Προκλητικός ο Κ. Καραμανλής για το έγκλημα στα Τέμπη


Στη γραμμή της αποποίησης ευθυνών κινείται σταθερά ο Κώστας Αχ. Καραμανλής, που ήταν ο υπουργός Υποδομών και Μεταφορών όταν έλαβε χώρα το πολύνεκρο δυστύχημα στα Τέμπη, με τη σύγκρουση επιβατικής αμαξοστοιχίας με εμπορική, το μοιραίο βράδυ της 28ης Φεβρουαρίου του 2023.

Μιλώντας στην Ολομέλεια της Βουλής –κατά τη συζήτηση για σύσταση Προανακριτικής Επιτροπής– ο κ. Καραμανλής ανέλαβε ξανά μόνο την «αντικειμενική πολιτική ευθύνη» για ό,τι έγινε, υπενθυμίζοντας την παραίτησή του μετά το τραγικό δυστύχημα. Ισχυρίστηκε ότι η πολιτική ευθύνη δεν ισούται με ποινική ευθύνη, για την οποία αποφασίζει η Δικαιοσύνη. Δηλαδή, ο κ. Καραμανλής επιχείρησε να πείσει ότι όλες οι ευθύνες του «σταμάτησαν» με την παραίτησή του – και με αυτό τον τρόπο απέρριψε κάθε είδους περαιτέρω διερεύνηση του θέματος, όπως π.χ. μέσω Προανακριτικής Επιτροπής.

Επίσης, απέρριψε πως «κρύβεται στην ασυλία», ανασύροντας στο σημείο αυτό τον νόμο περί ευθύνης υπουργών. Όπως είπε, «η διερεύνηση τυχόν αξιόποινων πράξεων κατά την τέλεση καθηκόντων Υπουργού γίνεται σύμφωνα με το άρθρο 86 του Συντάγματος "περί ευθύνης Υπουργών" και μόνο από τη Βουλή».

«Σύμφωνα με όλες τις εκτιμήσεις των εμπειρογνωμόνων η σύγκρουση θα μπορούσε ενδεχομένως να έχει αποτραπεί μόνο αν λειτουργούσε στο σύνολό του» το σύστημα ERTMS (Ευρωπαϊκό σύστημα διαχείρισης σιδηροδρομικής κυκλοφορίας), το οποίο θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί μέχρι το 2030, ισχυρίστηκε προκλητικά ο κ. Καραμανλής. Ο ισχυρισμός αυτός δημιουργεί τον εύλογο συνειρμό ότι το δυστύχημα τελικά ήταν αναπόφευκτο(!) και συνεπώς αφενός δεν πρέπει να αναζητούνται ευθύνες και αφετέρου είναι πιθανό να ξανασυμβεί...

Όσο για την περιβόητη Σύμβαση 717, δήλωσε πως αυτή προχώρησε και ολοκληρώνεται μέσα στο 2023 και ότι «δεν μπορεί να σταθεί εναντίον μου καμία κατηγορία» για την εν λόγω Σύμβαση. Απέρριψε επίσης το επιχείρημα ότι αν είχε ολοκληρωθεί η Σύμβαση 717, με βεβαιότητα δεν θα είχε συμβεί το δυστύχημα.

Υπενθυμίζεται ότι πρόκειται για τη Σύμβαση που είχε ως αντικείμενο την αναδιάταξη της σηματοδότησης - τηλεδιοίκησης στο σιδηροδρομικό δίκτυο και εντασσόταν στο γενικότερο συνολικό έργο αναβάθμισής του – μια Σύμβαση που είχε θολά σημεία με αποτέλεσμα να υπάρξει μια συμπληρωματική σύμβαση ώστε να προχωρήσει το έργο. Ωστόσο, η Νέα Δημοκρατία, για κάποιον ανεξήγητο, έστειλε ξανά τη συμπληρωματική σύμβαση για έλεγχο στο Ελεγκτικό Συνέδριο, το οποίο όμως απάντησε ότι είχε αποφανθεί επί του θέματος ήδη από τον Αύγουστο του 2018, με τη συμπληρωματική Σύμβαση 717/1 να υπογράφεται τελικά με μεγάλη καθυστέρηση, τον Μάιο του 2021.

Ο πρώην υπουργός, μιλώντας ειδικότερα για τη Σύμβαση 717, κατηγόρησε τον ΣΥΡΙΖΑ και εξήρε το δικό του έργο, απορρίπτοντας τα περί καθυστερήσεων: «Ενώ έπρεπε η Σύμβαση 717 να έχει ολοκληρωθεί τον Σεπτέμβριο του 2016, η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ δίνει στο έργο έξι παρατάσεις με ρητή αναφορά ότι δίνονται χωρίς αποκλειστική υπαιτιότητα του αναδόχου. Δεχόταν δηλαδή το ελληνικό δημόσιο ότι έχει συνυπαιτιότητα. Ισχυρίζεστε λανθασμένα ότι κακώς δεν υπογράψαμε άμεσα την πρώτη συμπληρωματική σύμβαση γιατί αυτό δεν ήταν δυνατό και αμέσως αναλάβαμε πρωτοβουλίες. Αν δεν είχα χορηγήσει την 7η παράταση και είχα κηρύξει τη σύμβαση άγονη, τότε σίγουρα εφόσον το κράτος είχε αναγνωρίσει συνυπαιτιότητα έξι φορές από τον ΣΥΡΙΖΑ, η εταιρεία θα προσέφευγε εναντίον της χώρας».

Καταλήγοντας, ο πρώην υπουργός κάλεσε «να μη συνηγορήσουμε στην πολιτική εκμετάλλευση της τραγωδίας που επί τόσους μήνες επιχειρείται από συγκεκριμένες παρατάξεις», ενώ δεν δίστασε να αναφέρει ότι «μόνο η αλήθεια και όχι η παραχάραξη της πραγματικότητας θα επιφέρει τελικά την κάθαρση».

Keywords
Τυχαία Θέματα