Ενα ή πολλά Internet;

Ποιος είναι ο ιδιοκτήτης του Διαδικτύου; Η απάντηση είναι «κανένας και ο καθένας». Το Διαδίκτυο είναι ένα δίκτυο των δικτύων. Κάθε ένα από τα επιμέρους δίκτυα ανήκει σε διαφορετικές εταιρείες και οργανισμούς· τα δίκτυα βασίζονται σε server σε διαφορετικές χώρες με ποικιλία νομοθετικών και κανονιστικών διατάξεων. Χωρίς, ωστόσο, κάποιους κοινούς κανόνες και νόρμες, αυτά τα δίκτυα δεν μπορούν να συνδεθούν αποτελεσματικά. Ο κατακερματισμός, δηλαδή το τέλος του Διαδικτύου, είναι μια πραγματική απειλή.

Κάποιες εκτιμήσεις ανεβάζουν την

οικονομική συνεισφορά του Διαδικτύου στο παγκόσμιο ΑΕΠ ακόμα και στα 4.2 τρισ. δολάρια για το 2016. Ενα κατακερματισμένο δίκτυο (splinternet) θα ήταν πολύ δαπανηρό για τον κόσμο, είναι πάντως ένα από πιθανά μελλοντικά σενάρια που περιέγραψε τον περασμένο μήνα η έκθεση της Παγκόσμιας Επιτροπής για τη Διακυβέρνηση του Διαδικτύου (Global Commission on Internet Governance) υπό τον Καρλ Μπιλντ, τον πρώην πρωθυπουργό της Σουηδίας. Αυτή τη στιγμή το Διαδίκτυο συνδέει σχεδόν τον μισό παγκόσμιο πληθυσμό ενώ άλλο ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι – καθώς και περίπου 20 δισεκατομμύρια συσκευές – προβλέπεται ότι θα συνδεθούν στα επόμενα πέντε χρόνια.

Ωστόσο δεν είναι εγγυημένη η μεγαλύτερη επέκταση. Στο χειρότερο -κατά την Επιτροπή- σενάριο, το κόστος που επιβάλλουν οι κακόβουλες ενέργειες των εγκληματιών, αλλά και ο πολιτικού τύπου έλεγχος που επιβάλουν οι κυβερνήσεις, θα κάνουν τους ανθρώπους να απωλέσουν την εμπιστοσύνη στο Διαδίκτυο και να μειώσουν τη χρήση του.

Δισεκατομμύρια άνθρωποι εξακολουθούν να μην έχουν πρόσβαση στο Διαδίκτυο, ενώ για πολλούς που είναι συνδεδεμένοι η οικονομική αξία του Διαδικτύου υπονομεύεται από εμπόδια όπως η λογοκρισία

Το κόστος του κυβερνοεγκλήματος το 2016 εκτιμάται ότι θα φτάσει τα 445 δισ. δολάρια και θα μπορούσε να αυξηθεί με γοργούς ρυθμούς. Καθώς όλο και περισσότερες συσκευές, από αυτοκίνητα ως βηματοδότες, αποκτούν πρόσβαση στο Διαδίκτυο, κακόβουλοι χάκερ θα μπορούσαν να μετατρέψουν το «Διαδίκτυο των Πραγμάτων» (Internet Of Things) σε μια κατάσταση όπου «τα πάντα είναι ένα όπλο». Οι μαζικής κλίμακας παραβιάσεις της ιδιωτικότητας από εταιρείες και κυβερνήσεις και οι κυβερνοεπιθέσεις σε μη στρατιωτικές υποδομές όπως τα ηλεκτρικά δίκτυα (κάτι που συνέβη πρόσφατα στην Ουκρανία), θα ληταν δυνατό να δημιουργήσουν συνθήκες μιας ανασφάλειας που υπονομεύει τις δυνατότητες του Διαδικτύου.

Ενα δεύτερο σενάριο είναι αυτό που η Επιτροπή αποκαλεί «καθηλωμένη ανάπτυξη». Ορισμένοι χρήστες αποκομίζουν δυσανάλογα κέρδη, ενώ άλλοι δεν καταφέρνουν να ωφεληθούν. Τρία ή τέσσερα δισεκατομμύρια άνθρωποι εξακολουθούν να μην έχουν πρόσβαση στο Διαδίκτυο, ενώ για πολλούς που είναι συνδεδεμένοι η οικονομική αξία του Διαδικτύου υπονομεύεται από εμπόδια στην εμπορική δραστηριότητα, από τη λογοκρισία, τους νόμους που απαιτούν την τοπική (δηλαδή, μέσα σε μια χώρα) αποθήκευση των δεδομένων και άλλους κανόνες που περιορίζουν την ελεύθερη κυκλοφορία των αγαθών, των υπηρεσιών, και των ιδεών.

Η κίνηση για τον έλεγχο του Διαδικτύου από τις εθνικές κυβερνήσεις παίρνει διαστάσεις και ήδη υφίσταται ένας βαθμός κατακερματισμού. Η Κίνα έχει μεν τον μεγαλύτερο αριθμό των χρηστών του Διαδικτύου, αλλά και το μεγάλο δικτυακό τείχος της (Great Fire Wall) έχει υψώσει εμπόδια με μέρη του έξω κόσμου.

Πολλές κυβερνήσεις λογοκρίνουν υπηρεσίες για τις οποίες θεωρούν ότι απειλούν τον πολιτικό τους έλεγχο. Αν συνεχιστεί αυτή η τάση, θα μπορούσε να στοιχίσει περισσότερο από το 1% του ΑΕΠ κάθε χρόνο, να έχει επιπτώσεις στην ιδιωτικότητα, την ελευθερία του λόγου και την πρόσβαση των ανθρώπων στη γνώση. Ενώ ο κόσμος θα μπορούσε να πάρει άσκοπα αυτόν τον δρόμο, πολλά θα χαθούν και πολλοί θα μείνουν πίσω.

Στο τρίτο σενάριο της Επιτροπής, ένα υγιές Διαδίκτυο παρέχει άνευ προηγουμένου ευκαιρίες για την καινοτομία και για την οικονομική ανάπτυξη. Η διαδικτυακή επανάσταση των δύο τελευταίων δεκαετιών έχει συνεισφέρει γύρω στο 8% του παγκόσμιου ΑΕΠ και έφερε στο Διαδίκτυο τρία δισεκατομμύρια χρήστες, κλείνοντας με τον τρόπο αυτό ψηφιακά, πραγματικά, οικονομικά και εκπαιδευτικά χάσματα. Η έκθεση της Επιτροπής αναφέρει ότι το IOT μπορεί να προκαλέσει αύξηση στο παγκόσμιο ΑΕΠ μέχρι και 11 τρισ. δολάρια ως το 2025.

Η Επιτροπή συμπεραίνει ότι για να διατηρηθεί ανεμπόδιστη η καινοτομία απαιτείται τα πρότυπα του Διαδικτύου να αναπτύσσονται ανοιχτά και να είναι διαθέσιμα· ότι όλοι οι χρήστες πρέπει να καλλιεργήσουν την ψηφιακή τους «υγιεινή» για να αποθαρρύνουν τους χάκερ· ότι η ασφάλεια και η ανθεκτικότητα πρέπει να είναι στο επίκεντρο του σχεδιασμού των συστημάτων (αντί να είναι προσθήκη εκ των υστέρων, όπως είναι σήμερα). Πρέπει ακόμη οι κυβερνήσεις να μη απαιτούν από τρίτα μέρη να υπονομεύουν τεχνικά την κρυπτογράφηση· τα κράτη να συμφωνήσουν να μην επιτίθενται στις βασικές υποδομές του Διαδικτύου· και, τέλος, οι κυβερνήσεις να δίνουν εξουσίες και να επιτάσσουν την διαφανή αναφορά των τεχνολογικών προβλημάτων ώστε να παράσχουν μία βασισμένη στην αγορά βιομηχανία εξασφαλίσεων με σκοπό να ενισχυθεί η ασφάλεια του IOT.

Οι ΗΠΑ δεν θα μπορούσαν να «παραδώσουν σε άλλους» το Διαδίκτυο, γιατί το Διαδίκτυο δεν ανήκει στις ΗΠΑ

Μέχρι πρόσφατα, η συζήτηση για την καταλληλότερη προσέγγιση σχετικά με τη διακυβέρνηση του Διαδικτύου περιστρεφόταν γύρω από τρία βασικά στρατόπεδα. Το πρώτο ήταν μία προσέγγιση πολλών ενδιαφερομένων μερών, που ανέκυψε με φυσικό τρόπο μέσα από την κοινότητα που ανέπτυξε το Διαδίκτυο. Αυτή η προσέγγιση εξασφάλιζε την τεχνική επάρκεια, όχι όμως και τη διεθνή νομιμοποίηση, διότι σε μεγάλο βαθμό κυριαρχείται από αμερικανούς τεχνοκράτες. Το δεύτερο στρατόπεδο υποστήριζε τον στενότερο έλεγχο της Διεθνούς Ένωσης Τηλεπικοινωνιών, μια εξειδικευμένη υπηρεσία του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, η οποία εξασφάλιζε μεν τη νομιμότητα αλλά με κόστος την αποτελεσματικότητα. Οι αυταρχικές χώρες όπως η Ρωσία και η Κίνα υπερασπίστηκαν θερμά τις διεθνείς συνθήκες που εγγυώνται ότι δεν θα υπάρχει καμία ανάμιξη με τον ισχυρό εθνικό έλεγχο επί τους δικού τους τμήματος του Διαδικτύου.

Πιο πρόσφατα, όπως επιχειρηματολογεί η Επιτροπή, αναπτύσσεται ένα τέταρτο μοντέλο στο οποίο, μέσα από μια διευρυμένη κοινότητα πολλών εμπλεκομένων, υφίσταται ένας πιο συνειδητός σχεδιασμός για τη συμμετοχή του κάθε εμπλεκόμενου (την τεχνική κοινότητα , τους ιδιωτικούς οργανισμούς, τις επιχειρήσεις και τις κυβερνήσεις) σε διεθνή συνέδρια.

Ενα σημαντικό βήμα προς αυτή την κατεύθυνση ήταν τον περασμένο μήνα η απόφαση του Υπουργείου Εμπορίου των ΗΠΑ να παραδώσει την εποπτεία των λειτουργιών της IANA, που κρατά το «βιβλίο διευθύνσεων» του Διαδικτύου, στην Internet Corporation for Assigned Names and Numbers (ICANN). Η ICANN, που έχει Συμβουλευτική Επιτροπή Κυβερνήσεων με 162 μέλη και 35 παρατηρητές, δεν είναι η τυπική διακυβερνητική οργάνωση, διότι οι κυβερνήσεις δεν ελέγχουν τον οργανισμό. Την ίδια στιγμή, η ICANN είναι σύμφωνη με την προσέγγιση των πολλαπλών ενδιαφερομένων μερών που διατυπώθηκε και νομιμοποιήθηκε από το Φόρουμ για τη Διακυβέρνηση του Διαδικτύου, το οποίο ιδρύθηκε από τη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών.

Ορισμένοι αμερικανοί γερουσιαστές διαμαρτυρήθηκαν γιατί, όταν το υπουργείο Εμπορίου της κυβέρνησης Ομπάμα παρέδωσε την εποπτεία των λειτουργιών της IANA στην ICANN, «παρέδιδε σε άλλους το Διαδίκτυο». Οι ΗΠΑ όμως δεν θα μπορούσαν να «παραδώσουν σε άλλους» το Διαδίκτυο, γιατί το Διαδίκτυο δεν ανήκει στις ΗΠΑ. Ενώ αρχικά το Διαδίκτυο συνέδεε υπολογιστές που ήταν όλοι μέσα στις ΗΠΑ, σήμερα συνδέει δισεκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο. Επιπλέον, το βιβλίο διευθύνσεων της IANA (από το οποίο υπάρχουν πολλά αντίγραφα) δεν είναι το ίδιο το Διαδίκτυο.

Η ενέργεια των ΗΠΑ τον περασμένο μήνα ήταν ένα βήμα προς ένα πιο σταθερό και ανοιχτό Διαδίκτυο πολλών ενδιαφερομένων μερών του τύπου που επικρότησε η Παγκόσμια Επιτροπή για την Διακυβέρνηση του Διαδικτύου. Ας ελπίσουμε ότι θα ακολουθήσουν και άλλα βήματα προς αυτή την κατεύθυνση.

© The Project Syndicate

* Ο Joseph S. Nye Jr είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ και μέλος της Παγκόσμιας Επιτροπής για τη Διακυβέρνηση του Διαδικτύου. Το σχόλιο βασίζεται στην έκθεση της Επιτροπής.

The post Ενα ή πολλά Internet; appeared first on Protagon.gr.

Keywords
Τυχαία Θέματα