Δανάη Κολτσίδα στο iEidiseis: «Μακεδονική σαλάτα»

Η πολιτική Μητσοτάκη για τα Βαλκάνια αμφισβητεί σταθερές γραμμές της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής και θέτει σε διακινδύνευση παραδοσιακές συμμαχίες της Ελλάδας στην περιοχή, χωρίς την ίδια στιγμή να αντιπροτείνει μια νέα εναλλακτική και κυρίως συνεκτική στρατηγική.

Δεν ξέρουμε αν περιλαμβανόταν στο μενού του δείπνου που παρέθεσε ο Έλληνας πρωθυπουργός στους ομολόγους του των Δυτικών Βαλκανίων και άλλων χωρών της ευρύτερης περιοχής, πάντως αν κάποιος όρος

περιγράφει παραστατικά την πολιτική του Κ. Μητσοτάκη σε ό,τι αφορά τα Βαλκάνια (και όχι μόνο, αλλά αυτό είναι μια άλλη συζήτηση) είναι η μακεδονική σαλάτα[*].

Η πολιτική -αν μπορεί να ονομαστεί έτσι μια σειρά κινήσεων χωρίς αρχή, μέση και τέλος- της ΝΔ και του Κ. Μητσοτάκη στα Βαλκάνια έχει τα εξής χαρακτηριστικά: Πρώτον, είναι σε μεγάλο βαθμό αποσπασματική και ευκαιριακή, ενίοτε με χαρακτήρα σπασμωδικών αντιδράσεων, υπακούοντας στις επικοινωνιακές ανάγκες κάθε στιγμής, όπως κατεξοχήν δείχνει λόγου χάρη η κατάσταση των ελληνο-αλβανικών σχέσεων και η ταλάντευση από τις επικοινωνιακές φιέστες του προηγούμενου διαστήματος στη μη πρόσκληση του Έντι Ράμα στην Αθήνα τις μέρες αυτές λόγω της υπόθεσης Μπελέρη.

Δεύτερον, ο σχεδιασμός της βαλκανικής πολιτικής υπακούει σε εσωκομματικές ανάγκες και στις πιέσεις που δέχεται η ΝΔ από τα δεξιά της, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα την πλήρη αποσιώπηση της Συμφωνίας των Πρεσπών που στην πραγματικότητα άνοιξε το δρόμο προς την ενταξιακή πορεία των Δυτικών Βαλκανίων και το «κρυφτούλι» με την κύρωση των πρωτοκόλλων αυτής της συμφωνίας. Το πώς αυτό συμβαδίζει με τον ισχυρισμό της ΝΔ ότι στηρίζει και προωθεί την ένταξη της Βόρειας Μακεδονίας στην ΕΕ, δύσκολα θα μπορούσε κανείς να το εξηγήσει. Οι ίδιες (μικρο)κομματικές προτεραιότητες εξάλλου αφορούν και επιλογές του Κ. Μητσοτάκη που γίνονται με γνώμονα τις ισορροπίες στο εσωτερικό του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος και τους σχεδιασμούς του ειδικά ενόψει των ευρωεκλογών.

Τρίτον, αμφισβητεί σταθερές γραμμές της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής και θέτει σε διακινδύνευση παραδοσιακές συμμαχίες της Ελλάδας στην περιοχή, χωρίς την ίδια στιγμή να αντιπροτείνει μια νέα εναλλακτική και κυρίως συνεκτική στρατηγική. Για παράδειγμα, η αιφνιδιαστική αναβάθμιση των σχέσεων με το Κόσσοβο -το οποίο η Ελλάδα δεν έχει αναγνωρίσει, για λόγους που δεν αφορούν μόνο την περιοχή καθεαυτή αλλά και την αποφυγή δημιουργίας προηγούμενων απόσχισης που θα μπορούσαν να λειτουργήσουν εξαιρετικά αρνητικά στην περίπτωση της Κύπρου- δοκιμάζουν τις ελληνο-σερβικές σχέσεις μακράς φιλίας.

Τέταρτον, αγνοεί πλήρως τις ευρύτερες τάσεις και εξελίξεις στην περιοχή και διεθνώς, τις πιέσεις που αυτές ασκούν και τις προτεραιότητες που αυτές επιβάλουν. Για παράδειγμα, δεν φαίνεται να υπάρχει πουθενά στις πρωτοβουλίες της κυβέρνησης Μητσοτάκη η σημαντικότατη παράμετρος της παρουσίας και του ρόλου της Κίνας στην περιοχή των Βαλκανίων και ευρύτερα της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και των οικονομικών και γεωστρατηγικών προεκτάσεών της. Αντίστοιχα, δεν φαίνεται να υπάρχει μια συνεκτική ενεργειακή στρατηγική, σε μια περίοδο ενεργειακής κρίσης, τη στιγμή που η Βουλγαρία αναδεικνύεται σε σημαντικό ενεργειακό κόμβο, με τη Ρωσία και την Τουρκία να παίζουν ιδιαίτερο ρόλο στο θέμα αυτό στην περιοχή, και κυρίως ενώ η κλιματική κρίση και οι συνέπειές της (από τις πυρκαγιές και τις πλημμύρες μέχρι τους καύσωνες) ξεπερνούν κατά πολύ τα εθνικά σύνορα και πλήττουν ιδιαίτερα τη νοτιοανατολική Ευρώπη.

Δεν θα ήταν υπερβολή να πει κανείς ότι το μοναδικό ενοποιητικό στοιχείο της «μακεδονικής σαλάτας» του Κ. Μητσοτάκη είναι ο σχεδιασμός και οι επιδιώξεις της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ στην ευρύτερη περιοχή. Η πρόσφατη συνάντηση στην Αθήνα, που υποτίθεται ότι είχε ως κύριο περιεχόμενό της την ένταξη των Δυτικών Βαλκανίων στην ΕΕ, δεν επικεντρώθηκε σε κανένα από τα ζητήματα που αφορούν είτε την ένταξη strictosensu(κεφάλαια διαπραγμάτευσης) είτε την ουσιαστική πολιτική στην περιοχή των Βαλκανίων, δηλαδή τα θέματα οικονομίας και ανάπτυξης, άμβλυνσης των περιφερειακών και εσωτερικών ανισοτήτων, ειρηνικής συνύπαρξης και συνεργασίας, περιβαλλοντικής προστασίας και διασυνοριακών πρωτοβουλιών στην κατεύθυνση αυτή, προάσπισης και προαγωγής του κράτους δικαίου. Ενδεχομένως (και) γιατί στους τομείς αυτούς η ίδια η διακυβέρνηση Μητσοτάκη έχει ελάχιστα να επιδείξει, κυρίως στο διεθνές πεδίο όπου στερείται της μιντιακής προστασίας που έχει στην Ελλάδα.

Αντίθετα, εκ του αποτελέσματος και βάσει της -μη αυτονόητης, τουλάχιστον γεωγραφικά- παρουσίας του προέδρου Ζελένσκι στην Αθήνα, αποδείχθηκε ότι βασικός σκοπός της συνάντησης στην Αθήνα ήταν να επαναβεβαιώσει και να ενισχύσει τη στοίχιση των βαλκανικών χωρών πίσω από την Ουκρανία στον πόλεμο που διεξάγει σε βάρος της η Ρωσία. Μια στήριξη αναγκαία και αυτονόητη έναντι της παράνομης και απολύτως καταδικαστέας ρωσικής εισβολής, την οποία όμως φαίνεται να αναλαμβάνει να προωθήσει η Ελλάδα, χωρίς να είναι σαφές πώς ακριβώς αυτός ο ρόλος της εντάσσεται στη συνολικότερη παρουσία της στην περιοχή, καθώς και στις διμερείς σχέσεις της με τις ΗΠΑ. Και βέβαια, η μονομερής δέσμευση της Ελλάδας να παρέχει περαιτέρω στρατιωτική βοήθεια στην Ουκρανία, αλλά και να στηρίξει την ένταξή της στο ΝΑΤΟ αναλήφθηκε από τον Κ. Μητσοτάκη χωρίς καμία θεσμική συνεννόηση στη Βουλή ή σε συμβούλιο πολιτικών αρχηγών και, κυρίως, χωρίς να παίρνει υπόψη της τους κινδύνους στους οποίους εκθέτει τη χώρα μας.

Η βαλκανική αυτή πολιτική του Κ. Μητσοτάκη, της «μακεδονικής σαλάτας» προφανώς δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικά πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική, που χαράχθηκε και υλοποιήθηκε με συνέπεια την περίοδο 2015-2019, τόσο στην άμεση γειτονιά μας όσο και ευρύτερα. Πολιτική που κατέληξε σε συγκεκριμένα βήματα στις διμερείς και πολυμερείς σχέσεις της χώρας μας στην περιοχή, μέσα από θεσμικές και σταθερές διαδικασίες, που δημιουργούσαν στρατηγικές συμμαχίες για την Ελλάδα με ουσία και σε βάθος χρόνου. Η συγκεκριμένη πολιτική κατέληξε άλλωστε και σε εμβληματικές και ιστορικές επιτυχίες, όπως κατεξοχήν η υπογραφή της Συμφωνίας των Πρεσπών. Μια συμφωνία, η σημασία της οποίας δεν εξαντλείται στην επίλυση της ονοματολογικής διαφοράς, αλλά μέσω αυτής ανοίγει το δρόμο για την ειρηνική συνύπαρξη, την πολυεπίπεδη συνεργασία και την ειρηνική συνανάπτυξη των δύο χωρών, ενώ ευρύτερα θα μπορούσε να αποτελέσει το υπόδειγμα για την επίλυση αντίστοιχων διαφορών στην περιοχή, να λειτουργήσει ως παράγοντας ειρήνευσης και ασφάλειας σε μια ταραγμένη εποχή και να εδραιώσει το ρόλο της Ελλάδας ως περιφερειακής δύναμης σταθερότητας. Και βέβαια, η πολυδιάστατη αυτή εξωτερική πολιτική περιλάμβανε και τη συμμαχική σχέση της Ελλάδας με τις ΗΠΑ, τόσο στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ όσο και διμερώς, όμως πάντοτε σε αμοιβαία επωφελείς βάσεις και χωρίς αυτή να λειτουργεί σε βάρος των συμφερόντων της Ελλάδας ή των σχέσεων καλής γειτονίας και φιλίας με άλλες χώρες στην περιοχή και ευρύτερα.

Σε αντίθεση δε με όσα ο ίδιος και η κυβέρνησή του ισχυρίζονται, προβάλλοντας τη συνάντηση της Αθήνας ως συνέχεια της Διακήρυξης της Θεσσαλονίκης του 2003, που υπήρξε σταθμός στην πολιτική της ΕΕ για τα Δυτικά Βαλκάνια, η πολιτική που ασκεί ο Κ. Μητσοτάκης σήμερα ουδεμία σχέση έχει και με την εξωτερική πολιτική των αρχών της δεκαετίας του 2000. Εκτός των άλλων και γιατί το διεθνές και το περιφερειακό πλαίσιο είναι ριζικά διαφορετικό. Της Διακήρυξης της Θεσσαλονίκης είχε προηγηθεί η Συμφωνία του Ελσίνκι του 1999, η οποία -ανεξαρτήτως της κριτικής που δέχτηκε μεταγενέστερα- συγκροτούσε την εποχή εκείνη μία συνεκτική στρατηγική για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Την περίοδο εκείνη, το ζήτημα της ενταξιακής προοπτικής της Τουρκίας ήταν πολύ ψηλά στην ατζέντα και της ΕΕ και της ίδιας της γειτονικής χώρας, κάτι που σήμερα δεν ισχύει. Η δυναμική και η προοπτική αυτή είχε θετικό αντίκτυπο και στο χώρο των Βαλκανίων, αφού ο ανταγωνισμός μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας για την αύξηση των σχέσεων και της επιρροής τους στην περιοχή ήταν σαφώς πιο περιορισμένος. Εξάλλου, η ίδια η περιοχή των Βαλκανίων έχει πια μετασχηματιστεί. Αν το 2003 οι χώρες της περιοχής προσπαθούσαν να ανακάμψουν μετά την πτώση του Τείχους και την κατάρρευση της ΕΣΣΔ και των σοσιαλιστικών δημοκρατιών και, κυρίως, να κλείσουν τις πληγές που είχε ανοίξει ο εμφύλιος πόλεμος και οι νατοϊκοί βομβαρδισμοί και τελικά η διάσπαση της πρώην Γιουγκοσλαβίας, σήμερα παρά τα προβλήματα, τις υστερήσεις και τις επίμονες ανισότητες του πυρήνα και της περιφέρειας της ΕΕ, έχει αναπτυχθεί μια πολύ διαφορετική δυναμική. Συμπληρώνονται σχεδόν 20 χρόνια από τη «μεγάλη» διεύρυνση του 2004, που περιλάμβανε μεταξύ άλλων και τη Σλοβενία, ενώ η Βουλγαρία και η Ρουμανία συμπλήρωσαν 16 και η Κροατία 10 χρόνια ως μέλη της ΕΕ. Επομένως, απαιτείται μια πολύ πιο συστηματική προσπάθεια οικοδόμησης συμμαχιών, αν η χώρα μας θέλει όντως να διαδραματίσει κάποιον ουσιαστικό -πολύ περισσότερο κάποιον πρωταγωνιστικό- ρόλο στην περιοχή.

Σήμερα, η περιοχή των Βαλκανίων αντιμετωπίζει μια σειρά από μεγάλες προκλήσεις σε ένα περιβάλλον διαφορετικό, γρήγορα μεταβαλλόμενο και, ενδεχομένως, πολύ πιο σύνθετο από αυτές των αρχών της χιλιετίας. Η Ελλάδα θα μπορούσε να αποτελέσει μια σημαντική περιφερειακή δύναμη σταθερότητας, που θα προωθούσε τη δημοκρατία, την ειρήνη, τη συνεργασία και τη συνανάπτυξη, εντός της ΕΕ και σε σύγκλιση με τον πυρήνα αυτής, ιδίως στα θέματα της οικονομίας, της κοινωνικής συνοχής και της λειτουργίας των δημοκρατικών θεσμών και του κράτους δικαίου. Θα απαιτούνταν όμως να αναπτύξει και να υλοποιήσει μια συνεπή και μεσοπρόθεσμη, τουλάχιστον, στρατηγική για την περιοχή. Μια στρατηγική που θα αναγνώριζε τους κινδύνους και τις δυσκολίες του σήμερα, θα απαντούσε με τρόπο αποτελεσματικό και κυρίως βιώσιμο σε πιεστικά προβλήματα, όπως η ενεργειακή και η κλιματική κρίση, θα σεβόταν και θα διεύρυνε τις συμμαχίες της χώρας μας στην περιοχή, θα αξιοποιούσε τα θετικά κεκτημένα της εξωτερικής πολιτικής προηγούμενων κυβερνήσεων, με αιχμή τη Συμφωνία των Πρεσπών, και θα υπηρετούσε με συνέπεια την ένταξη των Δυτικών Βαλκανίων στην ΕΕ, διαδραματίζοντας ουσιαστικό και ενεργητικό ρόλο. Μια στρατηγική που η κυβέρνηση της ΝΔ και του Κ. Μητσοτάκη ούτε μπορεί ούτε θέλει να χαράξει.

Δανάη Κολτσίδα είναι μέλος της Πολιτικής Γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ Προοδευτική Συμμαχία, υπεύθυνη για τις Διεθνείς και Ευρωπαϊκές Υποθέσεις)

[*] Υποσημ.: Στη Γαλλία, ο όρος «Μακεδονία» (Macédoine) αναφέρεται σε μια σαλάτα με πολλά ψιλοκομμένα λαχανικά (περίπου σαν τη δική μας ρωσική σαλάτα) ή φρούτα. Εικάζεται ότι το όνομα αυτό σχετίζεται με την αντίληψη για τη Μακεδονία της οθωμανικής περιόδου ως ενός χώρου που συγκέντρωνε πλήθος εθνοτικών, θρησκευτικών και πολιτισμικών παραδόσεων. Εδώ, χρησιμοποιούμε τον όρο όχι με το θετικό περιεχόμενο του πλουραλισμού, αλλά με το αρνητικό περιεχόμενο της έλλειψης συνοχής.

Keywords
σαλατα, δαναη, ελλαδα, νέα, νεα δημοκρατια, αθηνα, γνώμονα, ρωσία, ηπα, νατο, βουλη, βασεις, θεσσαλονικη, εσσδ, σλοβενία, συριζα, γαλλια, κινηση στους δρομους, υπουργειο εσωτερικων, αποτελεσματα περιφερειακων εκλογων, κυπρος, κυβερνηση εθνικης ενοτητας, νεα κυβερνηση, Καλή Χρονιά, κοινωνικη συμφωνια, πυρκαγιες, εκλογες ηπα, χωρες, σλοβενία, ρωσία, αιχμη, βουλγαρια, δημοκρατια, ηπα, θεμα, κυπρου, ουκρανια, πλαισιο, ρουμανια, φρουτα, αυξηση, αμοιβαια, ατζεντα, βαλκανια, βοηθεια, γειτονια, γινονται, γνώμονα, δυναμη, δικη, δειχνει, υπαρχει, ειρηνη, ελσινκι, εμφυλιος πολεμος, εμφυλιος, ενιοτε, εποχη, εσσδ, εσωτερικων, ευρωπη, ιδια, ισχυει, θετικο, κυβερνηση, κροατια, λαχανικα, μακεδονια, μητσοτακης, νατο, ονομα, ορος, ουσιαστικο, ουσια, πεδιο, περιβαλλον, περιφερειακο, υπογραφη, προβληματα, ρολο, συγκεκριμενα, συνεχεια, σειρα, τουρκια, βηματα, χωρα, ιδιαιτερο, ιδιαιτερα, πληγες, θεματα, θετικα
Τυχαία Θέματα