Οι ελληνικές θέσεις για την κλιματική αλλαγή

Τις ελληνικές θέσεις αναφορικά με την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την ενέργεια και την κλιματική αλλαγή ως το 2030, παρουσίασε σήμερα ο υπουργός Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής Γιάννης Μανιάτης.

Μιλώντας σε ημερίδα για τους στόχους διείσδυσης των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας στην ηλεκτροπαραγωγή ως το 2030 που διοργάνωσε η Ελληνική Επιστημονική Ένωση Αιολικής Ενέργειας (ΕΛΕΤΑΕΝ) ο κ. Μανιάτης ανέφερε ότι:

- Η Ελλάδα αποδέχεται την πρόταση για μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου

κατά 40% ως το 2030.

- Πρόταση της χώρας είναι ο στόχος για τη διείσδυση των ΑΠΕ να αυξηθεί στο 30%, αντί 27% που είναι η πρόταση της Κομισιόν.

- Πρέπει να τεθεί τώρα και όχι το επόμενο εξάμηνο, στόχος για εξοικονόμηση ενέργειας και να οριστεί σε 30%.

- Επιπλέον για την Ελλάδα οι στόχοι της ενεργειακής πολιτικής ως το 2030 περιλαμβάνουν 100% εισαγωγή των έξυπνων μετρητών ηλεκτρικής κατανάλωσης, σε όλους τους Έλληνες καταναλωτές και 100% ηλεκτρική διασύνδεση όλων των νησιών.

Οι στόχοι αυτοί θα περιλαμβάνονται και στον μακροχρόνιο ενεργειακό σχεδιασμό που αναμένεται να ολοκληρωθεί το επόμενο δίμηνο. Ο υπουργός ΠΕΚΑ ανέφερε ότι προτεραιότητες της ελληνικής Προεδρίας αποτελούν η προστασία των ευάλωτων καταναλωτών και η παροχή φθηνής ενέργειας στην ευρωπαϊκή βιομηχανία, ζήτημα στο οποίο η ελληνική βιομηχανία είναι σε πολύ πιο δυσμενέστερη θέση σε σχέση με την ΕΕ καθώς το κόστος στη χώρα είναι 20- 30% πάνω από το μέσο ευρωπαϊκό. Σημείωσε ωστόσο ότι τα τιμολόγια δεν αντικατοπτρίζουν μόνο το ενεργειακό κόστος αλλά και τις λοιπές επιβαρύνσεις από τέλη και φόρους που αποτελούν το 30- 40% του τιμολογίου.

Ο κ. Μανιάτης σημείωσε ότι οι ΑΠΕ βοηθούν την Ευρώπη να μειώσει την ενεργειακή εξάρτηση από εισαγωγές, η οποία σύμφωνα με τις προβλέψεις θα αυξηθεί τα επόμενα χρόνια. Σήμερα η Ευρώπη εξαρτάται κατά 80% από εισαγωγές πετρελαίου και 60% στο φυσικό αέριο, ποσοστά που προβλέπεται να ανέβουν το 2035 στο 90% και 80% αντίστοιχα. Επιπλέον, οι δαπάνες για τις εισαγωγές αυτές διαμορφώνονται στα 400 δισ. ευρώ τον χρόνο, μέγεθος που αντιστοιχεί σε περισσότερα από 1000 ευρώ για κάθε Ευρωπαίο πολίτη.

Ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΗ Αρθ. Ζερβός άσκησε κριτική στην πρόταση της Κομισιόν, λέγοντας ότι είναι κατώτερη των περιστάσεων και βάζει τα θεμέλια προκειμένου η ΕΕ να χάσει την πρωτοπορία που έχει στον τομέα των ΑΠΕ. Ανέφερε ότι με διάφορους τρόπους -όπως γίνεται, σημείωσε και στη χώρα μας σε ανάλογα ζητήματα- στην ευρωπαϊκή κοινή γνώμη πέρασε η άποψη ότι για την αύξηση του κόστους της ενέργειας φταίνε οι ανανεώσιμες πηγές. Κάτι που δεν προκύπτει, τόνισε ο πρόεδρος της ΔΕΗ, από τις μελέτες της Κομισιόν, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι οι ΑΠΕ είναι άμοιρες ευθυνών. Αναφέρθηκε δε και στην ελληνική περίπτωση με τις αστοχίες των συστημάτων ενίσχυσης κυρίως των φωτοβολταϊκών που δημιούργησαν αντιδράσεις.

Παρουσιάζοντας, εξάλλου, τα πλεονεκτήματα των ΑΠΕ αναφέρθηκε στο σταθερό, προβλέψιμο κόστος ηλεκτροπαραγωγής, στην αποφυγή του κόστους καυσίμου και των εισαγωγών, στη μείωση των χονδρικών τιμών ηλεκτρικής ενέργειας, στη βελτίωση της ενεργειακής ασφάλειας και στην εξάλειψη της μεσημβρινής αιχμής (λόγω της παραγωγής των φωτοβολταϊκών).

Ο κ. Ζερβός ανέφερε τέλος ότι μετά την ολοκλήρωση των νέων μονάδων ηλεκτροπαραγωγής της ΔΕΗ στη Μεγαλόπολη (φυσικό αέριο) και την Πτολεμαΐδα (λιγνίτης) δεν προβλέπονται άλλες επενδύσεις στη συμβατική ηλεκτροπαραγωγή την επόμενη δεκαετία.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Keywords
Τυχαία Θέματα