Τα ζώα συντροφιάς και οι διακοπές των βαρβάρων

του Δημήτρη Β. Τριανταφυλλίδη

Ένας από τους δείκτες πολιτισμού μιας κοινωνίας είναι και ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζει τα ζώα γενικώς, και τα ζώα συντροφιάς ιδιαίτερα.

Σε αυτό το δείκτη (όπως και σε πολλούς άλλους άλλωστε) η ελληνική κοινωνία έχει πολύ χαμηλή βαθμολογία, η οποία αγγίζει τα όρια του εξευτελισμού.

Είναι ιδιαίτερα χαρακτηριστική η συμπεριφορά των συμπατριωτών μας κάθε καλοκαίρι με την έναρξη της «παραθεριστικής περιόδου» ή της περιόδου «των μπάνιων του λαού», κατά την προσφιλή

έκφραση πολλών. Είναι η εποχή όπου εγκαταλείπονται στην εξοχή, σε στάσεις των εθνικών οδών, σε χωράφια και λαγκάδια όλα εκείνα τα πλάσματα που κάποιοι αναίσθητοι αγόρασαν πανάκριβα από εξειδικευμένα καταστήματα για να τα προσφέρουν ως «δώρα» σε παιδιά, ερωμένες ή φίλους.

Η ανεύθυνη αυτή στάση φανερώνει την βαθιά έλλειψη ζωοφιλικής παιδείας στη χώρα μας. Φανερώνει επίσης την ανωριμότητα μεγάλου μέρους του πληθυσμού, που αντιμετωπίζει τα ζώα συντροφιάς (σκυλιά και γάτους) με όρους λούτρινων παιχνιδιών, τα οποία μπορείς, όταν τα βαρεθείς, να τα πετάξεις.

Παρά την ύπαρξη μιας σχετικώς ικανοποιητικής νομοθεσίας, αυτή είτε εφαρμόζεται αποσπασματικά, είτε την καταπίνει το έρεβος των διαπροσωπικών σχέσεων, σε μικρές κυρίως κοινωνίες όπου όλοι γνωρίζονται μεταξύ τους και επικρατεί η τοπική ομερτά, στην οποία συμμετέχουν οι δημοκρατικά εκλεγμένοι τοπικοί άρχοντες, η αστυνομία αλλά και η ίδια η κοινωνία.

Η απαράδεκτη αυτή εικόνα είναι η αντανάκλαση μια κοινωνικής νοοτροπίας, η οποία αποτελείται από στοιχεία άκρατης χρησιμοθηρίας αμετροεπούς εγωισμού και ατελεύτητου επαρχιωτισμού.

Τι κι αν οι ζωοφιλικές οργανώσεις παλεύουν, χωρίς καμία βοήθεια από πολιτεία και δήμους, τι κι αν πολλοί πολίτες από το υστέρημα τους, σε χρήματα και χρόνο, προσπαθούν να περισώσουν ότι σώζεται; Ο μέσος πολίτης αυτής της χώρας, αυθάδης, αγενής και αμόρφωτος, αντιμετωπίζει τα ζώα συντροφιάς όπως αντιμετωπίζει στο σύνολο της την αχειροποίητη ομορφιά του τόπου: ως ένας κακομαθημένος σώγαμπρος που ήρθε για να απολαύσει άνευ όρων και ορίων το προικώο που του δόθηκε. Είναι η νοοτροπία του μικροαστού που δεν έχει μάθει να σέβεται τίποτα, ούτε τις παραδόσεις ούτε το μέλλον που θα πρέπει να παραδώσει στους επόμενους. Είναι η νοοτροπία του πολιτισμού του λουτροκαμπινέ και της μεζονέτας, όπου ο ιδιοκτήτης, πρώην κάτοικος τσαντιριού, έχει μάθει να κρύβει τα σκουπίδια κάτω από το αγορασμένο σε 60 άτοκες δόσεις χαλί, το οποίο όμως, επιδεικνύει με κάθε ευκαιρία.

Αυτή την περίοδο θα γεμίσουν πάλι με αδέσποτα ζώα οι δρόμοι, οι πλατείες και τα σοκάκια της άδειας πόλης, καθώς οι πρώην ιδιοκτήτες αυτών τω ζώων συντροφιές φεύγοντας για διακοπές και προκειμένου να μη χαλάσουν τη ζαχαρένια τους θα πετάξουν κυριολεκτικά στο δρόμο όλες αυτές τις ψυχές.

Μια κοινωνία όμως που αντιμετωπίζει με τέτοιο τρόπο τις ψυχές που σου δίνουν τα πάντα για ένα χάδι και ένα πιάτο φαγητό, τα ζώα συντροφιάς, δεν προκαλεί καμία έκπληξη πως με τον ίδιο τρόπο αντιμετωπίζει και όλους τους αδύναμους και χρήζοντες προστασία. Είναι μια κοινωνία εγωιστική, ανάλγητη και σκληρή. Και κανείς δεν έχει να περιμένει τίποτα καλό από αυτή.

Keywords
Τυχαία Θέματα