Baldur’s Gate III (PS5) | Review

Ένα μήνα μετά την εντυπωσιακή εκκίνηση του Baldur’s Gate III μέσω της έκδοσης του στους υπολογιστές, ήρθε η ώρα το πόνημα της Larian να κυκλοφορήσει και στο PlayStation 5, δίνοντάς μας την ευκαιρία να βυθιστούμε στον υπέροχο κόσμο που δημιούργησε η ομάδα ανάπτυξης. Το παρόν κείμενο θα προσπεράσει (αν και θα ενσωματώσει στη τελική βαθμολογία και τα συμπεράσματα) την κριτική ως προς τα βασικά κομμάτια του τίτλου -γραφή, gameplay, διάρκεια κλπ- τα οποία καλύφθηκαν πρόσφατα και

με τα οποία ο γράφων συμφωνεί πλήρως, μέσω του εκτενούς και πληρέστατου κειμένου του Αλέξανδρου Μιχαλιτσιάνου για την έκδοση του Baldur’s Gate 3 στους υπολογιστές.

Αντ’ αυτού, το παρακάτω κείμενο θα επικεντρωθεί και θα ασχοληθεί κυρίως με την απόδοση του τίτλου στο PS5, το πόσο σταθερή είναι αυτή, τον τρόπο και την ευκολία χειρισμού του παιχνιδιού και το εν γένει τελικό αποτέλεσμα της μεταφοράς του κόσμου του Baldur’s Gate III, από τους υπολογιστές στις κονσόλες.

Ωστόσο, αν θα έπρεπε να δώσουμε μια μικρή σύνοψη και μια σύντομη ματιά στη κεντρική ιστορία του κόσμου του παιχνιδιού, το Baldur’s Gate III ακολουθεί μια ετερόκλητη ομάδα αγνώστων, οι οποίοι έχουν μολυνθεί από ένα ισχυρό και μυστηριώδες παράσιτο. Η βασική ιστορία περιστρέφεται γύρω από το ταξίδι τους για να βρουν μια θεραπεία και να αποκαλύψουν τα μυστικά πίσω από ότι τους συνέβη. Στην επικίνδυνη και γεμάτη κινδύνους πορεία τους θα έρθουν αντιμέτωποι με πολλές επιλογές που θα διαμορφώσουν τη δική τους μοίρα αλλά και το πεπρωμένο όλου του κόσμου. Το παιχνίδι της Larian, όπως και τα προηγούμενα (προ είκοσι και πλέον χρόνων) δύο παιχνίδια της σειράς -δια χειρός BioWare- είναι βασισμένο στους κανόνες και τη μυθολογία του γνωστού PnP, Dungeons & Dragons και πιο συγκεκριμένα στην πέμπτη έκδοση του δημοφιλούς παιχνιδιού.

Το Baldur’s Gate III διαδραματίζεται περίπου 100 χρόνια μετά τα γεγονότα των προηγούμενων παιχνιδιών Baldur’s Gate της BioWare. Λαμβάνει χώρα στον ίδιο κόσμο και ενσωματώνει μέρος της ιστορίας από τα προηγούμενα παιχνίδια, ωστόσο εισάγει μια νέα κύρια ιστορία και νέους κεντρικούς και δευτερεύοντες χαρακτήρες, με αποτέλεσμα να μην απαιτεί από τον παίκτη γνώση ή πρότερη ενασχόληση με προηγούμενους τίτλους της σειράς.

Ξεκινώντας την αναφορά μας στα τεχνικά κομμάτια του παιχνιδιού, να τονίσουμε πως η έκδοση του παιχνιδιού για το PlayStation 5 είναι πανομοιότυπη με την έκδοση για τους υπολογιστές -που κυκλοφόρησε έναν μήνα νωρίτερα- όσον αφορά στο περιεχόμενό της, τη βασική ιστορία, τα διάφορα side quests, τους χαρακτήρες, τα αντικείμενα, τους διαλόγους κλπ. Την ίδια στιγμή που το περιεχόμενο των δύο εκδόσεων είναι ακριβώς το ίδιο, στο κομμάτι της απεικόνισης του τίτλου η μεταφορά που έκανε η Larian δεν φαίνεται να υστερεί. Το αποτέλεσμα είναι ο τίτλος να τρέχει αρκετά καλά και τα διάφορα τοπία, κτίρια, εσωτερικοί και εξωτερικοί χώροι και χαρακτήρες να είναι αρκετά λεπτομερή.

Από οπτικής άποψης, η έκδοση για το PS5 είναι ως επί το πλείστον αρκετά καλή όσον αφορά τα βασικά χαρακτηριστικά και το τελικό αποτέλεσμα προσομοιάζει αρκετά αυτό που θα συναντούσε κάποιος σε υπολογιστές έχοντας το παιχνίδι να τρέχει σε υψηλά settings.

Όσον αφορά την ποιότητα της εικόνας και τις επιλογές της απεικόνισης (αμφότερες με χρήση HDR), υπάρχουν δύο επιλογές λειτουργίας, αυτές της απόδοσης και της ποιότητας, με τη μεν πρώτη -της απόδοσης – να έχει ως στόχο τα 60 fps και τελική upscaled ανάλυση στα 1440p (η οποία χρησιμοποιεί ως αρχική βάση την ανάλυση των 960p) και με το τελικό αποτέλεσμα να υποβοηθείται από το FSR 2, τη δε δεύτερη -της ποιότητας- με κλειδωμένα 30 fps σε native ανάλυση 1440p.

Στο κομμάτι του split-screen ο τίτλος έρχεται κλειδωμένος με μία μόνο επιλογή, στα 30 fps, έχοντας ανάλυση 1440p, με την οθόνη να «μοιράζεται» και για τους δύο παίκτες, δίνοντας σε κάθε παίκτη πραγματική ανάλυση 1280×1440 κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού. Αυτό το τελευταίο κομμάτι ήταν και το επίμαχο, σύμφωνα με τη Larian, πίσω από τον λόγο καθυστέρησης της έκδοσης του παιχνιδιού και για τις κονσόλες της Microsoft. Η παραπάνω απόδοση δεν ήταν εύκολο να επιτευχθεί στο Xbox Series S, με αποτέλεσμα η έκδοση του τίτλου για τις κονσόλες της Microsoft να έρθει αργότερα, πρώτα για το Xbox Series X -εντός του έτους, σύμφωνα με τη νεότερη ανακοίνωση της ομάδας ανάπτυξης- και στο μέλλον, αλλά χωρίς ημερομηνία ή χρονικό πλαίσιο, για το Xbox Series S.

Η τεχνική απόδοση του παιχνιδιού, ήταν αρκετά σταθερή στα δύο πρώτα Acts του τίτλου, με στιγμιαίες μικρές μεταπτώσεις των fps σε κάποια σημεία, ωστόσο, όπως είχε παρατηρηθεί και στο αρχικό κείμενο, τα fps και η εν γένει απόδοση του τίτλου πέφτουν αρκετά στο απαιτητικό από πλευράς απεικόνισης και λόγω της πυκνότητας της πόλης και των πολλών NPCs στο Act 3. Σε αρκετά σημεία στο συγκεκριμένο Act η πτώση ήταν παραπάνω από εμφανής -κοντά στα 20fps- και διαρκούσε λίγο περισσότερο από ό,τι στα προηγούμενα Acts, χωρίς ωστόσο να καθιστά το παιχνίδι unplayable ή να δημιουργεί μεγάλα προβλήματα στην εξερεύνηση.

Αν και στην ενασχόλησή μας με τον τίτλο δεν συναντήσαμε κάποιο hard crash ή κάποιο game breaking bug, μικρά τεχνικά ψεγάδια και bugs έκαναν ενίοτε την εμφάνισή τους. Επίσης, μερικές φορές -κυρίως κατά τη διάρκεια μαχών αλλά και της εξερεύνησης σε κλειστούς χώρους- χανόταν το «κεντράρισμα» της κάμερας, ωστόσο το πρόβλημα αυτό, ήταν στιγμιαίο.

Στον χειρισμό του για την έκδοση του PS5, η Larian έχει αντικαταστήσει τη χρήση του πληκτρολόγιου και του ποντικιού, όπως αναμενόταν, με το DualSense. Με ένα άκρως ικανοποιητικό -όπως και στη μεταφορά των Divinity Original Sin 1&2 στο PS4- αποτέλεσμα. Πατώντας το R1 και ενώ έχουμε επιλέξει τον χαρακτήρα που θέλουμε, εμφανίζεται ένα radial μενού, το οποίο είναι πλήρως παραμετροποιήσιμο ως προς τη σειρά και το τι εμφανίζεται σε αυτό για τον κάθε χαρακτήρα. Η βασική εναλλαγή μεταξύ των μελών του party γίνεται με το L2, το μενού του inventory ανοίγει με το R2, το touchpad ενεργοποιεί με ένα απλό «κλικάρισμα» τον χάρτη του παιχνιδιού, ενώ με παρατεταμένο ανοίγουν τα objectives.

Η κίνηση των χαρακτήρων γίνεται αρκετά εύκολα και ομαλά, το radial μενού, είναι άκρως λειτουργικό και εύκολο -αφού το συνηθίσει κάποιος- με τη μάχη να γίνεται το ίδιο σχεδόν εύκολα με εκείνη της έκδοσης των υπολογιστών.

Προβληματικό ωστόσο, αν και αρκετά βελτιωμένο -από προηγούμενες απόπειρες μεταφοράς τίτλων της εταιρίας στις κονσόλες-συνεχίζει να είναι το inventory του παιχνιδιού. Χρειάζονται συχνές εναλλαγές ανάμεσα, σε μενού, επιλογές και χαρακτήρες, ώστε να γίνει η μεταφορά μερικών αντικειμένων. Σίγουρα, αρκετές θα είναι οι φορές που κάποιος θα συναντήσει δυσκολίες στην ομαλή διαχείριση του inventory του κατά τον εξοπλισμό ή την ταξινόμηση αντικειμένων.

Στο κομμάτι της ενσωμάτωσης των λειτουργιών του DualSense, η ομάδα της Larian έκανε αξιέπαινη δουλειά. Έτσι, Θα δείτε τη φωτεινή μπάρα του DualSense να ταιριάζει με το χρώμα των μαγικών και των ξορκιών σας και τη φωτεινότητα να γίνεται πιο έντονη κατά τη διάρκεια σημαντικών κομματιών του τίτλου. Επιπλέον, η απτική ανάδραση του χειριστηρίου συγχρονίζονταν με τη δράση στην οθόνη, βοηθώντας τους παίκτες να “νιώσουν” τη δράση περισσότερο, ενώ και οι σκανδάλες σκλήραιναν σε κάποια σημεία και μενού του τίτλου, με το σημείο που κάνουμε roll, στα ζάρια πριν από κάθε check, να είναι πιο εθιστικό από ποτέ.

Παρά τις όποιες μικρές ατέλειές της, η έκδοση του Baldur’s Gate III για το PlayStation 5 είναι αναμφισβήτητα ένας τίτλος που πρέπει να παίξουν οι λάτρεις των RPGs και όχι μόνο. Ο καθηλωτικός κόσμος του παιχνιδιού, η εξαιρετική αφήγηση και οι στρατηγικοί μηχανισμοί μάχης προσφέρουν ατελείωτες ώρες απόλαυσης και συγκίνησης. Με ένα τεράστιο εύρος επιλογών και διακλαδούμενων αφηγήσεων, το Baldur’s Gate III συνεχίζει τη μακρόχρονη παράδοση των παιχνιδιών Dungeons and Dragons.

Το Baldur’s Gate ΙΙΙ είναι μια μαγευτική και καθηλωτική εμπειρία. Ένα παράδειγμα του πώς η έξυπνη αφήγηση και το εθιστικό gameplay μπορούν να μετατρέψουν έναν κόσμο, να τον κάνουν πυκνό, γεμάτο ζωή και επιλογές. Από την ελευθερία που προσφέρει στον παίκτη, τη μεταφορά του κόσμου των PnP παιχνιδιών Dungeons & Dragons, την αφήγηση με βάση τις επιλογές, τη συγγραφή της κεντρικής ιστορίας και των εμπνευσμένων side quests, μέχρι των αναρίθμητων τρόπων προσέγγισης μιας μάχης, ο τίτλος οδεύει ολοταχώς προς το δρόμο του GOTY. ** Critical Hit**.

Το Baldur’s Gate III κυκλοφορεί για το PS5 από τις 6/9/23. To review μας βασίστηκε σε review code που λάβαμε από τη Larian Studios.

The post Baldur’s Gate III (PS5) | Review first appeared on GameOver.

The post Baldur’s Gate III (PS5) | Review appeared first on GameOver.

Keywords
Τυχαία Θέματα