μας

Τι σχέση μπορεί να έχει ο κουρασμένος όχλος ενός τρόλεϊ με τους ένοχους πολιτικούς της σημερινής Ελλάδας;

Μεσημέρι καθημερινής. Σε ένα τρόλεϊ, κάπου στη Σταδίου. Γεμάτο κόσμο. Ζέστη αποπνικτική.

«Θέλετε να κλείσουμε τα παράθυρα, θα ανοίξω το air-condition να δροσιστούμε καλύτερα όλοι!» ακούω να λέει ο οδηγός. Την αμηχανία διαδέχτηκαν η....
σιωπή και η αδιαφορία. Οκ, δεν έβγαλε και ντουντούκα, ακούστηκε όμως σχεδόν από όλους. Σε λίγο το επανέλαβε πιο επιτακτικά. Το βλέμμα παράκλησης μέσα από τον εσωτερικό καθρέφτη τα μαρτυρούσε
όλα. Είχε σκάσει ο άνθρωπος, όπως και οι περισσότεροι εκεί μέσα. Αδιαφορία και πάλι.

Είπα να κάνω δειλά-δειλά τα πρώτο βήμα. Οπλίστηκα με... θάρρος, βγήκα στο προσκήνιο και τα έπαιξα όλα για όλα! Έκλεισα δύο παράθυρα! Τότε είδα και έναν άλλο επιβάτη λίγο πιο μέσα να κάνει το ίδιο πράγμα. Το αυτονόητο δηλαδή, που όμως φάνταζε σαν πράξη υψίστης τόλμης μέσα σε ένα τιγκαρισμένο τρόλεϊ γεμάτο ζευγάρια μάτια να σε κρίνουν αυστηρά.

Σχεδόν ένιωσα ένοχος. Βρήκα όμως τα λόγια να ζητήσω από κάτι κυρίες με μαλλί λάχανο και ψεύτικες πέρλες στο λαιμό να κλείσουν και αυτές με τη σειρά τους το παράθυρό δίπλα τους. Με κοίταξαν σα να τους ζητούσα να ξυρίσουν το κεφάλι τους και να γλωσσοφιλήσουν η μία την άλλη. Η πρώτη, η πιο κοκέτα, μου γύρισε την πλάτη «φτύνοντάς» μου την απαξίωση της. Η δεύτερη μου χάρισε την κλασσική ελληνική κίνηση με το χέρι, αυτό το «ωχ μωρέ» (έχουμε και άλλα βάσανα). Η τρίτη όμως ήταν και η φαρμακερή (έπρεπε να το ξέρω), αφού μου σέρβιρε την αποστομωτική απάντηση «ναι, καλά και μετά να μη μπαίνει αέρας». Η επεξήγηση ότι εδώ και λίγη ώρα το air-condition είναι ανοιχτό, δεν στάθηκε ικανή να συγκινήσει τα μπλε βαμμένα βαριά βλέφαρά της αφού προφανώς μέσα στο μυαλό της είχε απόλυτο δίκιο ή και να μην είχε λίγο την ένοιαζε γιατί πάντα είχε, no matter what.

Κοίταξα στο βάθος. Κόσμος από όλα τα ηλικιακά γκρουπ, από όλες τις κοινωνικές ομάδες. Κουρασμένοι και ιδρωμένοι (helloooo κλείστε το γ ….. ο το παράθυρο μη φύγει η δροσιά του air condition!!!). Ανάμεσά τους και ένας τύπος που λίγο πριν στην στάση είχε αρνηθεί να δώσει το –μόλις αναμμένο- τσιγάρο του σε έναν άστεγο που τον παρακαλούσε προτιμώντας απλά να το πετάξει κάτω επιδεικτικά, αλλά και μία κυρία που αντέδρασε σαν κάποιος να ήθελε να τη βιάσει όταν ένας νεαρός, που εκείνη τη στιγμή τελείωνε τη διαδρομή του, της προσέφερε ευγενικά το εισιτήριό του.

Στάση. Οι πόρτες άνοιξαν και μπήκανε και άλλοι. Ένας ηλικιωμένος καλοντυμένος κύριος που καθόταν κάποια καθίσματα πιο πέρα, στη μέση περίπου, γύρισε στους από πίσω του και επανέλαβε με μία δόση απελπισίας στην φωνή του και για τέταρτη φορά συνολικά νομίζω, τα λόγια του οδηγού. Το πιο ενδιαφέρον- από κοινωνιολογικής άποψης – ήταν ότι σε άκουγαν, σε κοιτούσαν μέσα στα μάτια, σε άφηναν να τους το πεις ξανά και ξανά και μετά απλά γυρνούσαν – ενοχλημένοι (;) – το βλέμμα αλλού. Κανένα άλλο παράθυρο δεν έκλεισε μέχρι να φτάσω στον προορισμό μου λίγες στάσεις πι
Keywords
Τυχαία Θέματα