Προωρη κατασχεση ικα - αποφαση διοικ. πρωτ. θεσ/κης

ΦΡΑΓΜΟΣ ΣΤΙΣ ΣΥΝΕΧΙΖΟΜΕΝΕΣ ΑΥΘΑΙΡΕΣΙΕΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ : ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΡΙΝΕΙ ΩΣ «ΠΡΟΩΡΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗ» ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΧΕΣΗ ΑΚΙΝΗΤΟΥ ΚΑΤΑ ΗΛΙΚΙΩΜΕΝΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΟΥ ΑΣΦΑΛΙΣΜΕΝΟΥ Στην υπόθεση, που εξέτασε το Δικαστήριο, το ΙΚΑ επέβαλλε κατάσχεση σε ακίνητο, στο οποίο κατοικούσε η...
σύζυγος του αποβιώσαντος ασφαλισμένου, ο οποίος, με βάση τους ισχυρισμούς του ΙΚΑ, εισέπραξε, ενόσω ζούσε, αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά συντάξεως, τα οποία δεν εδικαιούτο. Το ΙΚΑ
συνέταξε πράξη καταλογισμού των αχρεωστήτως εισπραχθεισών συντάξεων από τον αποθανόντα, με την οποία καταλόγιζε τα ποσά αυτά στους κληρονόμους του και επέβαλλε κατάσχεση στο ακίνητο της συζύγου του, η οποία ήταν υπόχρεη, ως κληρονόμος, για τα χρέη του. Όλα αυτά συνέβησαν ενώ δεν είχε ακόμα εκπνεύσει η προθεσμία για την υποβολή ενστάσεως, από την πλευρά της κληρονόμου συζύγου, κατά της απόφασης του ΙΚΑ, με την οποία καταλόγιζε σε βάρος της τα «αχρεωστήτως καταβληθέντα» ποσά συντάξεων. Χωρίς να έχουν ασκηθεί τα ένδικα βοηθήματα, που προβλέπει ο νόμος και να οδηγηθεί η διαφορά σε εξέταση ενώπιον της αρμόδιας διοικητικής επιτροπής, το ΙΚΑ προχώρησε στην εκτέλεση της απόφασής του για την αμφισβητούμενη απαίτησή του. Ενώ δηλαδή δεν ήταν πλήρως εκκαθαρισμένη η απαίτησή του, το ΙΚΑ προέβη στην κατάσχεση τής ακίνητης περιουσίας της συζύγου του ασφαλισμένου. Η σύζυγος κατέθεσε ανακοπή κατά της κατάσχεσης και αίτηση αναστολής, με την οποία ζητούσε να ανασταλεί η εκτέλεση, μέχρι να εκδοθεί απόφαση επί της ανακοπής της. Παράλληλα, κατέθεσε και ένσταση ενώπιον της Τοπικής Διοικητικής Επιτροπής του ΙΚΑ, με την οποία αμφισβητούσε την απαίτησή του. Το Διοικητικό Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης, το οποίο συνήλθε για να εξετάσει την αίτηση αναστολής της συζύγου, έκανε δεκτούς τους σχετικούς ισχυρισμούς της «οφειλέτριας» και έκρινε, με την υπ’ αριθμ. 311/2012 απόφασή του, ότι η κατάσχεση στο ακίνητό της επιβλήθηκε πρόωρα, διότι δεν είχε επέλθει η οριστικοποίηση της οφειλής της, με δεδομένο ότι είχε ασκηθεί ένσταση από τη σύζυγο κατά της πράξεως καταλογισμού των αχρεωστήτως, σύμφωνα με το ΙΚΑ, εισπραχθέντων ποσών συντάξεως από τον αποθανόντα σύζυγό της και εκκρεμούσε η συζήτησή της στην αρμόδια Τοπική Διοικητική Επιτροπή του ΙΚΑ. Το ίδιο δικαστήριο στο σκεπτικό της απόφασής του έκρινε ότι τα εισοδήματα της συζύγου μόλις που επαρκούσαν για την εξασφάλιση στην ίδια στοιχειώδους αξιοπρεπούς διαβίωσης, για την οποία κρίθηκε απαραίτητη η κατασχεθείσα ιδιόκτητη κατοικία, στην οποία κατοικούσε, αφού λόγω της ηλικίας της [82 ετών] στερείτο της «ευχέρειας ευχερούς μετοίκησης και εξεύρεσης άλλων οικονομικών πόρων». Το δικαστήριο έκρινε, επίσης, ότι το ποσόν της αμφισβητούμενης οφειλής της προς το ΙΚΑ, που αναλογούσε στην κληρονομική της μερίδα, προς αναγκαστική είσπραξη, ανερχόταν σε 6.960 ευρώ, σε σχέση με την αξία του κατασχεθέντος ακινήτου της, η οποία έφτανε τις 141.000 ευρώ και «δεν συνέτρεχαν επιτακτικοί λόγοι δημοσίου συμφέροντος» για την άμεση και ταχεία έκθεση σε δημόσιο πλειστηριασμό του ακινήτου της. Επειδή, εξάλλου, το ακίνητο, που κατασχέθηκε, πληρούσε τις στεγαστικές ανάγκες της «οφειλέτριας» κρίθηκε ότι η αναγκαστική εκποίησή του, δηλαδή ο πλειστηριασμός του από το ΙΚΑ, θα την οδηγούσε σε ανάλωση μέρους του χαμηλού εισοδήματός της για τη στέγασή της σε άλλο ακίνητο, με αποτέλεσμα, σε μια τέτοια περίπτωση, ο σκοπός της είσπραξης του οφειλομένου χρέους, που δεν είχε οριστικοποιηθεί, εξαιτίας του ότι εκκρεμούσε η συζήτηση της ενστάσεως στην Διοικητική Επιτροπή του ΙΚΑ, να παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας. Δηλαδή το μικρό ποσό της αμφισβητούμενης οφειλής προς το ΙΚΑ, τελούσε σε φανερή δυσαναλογία με την μεγάλη αξία του ακινήτου, που θα έβγαινε στον πλειστηριασμό. Το Δικαστήριο αντιμετώπισε για άλλη μια φορά την αυθαιρεσία των δημοσίων αρχών και, στην προκειμένη περίπτωση, του ΙΚΑ, το οποίο έσπευσε, ουσιαστικά, σε μια ανεκκαθάριστη απαίτηση, εναντίον της οποίας είχαν εκτεθεί οι προβλεπόμενες από το νόμο, αντιρρήσεις, να κατάσχει την οικία μιας ηλικιωμένης, που κάλυπτε τις στεγαστικές της ανάγκες. Το Δικαστήριο δέχθηκε την αίτηση αναστολής και απαγόρευσε την συνέχιση της αναγκαστικής εκτέλεσης, η οποία θα οδηγούσε στον πλειστηριασμό του ακινήτου της «οφειλέτριας». Πολύ σημαντικό για τους πολίτες είναι να γνωρίζουν ότι, σε παρόμοιες περιπτώσεις, πέραν της άσκησης ενδίκων βοηθημάτων κατά της τυχόν κατάσχεσης περιουσιακού στοιχείου από το δημόσιο, θα πρέπει να υπάρχει και ουσιαστική αμφισβήτηση της απαίτησης του δημοσίου. Η αμφισβήτηση αυτή μπορεί να επιτευχθεί είτε με ένσταση, ή ενδικοφανή προσφυγή, εφόσον προβλέπεται υποχρεωτικά από το νόμο το στάδιο αυτό της διοικητικής διαδικασίας, πριν την προσφυγή στη δικαιοσύνη, είτε με απευθείας προσφυγή στα διοικητικά δικαστήρια, οπότε και μπορούν να προβάλλουν τις αντιρρήσεις τους, αναφορικά με τη νομιμότητα της απαίτησης του δημοσίου εναντίον τους. Δημήτριος Σπυρόπουλος, δικηγόρος Αθηνών, [LLM Ευρωπαϊκό Κοινοτικό Δίκαιο] e-mail :[email protected], www.lawyeron.eu, facebook : απαντήσεις σε νομικά θέματα που απασχολούν όλους μας
Keywords
Τυχαία Θέματα