Οι επιπτώσεις της κλιματικής πολιτικής της ΕΕ στην ελληνική οικονομία

Οι προτεινόμενες αλλαγές στην πολιτική της Ε.Ε. για το κλίμα θα έχουν σημαντικές επιπτώσεις στην ελληνική βιομηχανία με προεκτάσεις και στο σύνολο της εγχώριας οικονομικής δραστηριότητας, επισημαίνει ο ΣΕΒ στο special report του με τίτλο: «Ανταγωνιστικότητα και κλιματική μετάβαση: Δυο αλληλένδετοι στόχοι για την Ευρώπη».

Σύμφωνα με το report του ΣΕΒ, οι επιπτώσεις στην εγχώρια βιομηχανία προέρχονται άμεσα από τη διαταραχή στο κόστος παραγωγής λόγω της σημαντικής αύξησης του

κόστους για την αγορά δικαιωμάτων εκπομπών CO2 καθώς και του κόστους έμμεσων εκπομπών, ενώ οι παραγωγοί ανταγωνιστικών προϊόντων εκτός ΕΕ θα επιβαρυνθούν μέσω εφαρμογής του Μηχανισμού Συνοριακής Προσαρμογής Άνθρακα (ΜΣΠΑ) μόνο για το μερίδιο της συνολικής παραγωγής τους που εξάγουν στην ΕΕ.

Ο Μηχανισμός Συνοριακής Προσαρμογής Άνθρακα (ΜΣΠΑ) που προτείνεται, μέσω των αλλαγών που συνεπάγεται στο Σύστημα Εμπορίας δικαιωμάτων Εκπομπών (ΣΕΔΕ), ως έχει σήμερα θα προκαλέσει:

Επιβάρυνση για τις επιχειρήσεις που θα υποχρεωθούν να προσαρμοστούν στο νέο πλαίσιο, από €197 εκατ. το 2023, που σταδιακά φτάνει στο ύψος των €1,1 - €1,3 δισ. το 2035 μόνο για την αγορά δικαιωμάτων εκπομπών που χάνονται λόγω της εφαρμογής του.Σε περίπτωση ένταξης και των έμμεσων εκπομπών στον ΜΣΠΑ, η οποία θα συνεπάγεται αλλαγή και στο καθεστώς παροχής αντιστάθμισης του κόστους έμμεσων εκπομπών θα προκύψει επιπλέον επιβάρυνση €225 εκατ. ετησίως κατά μέσο όρο μετά το 2026.Ως αποτέλεσμα της απώλειας μεριδίων στις αγορές, λόγω του κλιματικού αυτού ανταγωνιστικού μειονεκτήματος, η επιβάρυνση στο ΑΕΠ, κλιμακώνεται σε €1,7 δισ. το 2035.Αντίστοιχα, η απασχόληση πλήττεται με απώλεια που ξεπερνά τις 25,4 χιλ. θέσεις εργασίας το 2035 σε όλο το φάσμα επιχειρηματικής δραστηριότητας.Στο σενάριο πλήρους απώλειας των εξαγωγών των συγκεκριμένων κλάδων προς τρίτες χώρες, η συνολική επιβάρυνση στο ΑΕΠ φτάνει τα €5,1 δισ. το 2035 και η επίπτωση στην απασχόληση σε απώλεια 81,9 χιλ. θέσεων εργασίας.

Η διατήρηση των δωρεάν δικαιωμάτων αποτελεί το ελάχιστο αντίμετρο στα παραπάνω. Εφόσον παραμείνει:

Περιορίζεται η επιβάρυνση των κλάδων που πλήττονται κατά €290 - €500 εκατ. ετησίως το 2035 (ή κατά 26,1% - 38,2%).Μετριάζονται οι απώλειες στο ΑΕΠ κατά €650 εκατ. (ή κατά 38,2%) επιπτώσεις στην απασχόληση κατά 8,0 χιλιάδες θέσεις εργασίας (ή κατά 31,5%).

Πιο αναλυτικά, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΙΟΒΕ:

το έλλειμμα δικαιωμάτων άμεσων εκπομπών CO2 φτάνει σωρευτικά τα 109,8 εκατ. δικαιώματα εκπομπών CO2 την περίοδο 2021-2035, ενώ αυξάνεται στα 116,8 εκατ. δικαιώματα εκπομπών στην περίπτωση που συμπεριληφθούν στον ΜΣΠΑ όλοι οι κλάδοι που αντιμετωπίζουν κίνδυνο «διαρροής άνθρακα». Η διατήρηση της δωρεάν κατανομής με πιο αυστηρούς όρους εκτιμάται ότι θα περιόριζε το σωρευτικό έλλειμμα δικαιωμάτων στα 92,6 εκατ.το πρόσθετο κόστος των άμεσων εκπομπών CO2 για τους εγχώριους βιομηχανικούς κλάδους που υπόκεινται σε κίνδυνο «διαρροής άνθρακα» εκτιμάται σωρευτικά σε €8,55 δισ. την περίοδο 2021-2035, ενώ η κατάργηση των δωρεάν δικαιωμάτων για το σύνολο των κλάδων «διαρροής άνθρακα» αυξάνει τη σωρευτική διαφορά κόστους στα €9,17 δισ. Η διατήρηση της δωρεάν κατανομής δικαιωμάτων εκτιμάται ότι θα περιόριζε το σωρευτικό κόστος στα €7,10 δισ.οι έμμεσες εκπομπές CO2 των βιομηχανικών κλάδων «διαρροής άνθρακα» για την περίοδο 2021-2035 εκτιμάται ότι θα τείνουν να μειώνονται καθώς θα μειώνεται αντίστοιχα ο μέσος συντελεστής εκπομπών CO2 στο εγχώριο σύστημα ηλεκτροπαραγωγής και παράλληλα θα βελτιώνεται η αποδοτικότητα στην κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας. Ωστόσο, εξαιτίας του βασικού σχεδιασμού των ευρωπαϊκών αγορών ηλεκτρισμού (marginal pricing), το έμμεσο κόστος εκπομπών αναμένεται να παραμείνει σε υψηλά επίπεδα τουλάχιστον έως το τέλος της δεκαετίας. Ως αποτέλεσμα, ενδεχόμενη έλλειψη αντιστάθμισης στο μέλλον, με τις υψηλότερες τιμές δικαιωμάτων εκπομπών CO2 που φαίνεται ότι θα επικρατούν, θα αύξανε σημαντικά το κόστος των έμμεσων εκπομπών για τις βιομηχανίες εντάσεως ηλεκτρικής ενέργειας, σε 354 εκατ. ευρώ το 2025 (από 163 εκατ. ευρώ με αντιστάθμιση) και 225 εκατ. ευρώ κατά μέσο όρο την περίοδο 2026-2035.

Οι επιπτώσεις από τις αλλαγές στο πλαίσιο προστασίας από τον κίνδυνο «διαρροής άνθρακα» αναμένεται να είναι σημαντικές για την εγχώρια βιομηχανία και ειδικότερα για τους κλάδους που εντάσσονται άμεσα ή σε επόμενη φάση στον ΜΣΠΑ – με σημαντικές πρόσθετες επιπτώσεις στην εγχώρια οικονομική δραστηριότητα. Η επίπτωση (απώλεια) στο ΑΕΠ εκτιμάται σε €1,58 δισ. το 2035 (0,75% του ΑΕΠ).

Η διαφαινόμενη συμπερίληψη και των υπόλοιπων κλάδων «διαρροής άνθρακα» στον ΜΣΠΑ το 2031 με πλήρη κατάργηση των δωρεάν δικαιωμάτων έως το 2035 διευρύνει την εκτίμηση της επίπτωσης στο ΑΕΠ σε €1,7 δισ. το 2035 (0,82% του ΑΕΠ).

Αντίστοιχα, η επίπτωση στην απασχόληση εκτιμάται ότι μπορεί να φτάσει τις 23.320 θέσεις εργασίας το 2035 (0,52% της συνολικής απασχόλησης), ενώ η επέκταση του ΜΣΠΑ και η κατάργηση της κατανομής δωρεάν δικαιωμάτων σε όλους τους βιομηχανικούς κλάδους «διαρροής άνθρακα» αυξάνει τις απώλειες σε 25.430 θέσεις εργασίας το 2035.

Επίσης, η ενδεχόμενη κατάργηση στο μέλλον του πλαισίου αντιστάθμισης του κόστους έμμεσων εκπομπών, θα διεύρυνε τις αρνητικές επιπτώσεις, ιδίως σε συγκεκριμένους κλάδους με υψηλή ένταση κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας, δημιουργώντας πρόσθετους κινδύνους για την ελληνική βιομηχανία και οικονομία. Εκτιμάται ότι η κατάργηση της αντιστάθμισης του κόστους έμμεσων εκπομπών αυξάνει την επίπτωση στο ΑΕΠ σε έως 1,95 δισ. ευρώ το 2035 (0,93% του ΑΕΠ), ενώ η επίπτωση στην απασχόληση αυξάνεται σε έως 28.800 θέσεις εργασίας το 2035 (0,64% της συνολικής απασχόλησης).

Συνεπώς, ανάλογα με το σενάριο πολιτικής και τις τιμές των δικαιωμάτων εκπομπών CO2, η κατάργηση της αντιστάθμισης του έμμεσου κόστους εκπομπών εκτιμάται ότι θα επιφέρει πρόσθετες απώλειες 140-235 εκατ. ευρώ στο ΑΕΠ και 2.100-3.350 θέσεων εργασίας στην ελληνική οικονομία.

Η υπόθεση της πλήρους απώλειας των ελληνικών εξαγωγών σε τρίτες χώρες συνδέεται με την ιδιαίτερα σημαντική αδυναμία ότι η προτεινόμενη πολιτική δεν μεριμνά για την προστασία από τον κίνδυνο «διαρροής άνθρακα» των εξαγωγών των προϊόντων που περιλαμβάνονται στον ΜΣΠΑ προς τρίτες χώρες.

Η επίπτωση στο ΑΕΠ σε αυτή την περίπτωση μπορεί να φτάσει τα €2,38 δισ. το 2035 (1,13% του ΑΕΠ), αντί €1,3 δισ., ενώ η διαφαινόμενη ένταξη και των υπόλοιπων βιομηχανικών κλάδων έντασης εκπομπών στον ΜΣΠΑ το 2031 με πλήρη κατάργηση των δωρεάν δικαιωμάτων έως το 2035 διευρύνει την εκτίμηση της επίπτωσης στο ΑΕΠ σε €5,13 δισ. το 2035 (2,6% του ΑΕΠ), κυρίως μέσω των έμμεσων και προκαλούμενων επιδράσεων στην οικονομία.

Αντίστοιχα, η επίπτωση στην απασχόληση εκτιμάται ότι μπορεί να φτάσει τις 35,1 χιλ. θέσεις εργασίας το 2035 (0,79% της συνολικής απασχόλησης), αντί 24,5 χιλ., ενώ η επέκταση του ΜΣΠΑ και η κατάργηση της κατανομής δωρεάν δικαιωμάτων σε όλους τους βιομηχανικούς κλάδους έντασης εκπομπών αυξάνει τις απώλειες σε 81,9 χιλιάδες θέσεις εργασίας το 2035 (1,9% της συνολικής απασχόλησης).

Οι επιπτώσεις στην οικονομία, αλλά και οι κίνδυνοι, μετριάζονται με τη διατήρηση της κατανομής δωρεάν δικαιωμάτων. Σε αυτή την περίπτωση, οι επιπτώσεις στο ΑΕΠ περιορίζονται το 2035 κατά €650 εκατ. (ή κατά 38,2%). Η διατήρηση της κατανομής δωρεάν δικαιωμάτων εκτιμάται, επίσης, ότι θα οδηγούσε έως το 2035 σε 8,0 χιλιάδες λιγότερες απώλειες θέσεων εργασίας (ή 31,5% λιγότερες) σε σύγκριση με την περίπτωση πλήρους κατάργησης των δωρεάν δικαιωμάτων.

Η επίπτωση στο ΑΕΠ από τις αλλαγές στο πλαίσιο προστασίας από τον κίνδυνο «διαρροής άνθρακα» μπορεί να φτάσει τα €1,7 δισ. το 2035 (0,82% του ΑΕΠ). Αντίστοιχα, η επίπτωση στην απασχόληση εκτιμάται ότι μπορεί να φτάσει τις 25.430 θέσεις εργασίας. Η διατήρηση της δωρεάν κατανομής περιορίζει τις απώλειες κατά 38,2% και 31,5% αντίστοιχα.

Οι εκτιμήσεις δείχνουν ότι η Ακαθάριστη Προστιθέμενη Αξία (ΑΠΑ) της Μεταποίησης μειώνεται σε όλα τα σενάρια, δυσκολεύοντας τον στόχο για σημαντική ενίσχυση της συμμετοχής της βιομηχανίας στην ελληνική οικονομία τα επόμενα χρόνια.

Αξίζει να επισημανθεί ότι οι παραπάνω απώλειες σε όρους ΑΕΠ και θέσεων εργασίας υπερβαίνουν αντίστοιχες απώλειες που έχουν εκτιμηθεί από το ΙΟΒΕ (2020) για την περίπτωση της απολιγνιτοποίησης.

Τέλος, η αύξηση στα δημόσια έσοδα από τις προωθούμενες αλλαγές (κυρίως έσοδα από τη δημοπράτηση δικαιωμάτων εκπομπών) εκτιμάται σε €340 - €450 εκατ. ετησίως κατά μέσο όρο την περίοδο 2026 – 2035. Ωστόσο, τα οικονομικά οφέλη από την αξιοποίηση αυτών των εσόδων εκτιμάται ότι μετριάζουν σε ελάχιστο βαθμό τις άμεσες αρνητικές οικονομικές συνέπειες.

ελληνική βιομηχανίαεγχώρια οικονομίακλιματική αλλαγήΜΣΠΑεκπομπές άνθρακα
Keywords
Τυχαία Θέματα