Οι κυρώσεις δεν πτοούν τον Ερντογάν

Με αντίμετρα στον κατάλληλο χρόνο απειλεί η Τουρκία τις ΗΠΑ, καταγγέλλοντας την "μονομερή” υιοθέτηση από την κυβέρνηση Τραμπ κυρώσεων εναντίον της υπαγόμενης στην τουρκική προεδρία Διεύθυνσης Αμυντικής Βιομηχανίας και τεσσάρων διευθυντικών της στελεχών, λόγω της αγοράς και δοκιμαστικής λειτουργίας ρωσικών αντιαεροπορικών-αντιβαλλιστικών συστημάτων S-400.

Η επιβολή κυρώσεων από την ηγέτιδα χώρα του ΝΑΤΟ σε έτερο μέλος της Συμμαχίας έχει βεβαίως ισχυρό συμβολισμό – ενώ

και οι θιασώτες της "πολυμερούς” νέας τάξης πραγμάτων, από τον Ρώσο υπουργό Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ μέχρι τον Ιρανό ομόλογό του Μοχάμαντ Τζαβάντ Ζαρίφ, έσπευσαν, παρά τις ποικίλα σημεία τριβής στις σχέσεις τους με την Τουρκία, να καταδικάσουν ως αντίθετη προς το διεθνές δίκαιο την "διπλωματία των κυρώσεων”.

Στην πραγματικότητα, τόσο η αμερικανική "δράση” όσο και η επαπειλούμενη τουρκική "αντίδραση” θα πρέπει να σχετικοποιηθούν.

Τα μέτρα που ανακοινώθηκαν από την κυβέρνηση Τραμπ και εμφανίζονται ως προ πολλού προγραμματισμένα, εκτιμάται από πολλούς ότι αποτελούν "βαλβίδα εκτόνωσης” του αντιτουρκικού μένους του Κογκρέσου, το οποίο στο πλαίσιο της συζήτησης του αμερικανικού αμυντικού προϋπολογισμού ζητά την ενεργοποίηση των κυρώσεων του νόμου CATSA. Και πάντως δεν δείχνουν να έχουν το κόστος λ.χ. των κυρώσεων κατά Τούρκων αξιωματούχων για την υπόθεση του πάστορα Μπράνσον, οι οποίες επιτάχυναν την τουρκική συναλλαγματική κρίση του 2018.

Εξ ού και τα δημοσιευόμενα στον τουρκικό Τύπο περί επικείμενης "έξωσης” των αμερικανικών δυνάμεων από την βάση του Ιντσιρλίκ θα πρέπει να αντιμετωπισθούν με μεγάλη επιφύλαξη.

Ο Ταγίπ Ερντογάν εμφανίζεται ψύχραιμος, στον βαθμό που ερμηνεύει ως νίκη του τις πρόσφατες περί Τουρκίας αποφάσεις των "27” της Ε.Ε., οι οποίοι με τη σειρά τους παρέπεμψαν επί της ουσίας για τα περαιτέρω στα δείγματα γραφής που θα δώσει η επόμενη κυβέρνηση Μπάιντεν στην άλλη άκρη του Ατλαντικού.

Ουάσιγκτον και Άγκυρα δεν κάνουν βήματα προς τη ρήξη, αλλά διαπραγματεύονται με ιδιόμορφο τρόπο την εναπαναθεμελίωση της σχέσης τους. Και η μετάβαση από τον Τραμπ στον Μπάιντεν παραδόξως λειτουργεί στην κατεύθυνση της εναρμόνισης των κύριων παικτών της περιοχής, παρά στην ανάδειξη των χασμάτων. Ο απερχόμενος Τραμπ αφιερώνει όλο το διπλωματικό κεφάλαιο των τελευταίων εβδομάδων της προεδρίας του στην αναγνώριση του Ισραήλ από όσο το δυνατόν περισσότερα μουσουλμανικά κράτη και στην συμφιλίωση του Κατάρ με τους Άραβες γείτονές του οι οποίοι το έχουν θέσει υπό αποκλεισμό. Ο συμπαγέστερος αντι-ιρανικός άξονας που φιλοδοξεί να αφήσει ως κληρονομιά του ο Τραμπ, συμβαδίζει με τις κινήσεις των ίδιων των ενδιαφερομένων, οι οποίοι παραμερίσουν προηγούμενες αντιπαραθέσεις, ενόψει του "μεγάλου αγνώστου” που αντιπροσωπεύει η προεδρία Μπάιντεν.

Ήδη ο Ερντογάν λαμβάνει τα μέτρα του φλερτάροντας τη Σαουδική Αραβία και το Ισραήλ, όπου μόλις διόρισε πρεσβευτή μετά από δύο χρόνια, ενώ τυχόν ευόδωση των συνομιλιών που μεσολαβούν ΗΠΑ και Κουβέιτ για την θεραπεία του ρήγματος ανάμεσα στο Κατάρ και τους γείτονές του θα λειτουργήσει ενισχυτικά και για τις τουρκο-αραβικές σχέσεις. Το τίμημα θα πρέπει να είναι βέβαια η στήριξη Άγκυρας και Ντόχα στην Μουσουλμανική Αδελφότητα, ενώ οι αντιστάσεις των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων και οι επιφυλάξεις της Αιγύπτου λειτουργούν ανασταλτικά στην αμερικανο-κουβεϊτιανή προσπάθεια.

Πηγή: capital.gr

Διαβάστε περισσότερα

Keywords
Τυχαία Θέματα