«Υπήρξε κάποτε δικό μας» της Ελένης Τζατζιμάκη

ΜΑΤΙ, 2018 μ.Χ.

Αν
Ό,τι απομείνει απ’ τη φωτιά
Υπήρξε κάποτε δικό μας
Σαρξ εκ σαρκός
Αίμα απ’ το αίμα
Σημαίνει πως και πάλι
Θα επιστρέψουμε
λειψοί
Μέσα στη φύση

Σαν κόκκοι μιας παλιάς ζωής
Που,
Κι απ’ το ξύλο πιο βαθιά,
Ξανασταυρώνεται.

Που
είδε τη φωτιά
Να καίει τη φωτιά
Είδε τη φωτιά
Να μπαίνει μέσα της

Θα έλεγε τώρα:
Κάρβουνο σώμα,

Ήσουνα πράσινο
Σε όλα τα χρώματα.

{loadmodule mod_adsence-inarticle-makri} {loadposition adsence-inarticle-makri}

ΤΕΣΤ ΑΦΗΣ

Κάθε φορά

που αλλάζουμε πλευρό
Μπορεί να δούμε απέναντι
Τη μέρα που σχηματίζεται
Να αποστηθίσουμε βουβά την κάθε μια αλλαγή στα χρώματα
καθώς ορθώνεται το ένα μέσα στο άλλο
Και ό,τι αυτή η αντίσταση θα σήμαινε
Με άλλα φώτα.
Ξέρει η νύχτα να απορροφά τους κραδασμούς
Που ποιοι εμείς και ποιοι εκείνοι τέτοιες ώρες.
Σημασία έχει να βρεθεί
Πού θα ταιριάξει ανάγλυφη η παλάμη σου
Και δε θα το ’χει δει κανένας
Μόνο εσύ
Κι η καλοσύνη του φωτός
Που σε οδήγησε
Στο απτό.

LACRIMOSA

Για να μιλήσει κανείς για τον θάνατο
Πρέπει πρώτα να μιλήσει για τον έρωτα
Και για όλα εκείνα
Που κάνουν τη ζωή ανυπεράσπιστη.
Νεκροί και ερωτευμένοι δε μιλούν.
Υπάρχουν, μόνο, μέσα στις ζωές των άλλων
Ξυπνάνε μαζί τους, κοιμούνται μαζί τους,
Τρώνε πρωινό σχεδιάζοντας το μέλλον,

μέχρι μια μέρα να γίνουν κάδρα στους τοίχους στοιχισμένα στη σειρά,
που θα τα καθαρίζεις με ευλάβεια τρίβοντας με το χέρι το τζαμάκι
άλλοτε με ορμή, σχολαστικά,
και άλλοτε με απόγνωση
Που επιμένουν να μη βγάζουν άχνα στο άγγιγμά σου.

Και λυπημένη θα σκέφτεσαι πως μοιάζουν, ένας ένας, με φιλμάκι
Που γύρισες ξενύχτισσα και με την κάμερα στον ώμο,
Καθώς εκείνοι θα περνούν βολίδα από τα μάτια σου
Με πρόσωπα χλωμά – και μισοφαγωμένα
Και εμβατήριο πένθιμο θα ακούγονται απ’ το βάθος
Ορδές τα «σ’ αγαπώ» και «θα μου λείψεις».

Και τότε ανάποδα θα περπατάς, ξανά, τοπία σάρκινα
αναζητώντας μιαν απάντηση.
Χέρια θα σε πιάνουν, χέρια θα σε αφήνουν και όλο θα ρωτάνε
Πώς έφυγες, πώς χάθηκες, πώς βρέθηκαν μακριά σου
Και πάντα εσύ θα τρέχεις να κρυφτείς
Ή θα παρακαλάς να αλλάξουν θέμα.

Κι όχι γιατί δε θέλεις να θυμάσαι
Αλλά γιατί δεν ξέρεις να ξεχνάς
Και άλλη απάντηση εδώ,
Δεν έχει,
Από τη λήθη.

Pie Jesu Domine,
Dona eis requiem.*

*Σ.τ.Π.: Εύσπλαχνε Κύριε Ιησού, δώσε τους ανάπαυση. (Είναι οι δύο τελευταίοι στίχοι από τον λατινικό ύμνο Dies Irae, τον γνωστό από τη χρήση του παλαιότερα στη νεκρώσιμη λειτουργία της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας.)

Η Ελένη Τζατζιμάκη γεννήθηκε στην Αθήνα το 1986. Είναι υποψήφια διδάκτορας του Τμήματος Νεοελληνικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών. Έχει εκδώσει τέσσερις ποιητικές συλλογές, ενώ έχει ασχοληθεί επαγγελματικά με τη μουσική και το τζαζ τραγούδι. Πιο πρόσφατη συλλογή της: Το παράδοξο των διδύμων (Εκδόσεις Μελάνι, 2018).

Keywords
Τυχαία Θέματα