Πέντε προτάσεις για το φορολογικό νομοσχέδιο

Το φορολογικό νομοσχέδιο χαρακτηρίζεται ως το πλέον άδικο και ληστρικό. Αφενός επιβραβεύει τη φοροδιαφυγή και τα μεγάλα εισοδήματα και αφετέρου θεωρεί ότι οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι είναι οι μεγάλοι φοροφυγάδες χωρίς να αφήνει απ' έξω τους αυτοαπασχολούμενους επιχειρηματίες.

Του Δημήτρη Λέντζα

Συνοπτικά αναφέρω τρία θέματα εκ των οποίων το πρώτο περιγράφει την ταλαιπωρία των πολιτών ενώ τα δύο επόμενα αναφέρονται σε τρόπους αύξησης των φορολογικών εσόδων με εναλλακτικούς τρόπους (ισοδύναμα).

1. Καθημερινότητα – Γραφειοκρατία – Κόστος – Διαφάνεια

Κατάργηση συγκεκριμένων

Δ.Ο.Υ. - εναλλακτική λύση

Η απόφαση για κατάργηση συγκεκριμένων Δ.Ο.Υ. συνάδει απόλυτα με την προσπάθεια μείωσης των δαπανών του Δημοσίου. Τα στενά χρονικά όρια που τέθηκαν για την υλοποίησή της, ενδεχομένως να υποχρέωσαν τους αρμόδιους παράγοντες να επιλέξουν διαδικασίες που επιβαρύνουν τους πολίτες. Με τις νέες ρυθμίσεις οι πολίτες ταλαιπωρούνται, στοιβάζονται στις ουρές κάτω από άθλιες συνθήκες, χάνοντας παραγωγικό χρόνο και βέβαια χρήμα (δηλαδή κόστος και γραφειοκρατία).

Δεν υπήρξε πρόνοια έτσι ώστε οι φορολογούμενοι να έχουν τη δυνατότητα να εξυπηρετηθούν είτε με τη χρήση των πληροφοριακών συστημάτων, είτε με την εκμετάλλευση των Κ.Ε.Π. .

Εναλλακτικά, προτείνεται, πιστοποιημένοι λογιστές να διεκπεραιώνουν τις υποθέσεις που θα επιλέγουν για το σύνολο των Δ.Ο.Υ. π.χ. θέματα μητρώου (Α.Φ.Μ., ενάρξεις, μεταβολές, διακοπές), έκδοσης πιστοποιητικών ενημερότητας, παραλαβής δηλώσεων κτλ, μέσω της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων.

Η συγκεκριμένη λύση μεταξύ άλλων θα επιτρέψει τη μείωση του κόστους για το δημόσιο και τους πολίτες, την αύξηση της παραγωγικότητας και τον περιορισμό της γραφειοκρατίας.

Η εφαρμογή της πρότασης για την εμπλοκή των λογιστών – φοροτεχνικών είναι άμεση, αρκεί η ενεργοποίηση της πιστοποίησης των λογιστών – φοροτεχνικών και της ψηφιακής υπογραφής. Με διαβούλευση, οι εμπλεκόμενοι φορείς, μπορούν να βρουν λύσεις για τους τρόπους εφαρμογής, λύσεις για τις υποχρεώσεις του κράτους, τις ευθύνες (χρηματικές-διοικητικές-ποινικές) των λογιστών - φοροτεχνικών και να προσδιορίσουν το κόστος και τα έσοδα. Προϋπόθεση είναι οι φορείς να προσέλθουν στο διάλογο με στόχο τα μακροπρόθεσμα συμφέροντα της Ελλάδας και όχι τα κοντόφθαλμα μικροσυμφέροντα των εμπλεκόμενων πλευρών.

2. Αξιοπιστία Διοίκησης – Φοροδιαφυγή - Γραφειοκρατία – Κόστος – Διαφάνεια

Διασταύρωση των συναλλαγών με στόχο τη μείωση της φοροδιαφυγής.

Με τις διατάξεις του άρθρου 20 του ν. 3842/2012 επιβάλλεται η ηλεκτρονική διαβίβαση των δεδομένων των φορολογικών στοιχείων, που εκδίδονται για συναλλαγές μεταξύ επιτηδευματιών, σε βάση δεδομένων της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων .

Δυστυχώς η εφαρμογή της παραπέμπεται στις «ελληνικές καλένδες» και ως αιτίες προβάλλονται το κόστος που θα επωμιστούν οι επιχειρήσεις από την αλλαγή των ταμειακών μηχανών ή των ειδικών μηχανισμών για ασφαλή σήμανση παραστατικών καθώς και το ότι η Γ.Γ.Π.Σ. δεν είναι έτοιμη να υποδεχτεί και να επεξεργαστεί τα δεδομένα.

Επειδή τα οφέλη από τη διασταύρωση των συναλλαγών είναι τεράστια, έως ότου εφαρμοστούν οι διατάξεις για τη διαβίβαση των δεδομένων, προτείνεται οι επιχειρήσεις να υποβάλλουν ανά μήνα ή ταυτόχρονα με την υποβολή των περιοδικών δηλώσεων του Φ.Π.Α. καταστάσεις με τα προς διασταύρωση στοιχεία (εσόδων – εξόδων) καθώς και για το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα το σύνολο των λιανικών πωλήσεων.

Ένα άλλο μέτρο το οποίο μπορεί να ενισχύσει τα φορολογικά έσοδα και να πλήξει τη φοροδιαφυγή, είναι ο έλεγχος της διακίνησης των αγαθών.

Προτείνεται να θεσμοθετηθεί προληπτικός έλεγχος στα ιδιωτικά και δημόσια μέσα μεταφοράς αγαθών καθώς και έλεγχος για την έκδοση παραστατικού αξίας όταν τα αγαθά συνοδεύονται από δελτίο αποστολής. Επίσης, να ελέγχονται οι πολίτες αν έχουν τις αποδείξεις λιανικής κατά την αγορά αγαθών.

3. Δίκαια κατανομή φορολογικών βαρών – Αξιοπιστία Διοίκησης – Φοροδιαφυγή - Γραφειοκρατία – Έλεγχος – Διαφάνεια

Α. Φορολόγηση του αδιάθετου εισοδήματος

Τα φυσικά πρόσωπα φορολογούνται για το αδιάθετο εισόδημα, το οποίο βρίσκεται μετά την αφαίρεση από το συνολικό φορολογητέο εισόδημα του συνόλου των δαπανών που πραγματοποίησε ο φορολογούμενος, με νόμιμα παραστατικά.

Η φορολόγηση του αδιάθετου εισοδήματος γίνεται με την εφαρμογή φορολογικής κλίμακας της οποίας ο χαμηλότερος συντελεστής είναι 25% και ο ανώτερος, για εισοδήματα πάνω από 200.000€, είναι 60%.

Εναλλακτικά, προτείνεται, για λόγους ισονομίας, απλοποίησης και λειτουργικότητας, να ισχύσει η προσαύξηση των δαπανών με ένα αρχικό βασικό ποσό για κάθε φορολογούμενο, ώστε να μειωθεί το πλήθος των παραστατικών που θα έχει υποχρέωση να συλλέξει.

Το αρχικό βασικό ποσό θα αφορά στην κάλυψη δαπανών για τις οποίες ούτως ή άλλως εκδίδονται από τους υπόχρεους νόμιμα παραστατικά π.χ. δαπάνες τηλεφωνίας, επιχειρήσεων κοινής ωφελείας, super market, συγκοινωνίες, διόδια κλπ. Το αρχικό ποσό δαπανών θα προσαυξάνεται, αναλογικά, για το κάθε προστατευόμενο μέλος που βαρύνει τον φορολογούμενο. Στο αρχικό βασικό ποσό θα προστίθεται το σύνολο των υπολοίπων, υποκείμενων σε Φ.Π.Α., δαπανών (π.χ. ένδυσης, διασκέδασης, ελευθέρων επαγγελματιών κλπ). Στη διαφορά που θα προκύπτει μεταξύ φορολογητέου εισοδήματος και δαπανών, δηλαδή στο «αδιάθετο εισόδημα», εφαρμόζεται η κλίμακα φορολόγησης.

Η εφαρμογή της ρύθμισης θα υποχρεώσει τους πολίτες να απαιτούν τα απαραίτητα δικαιολογητικά δαπανών (Α.Λ.Π. – τιμολόγια κ.τ.λ.), θα επιφέρει πολλαπλά θετικά αποτέλεσματα στην οικονομία.

Β. Καθολική εφαρμογή απογραφής της περιουσίας των φυσικών προσώπων.

Ο φορολογούμενος, με αρχική ημερομηνία απογραφής την 1/1/2013, δημιουργεί εικόνα της οικονομικής του κατάστασης (περιουσιολογίου) με όλα τα οικονομικού και φορολογικού ενδιαφέροντος στοιχεία (ακίνητα, καταθέσεις, αντικείμενα μεγάλης αξίας κλπ) χωρίς να εξεταστεί ο χρόνος απόκτησης. Δηλαδή, η εφαρμογή ενός είδους αμνηστίας η οποία, υπό προϋποθέσεις, θα επιτρέψει την απογραφή - καταγραφή περιουσιακών στοιχείων (π.χ. μεγάλες τραπεζικές καταθέσεις) τα οποία δεν έχουν δηλωθεί κατά το παρελθόν και τα οποία θα φορολογηθούν με την εφαρμογή μειωμένου συντελεστή φόρου.

Το μέτρο της απογραφής θα επιτρέψει την καθολική εφαρμογή του «πόθεν έσχες», επειδή με βάση το αρχικό περιουσιολόγιο, θα γίνονται οι έλεγχοι και οι διασταυρώσεις των μεταβολών που θα προκύψουν στις επόμενες χρήσεις.

Οι προτάσεις της φορολόγησης του αδιάθετου εισοδήματος και της καθολικής απογραφής - περιουσιολόγιο επιβάλλεται να εφαρμοστούν ταυτόχρονα. Με την εφαρμογή τους καθίσταται εφικτή η κατάργηση των τεκμηρίων διαβίωσης και απόκτησης περιουσιακών στοιχείων, η παρακολούθηση των μεταβολών της περιουσιακής εικόνας του φορολογούμενου. Η διασταύρωση των αυξομειώσεων του περιουσιολογίου θα επιφέρει τη μείωση της φοροδιαφυγής.

Εναλλακτικά, με το ισχύον φορολογικό περιβάλλον επιβάλλεται η καθιέρωση νέας προοδευτικής και τιμαριθμοποιημένης φορολογικής κλίμακας που θα μειώνει τη φορολογική επιβάρυνση των πολύ χαμηλών και μεσαίων εισοδημάτων και θα αυξηθεί η επιβάρυνση των υψηλών (ικανοποίηση χρόνιου αιτήματος των φορολογουμένων).

Για την επίτευξη του στόχου της ενίσχυσης των χαμηλών και μεσαίων εισοδημάτων αλλά και της αναθέρμανσης της αγοράς, προτείνεται η διεύρυνση των φορολογικών κλιμακίων για τα εισοδήματα από 15.000 € έως 50.000 € (ή επιστροφή ανάλογου ποσού φόρου).

Η μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης για τα μικρομεσαία εισοδήματα θα επιφέρει α. βελτίωση των διαθεσίμων εισοδημάτων της κατηγορίας αυτής, β. ενίσχυση του αισθήματος δικαίου και εμπιστοσύνης, γ. αύξηση της κατανάλωσης και της ρευστότητας της αγοράς, δ. αύξηση των κρατικών εσόδων από την έμμεση φορολογία.

Είναι βέβαιο ότι θα προκύψουν απώλειες εσόδων από το νέο τρόπο φορολόγησης αλλά αυτές θα καλυφθούν από την αύξηση των φορολογικών εσόδων, τη διεύρυνση της φορολογικής βάσεις και την φορολόγηση των διανεμόμενων κερδών.

Γ. Ενιαία και δικαιότερη φορολόγηση των επιτηδευματιών.

Τα φορολογητέα κέρδη τους να αντιμετωπιστούν με τρόπο ανάλογο της φορολόγησης των κερδών των Α.Ε και Ε.Π.Ε.

Δ. Αύξηση φορολογικών εσόδων μεταφέροντας τις ευθύνες του αρχικού ελέγχου των επιχειρήσεων στους πιστοποιημένους λογιστές.

Με την παράγραφο 9 του άρθρου 17 του ν.3842/2010 θεσπίστηκε ότι ο λογιστής - φοροτεχνικός, είναι υπεύθυνος για την ορθή φορολογική αναμόρφωση των αποτελεσμάτων με τις δαπάνες που δεν αναγνωρίζονται και τις οποίες παραθέτει αναλυτικά σε κατάσταση που συνυποβάλλεται με τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος. Από παράγοντες του Υπουργείου Οικονομικών επισημάνθηκε ότι με την θέσπιση της φορολογικής αναμόρφωσης αυξήθηκαν θεαματικά τα φορολογικά έσοδα από τις επιχειρήσεις. Επίσης, είναι δεδομένο ότι παρόμοιο αποτέλεσμα θα έχει και η υποχρεωτική έκδοση ετήσιου πιστοποιητικού φορολογικής συμμόρφωσης που θα έχουν εκδώσει οι νόμιμοι ελεγκτές (ορκωτοί) και τα ελεγκτικά γραφεία.

Με βάση τα παραπάνω είναι αναγκαία η επέκταση του μέτρου της φορολογικής συμμόρφωσης στις επιχειρήσεις, οι οποίες δεν ελέγχονται υποχρεωτικά από τους ορκωτούς λογιστές (πάνω από 1 εκατ. επιχειρήσεις), με την έκδοση ετήσιου φορολογικού πιστοποιητικού από πιστοποιημένους λογιστές – φοροτεχνικούς ειδικών προσόντων.

Κατά συνέπεια η συμμόρφωση των επιχειρήσεων, η οποία γίνεται σε αρχικό στάδιο με τον έλεγχο (φορολογική αναμόρφωση - πιστοποιητικό φορολογικής συμμόρφωσης) των αποτελεσμάτων τους από τους νόμιμους ελεγκτές (ορκωτοί) και τους λογιστές – φοροτεχνικούς, βοηθά στην προσπάθεια κατά της φοροδιαφυγής, στην άμεση αύξηση των εσόδων και στην προστασία των επιχειρήσεων από παρατυπίες ή λάθη για τα οποία το κόστος θα ήταν δυσβάσταχτο αν αναμένονταν από το φορολογικό έλεγχο η διαπίστωσή τους.

Δημήτρης Λέντζας

Οικονομολόγος

Φοροτεχνικός Σύμβουλος της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ελληνικού Εμπορίου (ΕΣΕΕ)

Μέλος των επιστημονικών συμβουλίων του Συνδέσμου Ελλήνων Οικονομικών Διευθυντών (ΣΕΟΔι) και της Ένωσης Φοροτεχνικών Ελευθέρων Επαγγελματιών Αττικής (ΕΦΕΕΑ).

Keywords
Τυχαία Θέματα