«Πόλεμος τοπίων» γεμάτος μουσική και ενέργεια

21:40 5/6/2017 - Πηγή: efsyn
ΣΥΝΑΝΤΗΣΕΙΣ tzavaras-kataxanas.jpg Οι εξαιρετικοί μουσικοί Βασίλης Τζαβάρας (αριστερά) και Μιχάλης Καταχανάς (δεξιά) 05.06.2017, 18:00 | Ετικέτες: μουσικοί Συντάκτης: Λένα Κυριακίδη

Μία πολύ ωραία και δύσκολη ακροβασία κατορθώνουν ο Βασίλης Τζαβάρας και ο Μιχάλης Καταχανάς στην μουσικοθεατρική παράσταση «Πόλεμος τοπίων», που βασίζεται στο ομώνυμο αφήγημα του Δημήτρη Αλεξάκη και στο βιβλίο του Ηλία Πούλου «Τασκένδη / Εξόριστες μνήμες» με συνεντεύξεις μαχητών του Δημοκρατικού Στρατού, σε σκηνοθεσία της Irène Bonnaud.

Πρόσωπα χωρίς στόμα, μύτη,

μάτια, σαν σπασμένα αγάλματα του αρχαιολογικού μουσείου / Είχε ξεχάσει τα περισσότερα από τα ψευδώνυμα του. / Κάποιοι θα γυρίσουν πίσω χωρίς το όνομά τους. / Ο αγώνας είναι σκληρός, εμάς ως κι οι πέτρες μας κυνηγάνε / Έπιασαν τη μάνα μου και την φυλάκισαν / Αν και είχαν δύο παιδιά στον εθνικό στρατό μας έκρυψαν. Την άλλη μέρα βγήκαμε στο βουνό με τους αντάρτες. / Μου έδωσαν ένα όπλο πιο μεγάλο από μένα / Σήκωσε η κοπέλα το οπλοπολυβόλο και σκότωσε δυο τρία παιδιά. Ούτε που κατάλαβε πως / Ο θάνατος δεν είναι παρά το τίμημα που πληρώνεις παρά το τίμημα για να σταματήσει ο πόνος / Είναι περισσότερες από 50 μέρες ή 50 χρόνια που περπατούμε. /Δουλοπάροικοι, κτηνοτρόφοι, στρατιώτες. / Η τρομοκρατία ήταν λευκή ή μαύρη, δεν θυμάμαι πια. / Μόνο τα δέντρα δεν ρωτούν τον άνθρωπο με ποια πλευρά είναι.

Τα παραπάνω λόγια είναι από μαρτυρίες που ντύνουν οι δύο εξαιρετικοί μουσικοί επί σκηνής με την ηθοποιό Φωτεινή Μπάνου σε ένα χώρο ανάμεσα στο παρελθόν και το παρόν, συναντώντας τα φαντάσματα και τις μουσικές της εποχής, ηπειρώτικες, ρεμπέτικες, ρώσικες και αντιμετωπίζοντας το λόγο σαν μία επιμέρους μελωδία.

Ανάμεσα στην προετοιμασία του νέου δίσκου του Μιχάλη με τον Joe Tornabene και τα live του Βασίλη, μας μίλησαν για τη μουσική, η οποία αποτελεί η ίδια μία γλώσσα που απευθύνεται σε όλο τον κόσμο και ομορφαίνει τη ζωή, για τη σοβαρή παραγωγή, που σήμερα βγαίνει από τον ιδρώτα του μουσικού, αλλά και για ένα ρεύμα που κινείται υπόγεια, όσο πάει μεγαλώνει, αυτοοργανώνεται και απευθύνεται σε αρκετό κόσμο, όμως ακόμα δεν έχει πρόσβαση σε μεγάλο κοινό.

• Έχετε ξαναγράψει μουσική για θέατρο;

Β.Τ.: Συνεργάζομαι με την ομάδα ΑΤΟΝΑΛ της Σοφίας Μαραθάκη, έχω γράψει μουσικές για τέσσερις παραστάσεις της και σε κάποιες από αυτές έπαιζα και ζωντανά. Έχω ξαναπαίξει στο θέατρο και είναι πολύ ωραίο. Δεν είναι πάντα πολύ εύκολο. Οι θεατρικές πρόβες είναι πιο χρονοβόρες. Εμείς με το Μιχάλη δεν είχαμε ξαναπαίξει μαζί, αλλά πολύ γρήγορα σχεδόν κατευθείαν δέσαμε, καταλάβαμε τι κάνει ο ένας, τι κάνει ο άλλος και πως θα γίνει.

Μ.Κ.: Έχω γράψει μουσική για μία παράσταση που λεγόταν «Ένα καρφί στον τοίχο» του Λευτέρη Καταχανά, την οποία είχε σκηνοθετήσει ο Χρήστος Στέργιγλου και είχε ανέβει στο θέατρο του Νέου Κόσμου. Έχω παίξει σε θεατρική σκηνή απλά ως μουσικός, όχι ως συνθέτης. Το θέατρο έχει διαφορετικούς κώδικες με τη μουσική. Έχουν πολύ μεγάλη σημασία η πρόβες, ενώ στη μουσική έχουμε μάθει να είμαστε πιο γρήγοροι.

• Τι σας «συνδέει» με την ιστορία του εμφύλιου, τους πολιτικούς πρόσφυγες και τους εξόριστους;

Μ.Κ.: Δεν έχω κάποιο συγγενή που να ήταν με την πλευρά των «ηττημένων». Ο παππούς μου πολέμησε στον εμφύλιο, αλλά ήταν στον κυβερνητικό Εθνικό Στρατό και όταν ήμασταν μικροί μας έλεγε κάποιες ιστορίες χωρίς να καταλαβαίνουμε και πολύ περί τίνος επρόκειτο. Εμένα με εντυπωσίασε πολύ και το συγκεκριμένο ζήτημα, της Τασκένδης και των ανταρτών, καταρχήν η πορεία τους στο χάρτη και το γεγονός ότι δημιουργήθηκε μία ελληνική κοινότητα από τους αντάρτες. Πρόσφατα έμαθα από μια φίλη ότι στην Τασκένδη έστελναν τους πιο υγιείς για να δουλέψουν στα εργοστάσια γιατί ήταν αναπτυσσόμενη βιομηχανική περιοχή. Αλλού έστελναν τους γέρους και τους άρρωστους. Τους μοίρασαν, κάποιοι πήγαν Πολωνία, Βουλγαρία, Ουγγαρία σε άλλα κράτη της Σοβιετικής Ένωσης.

Β.Τ.: Είναι μία ιστορία που δεν την μάθαμε στα σχολεία, ειδικά η δική μου η γενιά, αλλά κυρίως από οικογενειακές αφηγήσεις. Εγώ λόγω του πατέρα μου, που είχε ζήσει τα Δεκεμβριανά και τα θυμόταν ως παιδί, έχω μία ευαισθησία με αυτά τα γεγονότα και την περίοδο. Βέβαια είναι δύσκολο να μιλήσεις για την ιστορία του εμφυλίου, και πάντα αυτές οι προσπάθειες συμφιλίωσης είναι λίγο περίεργες και δύσκολες. Τώρα με την άνοδο της ακροδεξιάς αυτά είναι θέματα, τα οποία πρέπει να τα ξαναδούμε.

Μ.Κ.: Προχθές που ήταν η επέτειος της άλωσης της Κωνσταντινούπολης, έκανα περίπατο και πέτυχα την εκδήλωση της Χρυσής Αυγής έξω από τη Μητρόπολη με Μιχαλιάκο, Λαγό κλπ Χάρηκα γιατί μπροστά ο κόσμος δεν ήταν πάνω από 100 άτομα. Ήταν μία πολύ θλιβερή συγκέντρωση και αναθάρρησα κάπως.

• «Ήμασταν νηστικοί και κουρασμένοι κι έρχεται ο διοικητής και μου λέει Παναγιώτη και μου λέει παίξε κανά ζεϊμπέκικο» ακούμε στην παράσταση. Ποια θεωρείται ότι ήταν η λειτουργία των τραγουδιών στις ατελείωτες πορείες και γενικά στον πόλεμο;

Β.Τ.: Σίγουρα οι άνθρωποι στις δύσκολες στιγμές τραγουδάνε, στις βαμβακοφυτείες, στις φυλακές, οι σκλάβοι κλπ. Γιατί συσπειρώνονται και παίρνουν κουράγιο. Προφανώς υπήρχαν όλα αυτά τα τραγούδια, τα οποία είναι επαναστατικά και αγωνιστικά ·τα αντάρτικα, που τους ανέβαζαν το ηθικό.

Μ.Κ.: Από τη μία να τους αναπτερώσει το ηθικό, από την άλλη να δώσει μία αίσθηση κανονικότητας. Μέσα σε αυτή τη φρίκη, την οποία ζούσαν. Δεν νομίζω ότι εμείς μπορούμε να το φανταστούμε αυτό, μόνο εικασίες μπορούμε να κάνουμε.

• Προέρχεστε και οι δύο από από την πειραματική σκηνή. Πως γράψατε τις συνθέσεις;

Β.Τ.: Δουλέψαμε όλοι μαζί. Η σκηνοθέτρια είχε πολύ συγκεκριμένες προτάσεις για τα δύο ηπειρώτικα, το ένα ρεμπέτικο και το θέμα του Σοστακόβιτς, που έχουμε διασκευάσει με το Μιχάλη. Ήθελε τα τραγούδια με αυτούς τους στίχους.

Το υπόλοιπο βγήκε μέσα από το παίξιμο μεταξύ μας και τις πρόβες, δοκιμάζοντας, παίζοντας, απορρίπτοντας, ηχογραφώντας και ακούγοντας για να δούμε τι θα αλλάξουμε, τι θα κρατήσουμε. Αυτό που βοηθάει πολύ είναι ο συνδυασμός των δύο οργάνων, της βιόλας και της κιθάρας. Και τα δύο έγχορδα, αλλά το πρώτο μπορεί να έχει πολύ πιο μελωδικό χαρακτήρα και να παίξει θέματα. Ηχητικά επίσης δένει πάρα πολύ η ακουστική κιθάρα με τη βιόλα και τα loops.

Μ.Κ.: Ο Βασίλης με όλες αυτές τις λούπες που κάνει δίνει μία τεχνική και αισθητική υποστήριξη που μπορεί να φτιάξει κάτω από τις μελωδίες είναι κάτι το οποίο μπορεί να έρθει να σου δώσει ελευθερία στο πως θα παίξεις μία μελωδία, στο πως θα αυτοσχεδιάσεις κάτι, πως μπορείς να βάλεις στην επιφάνεια αυτού κάποιο άλλο στρώμα μουσικό. Νομίζω κόλλησε πάρα πολύ καλά η όλη διαδικασία.

• Γιατί η μουσική έγινε δομικό στοιχείο αυτής της παράστασης;

Β.Τ.: Επειδή ακριβώς υπάρχουν οι μαρτυρίες από τη μία και τα κείμενα του Δημήτρη από την άλλη, που είναι πιο λογοτεχνικά και βέβαια αναφέρονται σε όλα αυτά που οι μαρτυρίες λένε. Νομίζω η Ιρέν ήθελε να τα αντιμετωπίσει σαν μουσικά κομμάτια και ενδεχομένως ήθελε να αποφύγει το στεγνό θέατρο ντοκουμέντο.

Μ.Κ.: Συζητώντας με την Ιρέν κατάλαβα ότι αγαπά πολύ το σινεμά. Επειδή αυτό είναι μία διήγηση και τα κείμενα του Αλεξάκη είναι πιο φιλοσοφικά με σκέψεις πάνω στις μαρτυρίες, τον εμφύλιο και τη μνήμη του, ήθελε να δώσει και μία κινηματογραφική διάσταση. Οι μαρτυρίες είναι εικόνες που περνάνε μέσω του λόγου στο θεατή. Αν βάλεις ένα σάουντρακ σε αυτή την ταινία, που ο θεατής πλάθει την ώρα που κάποιος του διηγείται ιστορίες –στη συγκεκριμένη περίπτωση η Φωτεινή-, τότε φτιάχνει εικόνες και του κάνεις τη ζωή ακόμα πιο εύκολη. Του φέρνουμε τις εικόνες πιο κοντά ή περνάμε με τη μουσική τις διαθέσεις που υποβόσκουν από πίσω.

Β.Τ.: Ή τονίζουμε κάποια πράγματα. Νομίζω ότι φτιάχνουμε ένα ηχητικό περιβάλλον, πάνω στο οποίο πατάει η Φωτεινή, το οποίο δημιουργεί είτε ένταση είτε κάποια απειλή κλπ.

Η πρωταγωνίστρια Φωτεινή Μπάνου |

• Πως δουλέψατε με την Φωτεινή Μπάνου και φτάσατε να γίνεται ένα μουσικό τρίο;

Β.Τ.: Είναι πολύ δύσκολο, είναι μία ακροβασία, αλλά γι αυτό νομίζω ότι είναι πάρα πολύ ωραίο το να συνομιλήσεις. Όπως είπαμε προηγουμένως, εμείς ως μουσικοί έχουμε έναν κώδικα να συνεννοούμαστε. Το να βρεις έναν κοινό όμως με έναν ηθοποιό χωρίς εμείς να καταπιέζουμε παίζοντας περισσότερο από ότι θα «έπρεπε» και από την άλλη έχοντας το χώρο να συνδημιουργήσουμε στην ουσία, για μένα είναι ένα στοίχημα κάθε βράδυ. Το έχουμε φέρει σε πολύ καλό σημείο μέσα από τις πρόβες και τις παραστάσεις -γιατί σε αυτές ούτως ή άλλως δοκιμάζεται ότι κάνεις-. Ακριβώς επειδή ακροβατείς με την καλή έννοια, χρειάζεται τρομερή συγκέντρωση για να μπεις μέσα σε αυτό το πράγμα και να βρεις τη χρυσή τομή. Γιατί το γεγονός ότι εμείς έχουμε κοινό κώδικα το κάνει πολύ εύκολο μεταξύ μας, αλλά ταυτόχρονα αποτελεί μία παγίδα να μην είναι χωριστό από της Φωτεινής. Κι αντίστοιχα για εκείνη που κουβαλάει όλο αυτό το φορτίο.

Μ.Κ.: Η Φωτεινή έχει εμπειρία ως μουσικός κι έχει τραγουδήσει ρεμπέτικα. Ερμηνεύει υπέροχα κι εγώ προσωπικά χαίρομαι κάθε φορά που την ακούω. Υπήρχε από την αρχή μία πολύ ωραία ισορροπία ανάμεσα στο λόγο και τη μουσική, στο πως θα συνεργαστούμε και στο τι ελευθερίες δίνουμε ο ένας στον άλλο. Δεν δυσκολευτήκαμε να βρούμε τους χώρους που μας αναλογούσαν στο όλο εγχείρημα. Και έγινε με πολύ ωραίο τρόπο, καλή διάθεση, σεβασμό και χιούμορ.

Ακολουθείς μία ιστορία θέλοντας και μη, δεν γίνεται διαφορετικά αν δεν μπεις μέσα στο τρίπ της παράστασης, γινόμαστε κι εμείς ηθοποιοί και η Φωτεινή γίνεται κι αυτή μουσικός, γιατί με τους ήχους αναλαμβάνουμε να παίξουμε κάποιους ρόλους.

• Εσύ Μιχάλη σε κάποια στιγμή συνοδεύεις με τη φωνή σου…

Μ.Κ.: Η βιόλα σε ένα σημείο είναι συνδεδεμένη με μικρόφωνο και τραγουδώντας μέσα από το ηχείο της, ενισχύεται η φωνή, αλλάζει το ηχόχρωμά της και αφήνει και στίγματα πάνω στο όργανο! (γέλια)

Β.Τ.: Είναι μια περιπέτεια κάθε βράδυ και είναι πολύ ωραίο. Νομίζω ότι είναι μία παράσταση που δεν μπορείς απλά να διεκπεραιώσεις. Δηλαδή εδώ στην τάδε ατάκα της Φωτεινής εγώ πρέπει να κάνω αυτό ή στην τάδε νότα του Μιχάλη, να κάνω εκείνο.

Μ.Κ.: Μα και τα πιο απλά πράγματα που καλούμαστε να κάνουμε, αν δεν γίνουν με την απαραίτητη ενέργεια, δεν υφίστανται. Κι αυτό ισχύει σε καθετί. Στη live performance, σε ένα σόλο, η ενέργεια απαιτείται για να πείσει τον θεατή αυτό που συμβαίνει. Για να του δώσεις αυτό που θέλεις να περάσεις, πρέπει να δώσεις την απαραίτητη ενέργεια, γιατί αν το κάνεις αδιάφορα, δεν θα έχει το ίδιο αποτέλεσμα.

Β.Τ.: Σκέψου ότι εγώ έχω την εξής δυσκολία: παίρνω τη μία κιθάρα, αφήνω την άλλη, βγάζω το ένα καλώδιο, βάζω το άλλο. Προσπαθώ να το κάνω με τέτοια διακριτικότητα που να μην σπάσει αυτό που έχουμε φτιάξει, όπως θα γινόταν αν το έκανα ξαφνικά και άγαρμπα. Πρέπει να το κάνω σαν είναι μέρος της παράστασης. Οφείλεις να σεβαστείς τις σιωπές, την ησυχία και την ένταση.

Μ.Κ.: Αλλιώς είναι διαρροή ενέργειας, είναι πολύ σημαντικό σε ότι και να κάνεις. Ειδικά όταν παρουσιάζεις κάτι.

• Πως είναι να παίζεται πάνω σε μαρτυρίες που μιλούν για θάνατο, πόνο, βία, σκληρό αγώνα, αδικία;

Μ.Κ.: Χωρίζοντας τις μαρτυρίες μας σε μέρη η σκηνοθέτρια μάς βοήθησε λέγοντας μας τι διάθεση θέλει από κάθε μέρος. Ποια είναι η συνολικά διάθεση χονδρικά του κάθε μέρους, που έχει υπομέρη που έχουν μία διακλάδωση συναισθημάτων και διαθέσεων που δουλέψαμε επιμέρους.

Β.Τ.: Αποφεύγοντας και μία προσπάθεια να μην είναι περιγραφικό αυτό, γιατί ίσως τότε θα ήταν λίγο φλύαρο. Παίζοντας μελωδικά ή λιγότερο μελωδικά στο κομμάτι που είναι πιο οξύ, φτιάχνουμε ένα ηχητικό τοπίο για να μπει ο άλλος μέσα σε αυτό. Ενδιαφέρον είναι ότι ήρθαν αρκετοί Γάλλοι, που μπορεί να μην καταλάβαιναν τα λόγια, αλλά μας είπαν ότι ένιωσαν το κρύο κλπ.

Μ.Κ.: Μπορεί κάποιος να δει την παράσταση σαν ένα ηχητικό αποτέλεσμα. Αντιμετωπίσαμε κι εμείς τη γλώσσα σαν μία επιμέρους μελωδία. Φτιάχνουμε το υπόστρωμα και τα ηχητικά τοπία βάσης πάνω στα οποία μπαίνει η μελωδία του λόγου.

• Πως είδατε τις ίδιες τις μαρτυρίες με τα τραύματα που διηγούνται;

Β.Τ.: Ήξερα το έργο του Ηλία, ο οποίος όταν επέστρεψε στην Τασκένδη έβγαλε και φωτογραφίες αυτούς τους ανθρώπους με πολύ έντονο τρόπο. Αυτό που μου είχε μείνει από το βιβλίο είναι τα πολύ σκληρά φωτογραφική πορτρέτα. Βλέπεις στα πρόσωπα των γερασμένων πλέον ανταρτών να είναι χαραγμένο όλο αυτό το πράγμα. Εμείς ήρθαμε σε επαφή και με ηχητικό από τις συνεντεύξεις. Είναι πολύ συναισθηματικά φορτισμένο, όπως και τα κείμενα του Δημήτρη, αλλά και η δουλειά του Ηλία να επιστρέψει μετά από τόσα χρόνια στη Τασκένδη, όπου γεννήθηκε. Από την πρώτη στιγμή ήταν πολύ έντονο και για τους δυο μας. Πως έρχεσαι σε επαφή με αυτές τις μαρτυρίες, ακόμα και με τις αντιφάσεις.

Ακούγονται δυο τρεις, που έλεγαν: «εγώ δεν θυμάμαι τίποτα», «δεν ξέρω τίποτα», «μη με ρωτάς». Υπάρχουν κι άνθρωποι που αρνούνται για τους δικούς τους λόγους ή δεν είναι σίγουρο 100% ότι λένε την αλήθεια. Θέλει πολύ προσοχή το πώς το προσεγγίζεις αυτό. Με πολύ μεγάλο σεβασμό εννοείται, αλλά και προσοχή γιατί μπορεί να υπάρχει μία υπερβολή κάποιου που θέλει να εμφανιστεί ήρωας. Εμένα με εντυπωσιάζει το δύσκολο κομμάτι εκείνων που αρνούνται να μιλήσουν.

Αφίσα |

• Πιστεύεται ότι πρόκειται για ένα επίκαιρο ζήτημα; Σε μία μαρτυρία αναφέρεται ότι «το παιδί του 1947 παίρνει σήμερα σύνταξη 563 ευρώ».

Β.Τ.: Αυτό σαν ατάκα βγάζει και γέλιο σε κάποιους θεατές. Από την άλλη, κάποιοι το βρίσκουν τραγικό. Υπάρχουν μαρτυρίες οι οποίες είναι πολύ τραγικές. Για παράδειγμα, η ιστορία του αντάρτη που είχε αυτοκτονήσει και τον βρήκαν παγωμένο η μάνα με τα παιδιά. Και σαν εικόνες είναι πολύ δυνατές.

Μ.Κ.: Η τραγικότητα δεν έρχεται σαν αίσθηση στο παρόν, την ώρα που ζεις αυτό το πράγμα γιατί ίσως δεν υπάρχει ο χρόνος να την βιώσεις, απλά το ζεις και προσπαθείς να ανταπεξέλθεις. Έρχεται μετά, όταν αυτό γίνεται πλέον παρελθόν. Νομίζω η τραγικότητα έχει να κάνει ίσως με ενοχή και αποστασιοποίηση από το ίδιο το γεγονός. Δεν ξέρω πως θα μιλούν οι άνθρωποι μετά από πενήντα χρόνια για την περίοδο που ζούμε σήμερα. Αλλά εμείς, κι ο καθένας με τις όποιες δυσκολίες αντιμετωπίζει, ίσως δεν έχει χρόνο να σκεφτεί τι τραγικό πράγμα είναι αυτό. Πρέπει να σκεφτεί τι θα κάνει.

• Τι θεωρείται ότι κομίζει αυτή η παράσταση, που ακροβατεί ανάμεσα στη βαρβαρότητα της Ιστορίας και την ευγένεια μουσικής;

Β.Τ.: Για μένα ήταν σημαντική η αντίδραση του Ηλία Πούλου, που ήρθε και μας αγκάλιασε τρομερά συγκινημένος. Το πως η βαθιά προσωπική ιστορία ενός ανθρώπου -γεννημένου στην Τασκένδη από αντάρτες γονείς, που γύρισε στην Ελλάδα, στα 18 πήγε στη Γαλλία, και επέστρεψε το 2008 στην Τασκένδη, προχωράει ένα βήμα παραπέρα και συνομιλεί με τα κείμενα του Δημήτρη, τη σκηνοθετική ματιά της Ιρέν, τη Φωτεινή που φέρει αυτό το λόγο και με εμάς τους δύο που ντύνουμε μουσικά. Πως από ένα σπόρο φυτρώνει ένας άλλος καρπός και πως είναι βαθιά συναισθηματικό, χωρίς να είναι μελό. Δεν είναι μανιφέστο με μία γραμμή ενός κόμματος. Προφανώς παίρνεις θέση με το γεγονός ότι δίνεις λόγο σε αυτούς τους ανθρώπους. Αλλά για μένα αν κομίζει κάτι, είναι ένα βαθιά συναισθηματικό πρότζεκτ του Ηλία, που γίνεται κάτι άλλο, που μπορεί να συγκινήσει κάποιον ή να τον παρακινήσει να διαβάσει.

Μ.Κ.: Αυτό εύχεται ο καθένας που κάνει κάτι. Είναι μία ματιά πάνω σε αυτό το ιστορικό γεγονός, το οποίο αποτελεί ένα δικό μας μυστικό, από αυτά που όλα τα έθνη έχουν και κρύβουν στα ντουλάπια τους. Και είναι ωραίο που έχει φτάσει η ώρα να το αντιμετωπίσουμε με μία εξωτερική ματιά, που είναι λίγο πιο αποσταστιοποιημένη και μπορούμε να το δούμε σαν ένα γεγονός. Προσπαθώντας να μην πάρουμε θέση, απλά ως αφορμή για να δημιουργήσουμε κάτι.

Ένας φίλος του πατέρα του Ηλία του έλεγε: «Αχ εμάς ούτε τα κόμικς δεν θα μας γράψουν». Και τώρα έρχεται και βλέπει μία παράσταση που έχει στηριχτεί σε αυτό το βιβλίο, έχει φύγει από αυτόν και έχει αποκτήσει τη δικιά της ζωή. Είναι μάλλον και μία δικαίωση για τους ανθρώπους που έζησαν όλη αυτή την ιστορία και είναι εντελώς άγνωστη στον πολύ κόσμο, ενώ συνιστά ένα σημαντικό μέρος. Ύστερα αυτοί οι άνθρωποι που έζησαν όλοι τους τη ζωή πιστεύοντας και υπηρετώντας συγκεκριμένα ιδανικά, με την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, αυτό τελείωσε. Απίστευτο, δεν μπορώ να το φανταστώ.

Β.Τ.: Νομίζω βοήθησε το γεγονός ότι η Ιρέν δεν είναι Ελληνίδα. Είναι ένας πολύ ευαίσθητος άνθρωπος και πολιτικοποιημένος, αλλά έρχεται να μιλήσει για μία ιστορία που δεν είναι δική της. Έχει μία απόσταση και μία άλλη προσέγγιση, χωρίς εύκολους εντυπωσιασμούς.

Μ.Κ.: Πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε οι Έλληνες δημιουργοί, επειδή είναι μέσα στην ιδιοσυγκρασία μας και συνδεόμαστε πολύ είτε με την παραδοσιακή μας μουσικής είτε με την ιστορία, συνιστά αυτή η άμεση συναισθηματική σύνδεση, που δεν σε αφήσει να δεις κάποιες πράγματα, να πάρεις την απαραίτητη απόσταση από αυτό που ερευνάς και από το οποίο θέλεις να αντλήσεις έμπνευση και υλικό. Πρέπει να πάρεις μία απόσταση, να το δεις πιο ξεκάθαρα και μετά να αρχίσεις να κάνεις τη δουλειά σου. Είναι σημαντικό, έχω την αίσθηση ότι μας λείπει και είναι κρίμα γιατί έχουμε τόσο πλούσια μουσική και ιστορική παράδοση. Μία μικρή χώρα στη μέση πολιτισμών, σε κάθε μέρος της Ελλάδας έχει και διαφορετική μουσική. Τις τελευταίες δεκαετίες έχουμε αρχίσει λίγο να εξερευνούμε δημιουργικά την παράδοση και την ιστορία μας με δημιουργικό και σύγχρονο τρόπο. Αλλά νομίζω ότι πάντα υπήρχε πρόβλημα στο να πάρουμε μία απόσταση από τα βιώματα μας.

• Ποια είναι η εμπειρία της συνεργασίας σας με το ΚΕΤ;

Β.Τ.: Το ΚΕΤ κάνει πολύ ιδιαίτερα πράγματα και δίνει χώρο στο να γίνονται πειραματισμοί, συναυλίες αυτοσχεδιαστικής μουσικής. Και σιγά σιγά προσελκύει ένα κοινό, που θα έρθει μία φορά, θα δει κάτι ενδιαφέρον και θα ξανάρθει. Έχουμε παίξει διάφορα πράγματα στο παρελθόν, ο Μιχάλης με το δικό του γκρουπ, αλλά και ντουέτο με τον Costinho, Κωστή Ζουλιάτη. Εγώ με τους silent move έχουμε διοργανώσει φεστιβάλ αυτοσχεδιασμού, που παίζουμε πάνω σε ταινίες. Δεν υπάρχουν πολλοί τέτοιοι χώροι, όπως αυτός που σε εμάς επιτρέπει να δοκιμάζουμε πράγματα.

Μ.Κ.: Προσπαθεί το Κέντρο Ελέγχου Τηλεοράσεων να παρουσιάζει παραστάσεις με έναν νεωτερισμό, ειλικρίνεια και μια ποιότητα, ακόμα κι αν αυτή δεν συνάδει με τη μέινστριμ αντίληψη του κόσμου τι είναι ωραίο και τι όχι.

Ένα καλλιτεχνικό ρεύμα κινείται πλέον υπόγεια

Μ.Κ.: Τα τελευταία περίπου δέκα χρόνια υπάρχει μία underground κουλτούρα και γίνονται διάφορα οργανωμένα ή λιγότερα οργανωμένα, αν και είναι νωρίς να το πούμε αυτό. Έχω την αίσθηση ότι αρχίζει να κινείται υπόγεια ένα ρεύμα, το οποίο όσο πάει μεγαλώνει, αυτοοργανώνεται, και απευθύνεται σε αρκετό κόσμο, αλλά ακόμα δεν έχει πρόσβαση σε μεγάλη κοινό. Και μπορεί να μην λειτουργούσε ποτέ με μεγάλο κοινό αυτή η διαδικασία. Όμως, η Αθήνα καλλιτεχνικά διαθέτει πολύ πλούτο θεατρικό και μουσικό.

Β.Τ.: Πολλές φορές συζητάμε για το πόσα θέατρα έχει η Αθήνα, ή εικαστικά με την documenta για παράδειγμα. Όμως, η μουσική ενδεχομένως προβάλλεται λιγότερο από τα υπόλοιπα. Υπάρχει ένας τεράστιος αριθμός μουσικών, πρότζεκτ, σχημάτων, τα οποία πραγματικά δεν έχουν να ζηλέψουν τίποτα με το τι συμβαίνει αυτή τη στιγμή έξω.

Στην πειραματική σκηνή, στον ελεύθερο αυτοσχεδιασμό, στη τζαζ, αγγλόφωνο ροκ, που είναι σε εξαιρετικό επίπεδο. Εγώ –και όχι μόνο επειδή ανήκουμε σε αυτό το χώρο μουσικά- ελπίζω σιγά σιγά να αποκτήσει μεγαλύτερο κοινό. Δηλαδή να συνειδητοποιήσει ο οποίος κόσμος πάει ακόμα σε μικρότερες συναυλίες ότι ρε συ υπάρχει κάτι πολύ ζωντανό και γεννάει συνέχεια ιδέες, προτείνει πράγματα που δεν τα βλέπεις εύκολα.

Μ.Κ.: Στην Ελλάδα υπάρχει θεατρική κουλτούρα, αλλά όχι μουσική. Εννοώ ότι θεατές θα πάνε να δουν μία παράσταση επειδή απλά πηγαίνουν στο θέατρο, χωρίς να ξέρουν περισσότερα. Είτε γιατί τους το είπε κάποιος είτε γιατί απλά είναι μέρος της ζωής τους. Και συντηρούν όλα αυτές τις σκηνές. Το αντίστοιχο δεν υπάρχει στη μουσική. Γιατί δεν υπήρχε ποτέ κουλτούρα στην Ελλάδα. Πάντα η μουσική έπαιζε λειτουργικό ρόλο, ήταν συνοδευτική, για βαφτίσεις, γάμους, για να γλεντήσουμε κάτι. Και ποτέ δεν υπήρχε η κουλτούρα της συναυλίας. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα αυτά που παρουσιάζουν οι μουσικοί να βρίσκονται πολύ πιο πάνω από το μέσο επίπεδο του κόσμου στο σύνολο που μπορεί να παρακολουθήσει μουσικά. Αλλά αν απλά ο κόσμος πήγαινε στις συναυλίες για τη δική του ευχαρίστηση, θα είχε παιδευτεί και θα ομόρφαινε τη ζωή του βάζοντας αυτή τη δραστηριότητα μέσα. Εδώ ακούω έναν δίσκο του Ντεμπυσσύ για παράδειγμα στο σπίτι μου και ξαφνικά το σαλόνι μου ομόρφυνε. Μια ωραία μουσική απλά καλυτερεύει το επίπεδο της ζωής σου.

• Πως βλέπετε τη δισκογραφία και τη μουσική δημιουργία σήμερα;

Β.Τ.: Υπάρχει δισκογραφία και πολλή παραγωγή σοβαρής μουσικής, που περνάει έτσι. Σκέψου ότι η μουσική είναι η πιο φτηνή από τις τέχνες, ενώ η χρηματοδότηση μία θεατρικής παράστασης, πόσο μάλλον μία ταινίας, είναι πολύ πιο δαπανηρή. Άσε που το 80% των ανθρώπων, όταν μιλούν για μουσική εννοούν τραγούδια. Είναι μία παρανόηση και λόγω της ανύπαρκτης μουσικής παιδείας στα σχολεία.

Μ.Κ.: Πρόκειται για παραγωγή που βγαίνει καθαρά από τον ιδρώτα του μουσικού. Ο καθένας τα πληρώνει από την τσέπη του και τα πετάει ουσιαστικά σε μία μαύρη τρύπα, γιατί δεν πρόκειται ένα cd να βγάλει τα έξοδά του. Είμαστε η μόνη χώρα του πολιτισμένου κόσμου, αν μπορούμε να το πούμε αυτό (γέλια), όπου δεν υπάρχει κανείς επίσημος μηχανισμός εξαγωγής μουσικής ή υποστήριξης μουσικής δημιουργίας, που είτε να χρηματοδοτεί είτε να βοηθάει σχήματα και προτάσεις. Αν και στο κάτω κάτω της γραφής διαφημίζουμε την Ελλάδα. Μία συναυλία ή ένας δίσκος μπορεί αν αποφέρει έσοδα πολλαπλάσια των χρημάτων που έχεις βάλει.

Η μουσική μπορεί πιο εύκολα να απευθυνθεί σε ένα διεθνές κοινό και να επικοινωνήσει από ότι ο λόγος. Έχουμε μία παραδοσιακή εμμονή με τη γλώσσα μας, αλλά υπάρχει και η μουσική που είναι ούτως ή άλλως λόγος, είναι η ίδια μία γλώσσα που απευθύνεται σε όλο τον κόσμο. Εδώ τα μουσικά γυμνάσια τα τελευταία είκοσι χρόνια έχουν αλλάξει όλη την εικόνα της μουσικής στην Ελλάδα. Μουσικοί που είναι πλέον διαβασμένοι, μορφωμένοι και καλοί παίκτες με άποψη και όραμα. Αλλά όλο αυτό το πράγμα χρειάζεται ένα επίσημο σπρώξιμο για να ανθίσει και να βγει από το υπόγειο.

Info: Mέχρι τις 17 Ιουνίου κάθε Σάββατο και Κυριακή στις 21:00 | είσοδος: 10 €, 8 € (φοιτητικό, άνω των 65 ετών), 5 € (κάρτα ανεργίας, ΣΕΗ)
Κέντρο Ελέγχου Τηλεοράσεων: Κύπρου 91Α & Σικίνου 35Α, Κυψέλη - τηλ. 213 00 40 496, 69 45 34 84 45

Facebook event

[ad-slot]

[related-articles]

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Ενας άλλος «πόλεμος» Μια ελληνική παράσταση στο χωριό του Μπελογιάννη
Keywords
μουσικη, ενεργεια, χρυση αυγη, jpg, ψευδώνυμα, live, θεατρο, συγκεκριμένο, ουγγαρια, σχολεια, μνήμη, performance, ευγένεια, ελλαδα, γαλλια, ειλικρίνεια, underground, αθηνα, ροκ, info, ιουνίου, κυπρος, τηλ, αλλαγη ωρας, στρατος, Καλή Χρονιά, η ημέρα της γης, αλλαγη ωρας 2013, η ζωη ειναι ωραια, jpg, μνήμη, το θεμα, βημα, βουλγαρια, δουλεια, εικονες, ηθοποιοι, θανατος, θεμα, κιθαρα, κυπρου, οξυ, σινεμα, ταινιες, τραγουδια, φωτογραφιες, ωρα, αισθητικη, ανθρωπος, απιστευτο, απλα, αφισα, αφορμη, βγαινει, βιβλιο, βραδυ, γεγονοτα, γεγονος, γελιο, γινει, γινεται, γινονται, γλωσσα, γονεις, δεκεμβριανα, δεντρα, δικη, διοικητης, δωσει, εγινε, εγχειρημα, ευκολο, ευκολα, ειλικρίνεια, ειπαν, ειπε, υπαρχει, ελευθερια, εμμονη, εμπνευση, εννοια, εξοδα, ερχεται, ερχεσαι, ετικετες, ζωη, ζωης, ιδεες, ιδια, ιδιο, η δικη, εικοσι, υπηρχαν, ησυχια, ισχυει, η φωνη, ηχητικα, ηχειο, θεατρα, ηθικο, εικονα, ισορροπια, ιστορικο, κυψελη, λευκη, λειτουργια, λειπει, λογια, λογο, ματια, μελωδια, μυστικο, μπορεις, μυτη, ομαδα, παντα, ονομα, οραμα, ουσιαστικα, ουσια, παιδι, παιδια, παιξε, περιβαλλον, πηγαινε, ποιοτητα, πολωνια, ρεμπετικο, ρεμπετικα, ρευμα, ροκ, ρολο, σαββατο, σιγουρα, σιγουρο, συγκεκριμένο, συγκεκριμενα, συνεχεια, συνταξη, συγκεντρωση, σκεψεις, σκηνες, σκηνοθεσια, σπιτι, στομα, συγχρονο, σχηματα, τασκενδη, τι ειναι, τηλ, τομη, τοπια, τρια, υγιεις, εικασιες, φαντασματα, φεστιβαλ, φωνη, φορα, χιουμορ, χρηστος, χρυση, χρυση τομη, χρονος, ψευδώνυμα, αγωνας, δωσεις, ειπαμε, ευγένεια, εθνικο, φυλακες, ηπειρωτικα, ηρωας, χωρα, ιδιαιτερα, ιουνίου, κειμενα, κομματι, κομικς, κοπελα, κωδικες, κυριακη, μεινει, μια ματια, μια φορα, μπροστα, σκηνη, underground, θεματα, υλικο, βιωματα, βουνο, ωραιο, performance
Τυχαία Θέματα