Βουλώστε το επιτέλους

Γράφει ο Τάσος Φούντογλου.
Η είδηση συγκλονίζει. Τρία εκατομμύρια συμπολίτες μας κινούνται στα όρια της φτώχειας και ισάριθμες ψυχές ανθρώπων «συνομιλούν» καθημερινά με τον ευτελισμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και τον κοινωνικό αποκλεισμό.Η αντίδραση στην είδηση, επίσης, συγκλονίζει. Τρία εκατομμύρια συμπολίτες μας κινούνται στα όρια της φτώχειας και εμείς ασχολούμαστε με τους ταρίφες, τις λευκές ποδιές, τους φαρμακοτρίφτες, τους....... νταλικιέρηδες και τους λοιπούς κλειστοεπαγγελματίες.
Τρία εκατομμύρια συμπολίτες μας βρίσκονται στα όρια της εξαθλίωσης και η κυβέρνηση αυτής της χώρας
εξακολουθεί να δίνει αναπηρικές συντάξεις σε αρτιμελείς, να μισθοδοτεί άχρηστους δημόσιους υπαλλήλους, να διορίζει κολητούς και φίλους στις διοικήσεις των δημόσιων οργανισμών, να παρακολουθεί σαν χάνος το λαθρεμπόριο καυσίμων και να ανέχεται τον κάθε τσιφλικά να κραδαίνει ένα ντεπόν, μια σύριγγα ή μια μάνικα στο χέρι και να απειλεί θεούς και δαίμονες.Τρία εκατομμύρια συμπολίτες μας καταπίνουν την κάμηλο του περιθωρίου και οι πάλαι ποτέ κραταιοί πρασινοφρουροί διϋλίζουν τον κώνωπα των διαδικασιών για την αλλαγή της ηγεσίας τους. Τρία εκατομμύρια συμπολίτες μας ακροβατούν στα όρια της επιβίωσης και η αντιπολίτευση τυρβάζει περι ισοδύναμων για να μην ταράξει τους κύκλους του κάθε Αρχι….μίδη. Μοναδική της πρεμούρα το πώς θα ικανοποίησει τους συνταξιούχους βουλευτές και υπουργούς της, βάζοντας τα βλαστάρια τους πρώτη μούρη στα εκλογικά της ψηφοδέλτια. Το δημοκρατικό ισοδύναμο, βλέπεις!Η είδηση συγκλονίζει. Για λίγα λεπτά, για λίγες ώρες, για λίγες μέρες, δεν έχει σημασία. Έτσι και αλλιώς, ο κόσμος εδώ πέρα έτσι είναι πλασμένος. Να συγκλονίζεται και να διαρρηγνύει τα ιμάτια του, εν μέσω ολοφυρμών, και την αμέσως επόμενη στιγμή να λουφάζει στην μικροαστική του νιρβάνα σα να μην συνέβη το απολύτως τίποτα. Το ίδιο θα γίνει και τώρα. Με την μόνη διαφορά πως, τώρα, το πρόβλημα δεν είναι τόσο μακρινό όσο πριν από λίγα χρόνια. Στα μακρινά, βλέπεις, είμαστε πάντοτε κουβαρντάδες στα λόγια και ανοιχτοχέρηδες στις λύσεις τους. Τα συζητάμε με εκείνο το πρόστυχο ύφος της φενακισμένης θλίψης -»αχ οι καημένοι, μακάρι να μπορούσα να τους βοηθήσω» – αραδιάζουμε τις ενδεδειγμένες λύσεις, ρίχνουμε και ένα ανάθεμα στο ανάπηρο το κράτος και, αφού συγυρίσουμε τη συνείδησή μας και ξαλαφρώσουμε τη ψυχή μας, γυρνάμε την πλάτη και μπαίνουμε στο πρώτο πολυκατάστημα που θα βρεθεί μπροστά μας.Καταντήσαμε την ανθρωπιά δημόσιο λειτούργημα και το άπλωμα του χεριού στο διπλανό μας δημοσιοϋπαλληλικό οκτάωρο. Αν ο γείτονας λιμοκτονεί στεκόμαστε από πάνω του, βγάζουμε έναν δεκάρικο της πλάκας για τον άχρηστο κρατικό λειτουργό που δεν έσπευσε να λύσει το πρόβλημα, ρίχνουμε και ένα μεταλλικό «δεκάρικο» στο βρωμισμένο τενεκεδάκι της άσπιλης φιλανθρωπίας μας και απομακρύνοντας το τομάρι μας από την εστία μόλυνσης πετάμε το αμίμητο στο διπλανό μας: «Υπό άλλες συνθήκες δεν θα του έδινα μία. Ας όψεται που είναι Χριστούγεννα. Ποιος ξέρει που θα τα πιει πάλι ο μπεκρούλιακας!!» Ακόμα και στο κατάπτυστο γεγο
Keywords
Τυχαία Θέματα