Άκης Δήμου: συνέντευξη στον Γρηγόρη Δανιήλ

08:16 3/4/2022 - Πηγή: Diastixo

Με αφορμή την παράσταση Σαν ρόδο και σαν αίνιγμα, που ανεβαίνει στο θέατρο Τόπος Αλλού σε σκηνοθεσία Νίκου Καμτσή, μιλήσαμε με τον συγγραφέα του έργου, Άκη Δήμου. Με σπουδές στη Νομική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, ο Άκης Δήμου από το 1995 μέχρι σήμερα έχει αφήσει το δικό του ξεχωριστό στίγμα στην ελληνική δραματουργία. Κείμενά του έχουν αγαπηθεί από το αναγνωστικό κοινό και έχουν

παρουσιαστεί με απόλυτη επιτυχία σε σκηνές της χώρας μας, αλλά και στο εξωτερικό. Η καινοτόμα, άλλωστε, αισθητική του είλκυσε μεγάλους σκηνοθέτες, οι οποίοι μέσα από τις σκηνικές τους αναγνώσεις υπογράμμισαν με τον καλύτερο τρόπο τη σημαντική του θεατρική εργασία.

{loadmodule mod_adsence-inarticle-makri} {loadposition adsence-inarticle-makri}

Σαν ρόδο και σαν αίνιγμα το θεατρικό σας κείμενο, πρώτη φορά στην Αθήνα, στο θέατρο Τόπος Αλλού, σε σκηνοθεσία του Νίκου Καμτσή. Σε μια εποχή ταχύτατη και με τόση βίαιη εξέλιξη των γεγονότων, τι συναισθήματα γεννά η αναπαράσταση του κειμένου σας;

Χαρά, φυσικά. Κι ένα κρυφό… καμάρι που σε μια εποχή (και θεατρικά) τόσο δύσκολη, όπως αυτές που διανύουμε, καταφέρνει να βρει τον δρόμο του για τη σκηνή –χάρη στην Πέγκυ Σταθακοπούλου και τον Νίκο Καμτσή– ένα κείμενο τόσο φιλήσυχο και τόσο ανήσυχο μαζί. Υπό τις παρούσες συνθήκες, δεν είναι καθόλου αυτονόητη μια τέτοια διαδρομή.

Μιλήστε μας για τη ηρωίδα που είναι «…ήσυχη σαν το ρόδο και κρυφή σαν αίνιγμα».

Γράφοντας, νόμιζα ότι ξέρω τα πάντα γι’ αυτή την παραμελημένη γυναίκα. Τώρα πια, που τη βλέπω να ζωντανεύει, είμαι σχεδόν βέβαιος ότι δεν ξέρω τίποτα. Είναι κάτι απογεύματα, ωστόσο, που την ακούω να πηγαινοέρχεται αεικίνητη στα μέσα δωμάτια, ίδια όπως την είχα στο μυαλό μου. Μονολογεί ακόμα, αλλά δεν μπορώ ν’ ακούσω τι λέει. Ίσως γιατί τη φωνή της τη σκεπάζουν άλλες φωνές.

Το έργο γράφτηκε κάποια χρόνια πριν. Μυήστε μας στην περίοδο της συγγραφής του.

Πολλή δουλειά –ένεκα, βλέπετε, και η μελέτη της εποχής και των λοιπών συμφραζομένων–, αλλεπάλληλες γραφές… Στο τέλος καθεμιάς τους, άλλοτε με χειροκροτούσα κι άλλοτε με μούντζωνα. Όταν τελικά το κείμενο ολοκληρώθηκε, στάθηκα και το κοίταζα σιωπηλός. Ποιος ξέρει τι έκανα πάλι, σκεφτόμουν. Να, λοιπόν, που ήρθε η στιγμή να μάθω.

«Το κοινό είναι γελοίο, γεννημένο να το κοροϊδεύουν! Πληρώνει όσο όσο για μια αυταπάτη, όσο πιο κακοπαιγμένη τόσο ακριβότερο το εισιτήριο», αναφέρει η Αν Χάθαγουεϊ στο κείμενό σας, απηχώντας ίσως απόψεις του σήμερα. Η υποκριτική του στόμφου στο θεατρικό γίγνεσθαι από ποικίλες πηγές λειτουργεί ισοπεδωτικά, πιστεύετε, στο ελληνικό θέατρο ή εντάσσεται μήπως σε μια διαδικασία υπέρβασης του ιστορικού του πλαισίου;

Η Αν μιλάει από (και για) ένα «τότε που…». Και …διαδίδει από σκηνής τη δικιά της εντύπωση για το θέατρο, καθόλου άσχετη μεόσα έχει ζήσει ή έχει χάσει εξαιτίας του (μεταξύ των δεύτερων κι έναν σύζυγο). Δεν είμαι καθόλου βέβαιος ότι συμμερίζομαι τα όσα λέει, αλλά δεν είναι ο ρόλος μου ν’ αντιδικήσω μαζί της ούτε να αμφισβητήσω τις βεβαιότητές της. Να τις θέσω στην κρίση του θεατή ναι, μα μέχρι εκεί.

Από τον πρώτο σας θεατρικό μονόλογο μέχρι σήμερα μετράτε 27 χρόνια. Με ποια θεατρική σκηνή του μεγάλου Άγγλου συγγραφέα θα την παρουσιάζατε;

Το νούμερο που αναφέρετε από τη μία με ταράζει (τόσα είναι;!) από την άλλη με αφήνει αδιάφορο. Με καμία σκηνή κανενός έργου, πάντως, δεν μου πάει να παρουσιάσω τη διαδρομή μου στο θέατρο. Ίσως με πολλές και ποικίλες σκηνές ενός έργου δωματίου, που εκτυλίσσεται όλα αυτά τα χρόνια στους χώρους που γράφω. Τις οποίες δεν επαρκεί ούτε ο χρόνος μου για να τις γράψω ούτε ο χώρος σας για να τις φιλοξενήσει. Οι πιο πολλές είναι αστείες πάντως, απελπισμένα και απελπιστικά αστείες.

{jb_quote}Πάντα υπάρχει χώρος για να ξαναπείς μια παλιά ιστορία φορτίζοντάς τη με τη δυναμική της πραγματικότητάς σου.{/jb_quote}

Ο θεατρικός συγγραφέας λειτουργεί παράλληλα και ως ο «ερμηνευτής» όλων των ρόλων του κειμένου; Σε τι είδους αναμετρήσεις θα πάρει μέρος πριν από την ολοκλήρωση;

Όπως ακριβώς το λέτε: και αναμετρήσεις με το αόρατο τίποτα που αγωνίζεται να γίνει κάτι, και κορυφώσεις, και υφέσεις, και ψιλοκαταθλίψεις, και ξεσπάσματα χαράς και ανακούφισης – όλη η …βεντάλια μιας τρικυμίας εν κρανίω, μέχρι να φτάσει η βαρκούλα στο λιμάνι της όποιας σκηνής.

Ο Ιάγος απευθυνόμενος στον Οθέλλο λέει: «Αυτός που κλέβει το πορτοφόλι μου, κλέβει σκουπίδια… αλλά αυτός που μου στερεί το καλό μου όνομα, ληστεύει από εμένα κάτι που δεν θα τον κάνει πλούσιο, κι εμένα με κάνει πραγματικά φτωχό». Αισθανθήκατε κατά τη συγγραφική σας πορεία στις συνεργασίες σας στον χώρο του θεάτρου, αλλά και του βιβλίου, κάτι ανάλογο;

Ναι. Αλλά μην περιμένετε να μιλήσω γι’ αυτό. Γιατί να σας απασχολήσω με τα τραύματά μου (τις αμυχές μου, έστω);

«Κανένα κλαδί δεν είναι ίδιο με το άλλο, ακόμη κι αν φυτρώνουν στο ίδιο δέντρο». Ποια συγγραφική περίοδο της ζωής σας ξεχωρίζετε και γιατί;

Όλες τις περιόδους που είχα την ησυχία να γράφω, να επινοώ και να φαντάζομαι χωρίς την αγωνία του «μετά» και του… «και τώρα;». Εγώ, τα σημειωματάρια και η οθόνη μου. Και στο διαμέρισμα ένας σωρός σκιές που δεν τραβάνε κανένα ζόρι να γίνουν «ήρωες και ηρωίδες θεατρικών έργων», αλλά πρέπει να τις πείσω ότι αξίζει τον κόπο. Τις πιο πολλές φορές τα καταφέρνω, αλλά έχω την αίσθηση ότι αυτό δεν οφείλεται τόσο στην όποια δική μου δεινότητα, όσο στη δική τους φιλαρέσκεια.

Πιστεύετε πως το θέατρο είναι υπερβολικά εκτεθειμένο στις πιέσεις και τις οικονομικές προκλήσεις της αγοράς, ώστε αυτές να επηρεάζουν μοιραία και το τελικό αποτέλεσμα;

Φυσικά, πώς αλλιώς; Και δυστυχώς, τις περισσότερες φορές, η αγορά αποδεικνύεται ανελέητη, άτολμη και ανέμπνευστη. Αφήστε που η ελληνική θεατρική αγορά είναι και ελάχιστη. Κακό χωριό τα λίγα σπίτια… Οπότε ο καθείς και τα όπλα του, οι αντοχές του και ο τρόπος που έχει (ή δεν έχει) να φρενάρει και να γκαζώνει ανάλογα με την ολισθηρότητα του οδοστρώματος.

Σε μια εποχή όπου τα κλασικά κείμενα εξακολουθούν να ζουν μια υγιή μεταμοντέρνα, εν πολλοίς, ζωή στις σκηνές όλου του κόσμου, αποδεικνύοντας πως αντέχουν στις πιέσεις και στις μεταστροφές των καιρών, πόσος χώρος απομένει για τη νέα δραματουργία;

Πάντα υπάρχει χώρος για να ξαναπείς μια παλιά ιστορία φορτίζοντάς τη με τη δυναμική της πραγματικότητάς σου. Όπως και για να ξαναδείς την ίδια ιστορία με καινούργιο βλέμμα, ανακαλύπτοντας κάθε φορά, ανάμεσα στις ραφές της, και μια άλλη κρυφή τσέπη όπου, με λίγη τύχη, μπορεί να κρύβεται ένα καινούργιο μυστικό που σε προκαλεί να το φανερώσεις. Κάθε εποχή και τα στοιχήματά της· είναι –αν μη τι άλλο– γοητευτικό να ποντάρεις. Για να το πω κι αλλιώς: πάντα κάθε παρόν αιωρείται ανάμεσα στο Τότε και στο Ύστερα – αυτό το σημείο της αιώρησης αξίζει να το περιγράφει κανείς, να προσπαθεί τουλάχιστον, μπας και μάθει κάτι παραπάνω για τον εαυτό του.

Η ελληνική κοινωνία με τις τόσες αναστολές και αρρυθμίες που την κατατρέχουν πόσο έτοιμη φαίνεται να επωμιστεί το βάρος της αλήθειας των πραγμάτων;

Ελάχιστα ή και καθόλου. Κι όχι να επωμιστεί την αλήθεια, ούτε καν να την ψηλαφίσει δεν τη βλέπω διατεθειμένη.

Περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση μπορείτε να δείτε εδώ.

Keywords
Τυχαία Θέματα