Κώστας Φωτάκης: Το κράτος δεν μπορεί να είναι μεταπράτης παιδείας

Η Ελλάδα έχει αρχίσει να ετοιμάζεται για την 4η Βιομηχανική Επανάσταση, τονίζει ο αναπληρωτής υπουργός Έρευνας και Καινοτομίας Κώστας Φωτάκης σε συνέντευξή του στο Αθηναϊκό - Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων αναφερόμενος στις δράσεις του χαρτοφυλακίου του για τη στήριξη της έρευνας και της καινοτομίας.

Ο Κ. Φωτάκης σημειώνει ακόμη ότι τα επεισόδια βίας και τα γκράφιτι δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται ως προσχήματα για να απαξιώνεται η πολύ καλή δουλειά που γίνεται στα δημόσια πανεπιστήμια, ενώ τάσσεται

κατά της ίδρυσης ιδιωτικών πανεπιστημίων. Το brain drain έχει δώσει ήδη τα πρώτα δείγματα αναστροφής, δηλώνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ και εξηγεί πώς μπορεί να λειτουργήσει στη χώρα μας ένα νέου τύπου Τεχνολογικό Πάρκο ως μια ελληνική Σίλικον Βάλεϊ.

Αναλυτικά η συνέντευξη του στο Αθηναϊκό - Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων

Τι θα λέγαμε για την έρευνα και την καινοτομία στη χώρα μας στη μεταμνημονιακή εποχή;

Βρισκόμαστε στην αρχή της μεταμνημονιακής περιόδου, έχουμε πλέον απαλλαγεί από την επιτροπεία. Στη νέα εποχή κυριαρχούν τρεις βασικές προκλήσεις. Πρώτα η εξασφάλιση όσων πέτυχε η Κοινωνία τα τελευταία χρόνια, δηλαδή η εξασφάλιση δημοσιονομικής και οικονομικής σταθερότητας. Δεύτερον, η ενίσχυση της εργασίας που επλήγη ιδιαίτερα τα χρόνια των μνημονίων και η διεύρυνση του κοινωνικού κράτους με έμφαση στη μείωση των ανισοτήτων, καλύτερη Υγεία, καλύτερη Παιδεία. Και τρίτον, η διαμόρφωση ενός νέου παραγωγικού προτύπου Ανάπτυξης που θα βασίζεται στην Κοινωνία της μάθησης, της μόρφωσης και της γνώσης και στην Οικονομία της γνώσης.

Κι αυτό είναι η οικονομία της Γνώσης, στην οποία περιλαμβάνεται η επιστημονική έρευνα ως μοχλός ανάπτυξης.

Η έρευνα συμπιέστηκε από το μνημόνιο;

Η έρευνα δεν βρέθηκε στον σκληρό πυρήνα του μνημονίου. Επηρεάστηκε όμως από την άποψη ότι οι θεσμοί προωθούσαν οριζόντιες πολιτικές και έτσι η έρευνα έμπαινε στον ίδιο κορβανά με άλλες δράσεις του δημοσίου. Για να το πω πιο απλά, οι ερευνητικοί φορείς, είτε δημόσιου είτε ιδιωτικού δικαίου, αντιμετωπίζονταν όπως όλοι οι άλλοι φορείς του δημοσίου. Αυτό αποτελεί τροχοπέδη στη δυναμική και στην ευελιξία που απαιτεί η ερευνητική δράση. Μετά το μνημόνιο έχουν γίνει ορισμένες βελτιώσεις, αλλά απομένουν να γίνουν ακόμα.

Παρόλα αυτά, αυξήθηκαν οι δαπάνες για την έρευνα. Πώς κατέστη δυνατό αυτό;

Πράγματι, η δημόσια δαπάνη για την έρευνα υπερδιπλασιάστηκε τα τρία τελευταία χρόνια. Η αύξηση της δαπάνης αυτής ήταν συνειδητή επιλογή της κυβέρνησης. Το 2017, το συνολικό ποσό των δαπανών από τον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα έφτασε το 1,14% του ΑΕΠ, ποσοστό που αποτελεί ρεκόρ. Σε απόλυτους αριθμούς ξεπερνά τα δυο δισεκατομμύρια ευρώ. Για να σας δώσω ένα μέτρο σύγκρισης, αρκεί να σας πω ότι το 2014 το ποσοστό αυτό ήταν 0,8%, ενώ την εποχή των παχέων αγελάδων, δηλαδή πριν από την κρίση, ήταν ακόμη χαμηλότερο. Εδώ πρέπει να επισημάνω ότι σημαντική ήταν και η αύξηση δαπανών στον ιδιωτικό τομέα, κυρίως από ίδια έσοδα των επιχειρήσεων.

Πώς ερμηνεύετε εσείς πολιτικά τη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα στην αύξηση της δαπάνης για την έρευνα;

Θεωρώ ότι αποτελεί μια έκφραση εμπιστοσύνης στις προοπτικές που διαγράφονται για την ελληνική οικονομία. Δεν πάει να επενδύσει κανείς τα λεφτά του στην έρευνα σε μια οικονομία που πάει να πέσει στα βράχια. Είναι λοιπόν η εμπιστοσύνη στην ελληνική οικονομία και είναι και μια σειρά θεσμικών ρυθμίσεων που έχουν δημιουργήσει το κατάλληλο περιβάλλον. Θα σας δώσω ένα παράδειγμα. Έχουμε δώσει τη δυνατότητα σε επιχειρήσεις που χαρακτηρίζονται καινοτόμες οι δαπάνες για την έρευνα να φοροαπαλλάσονται κατά 30%. Πρέπει να σας πω εδώ ότι σύμφωνα με διεθνή αξιολόγηση της Deloitte το 2017 η Ελλάδα κατατάσσεται μεταξύ των χωρών που παρέχουν το καλύτερο πακέτο κινήτρων. Αυτό το πακέτο περιλαμβάνεται στον από τον αναπτυξιακό νόμο και συνεχώς εμπλουτίζεται.

Σχηματικά πώς θα το περιγράφατε;

Ως Πολιτεία κάνουμε δυο πράγματα. Αφενός στηρίζουμε την έρευνα που προέρχεται από τη ζήτηση, δηλαδή τις ανάγκες της αγοράς και της κοινωνίας, και αφορά την υπάρχουσα οικονομία. Από την άλλη, στηρίζουμε την έρευνα που προέρχεται από τη λεγόμενη επιστημονική περιέργεια, που έχει συνήθως μακροπρόθεσμο ορίζοντα, αλλά και δυνατότητες για μεγάλη προστιθέμενη αξία. Αυτή είναι η έρευνα που μετασχηματίζει την οικονομία. Εδώ λοιπόν έχουμε διαμορφώσει έναν μηχανισμό αξιοποίησης της έρευνας σε όλα τα επίπεδα.

Η αξιοποίηση της έρευνας δεν παραμένει όμως ένα μεγάλο αγκάθι για τη χώρα μας;

Εδώ υπάρχει ένα παράδοξο. Η χώρα μας πρωτοστατεί από την άποψη των επιστημονικών επιδόσεων και παρά την κρίση είμαστε στις πρώτες 25 χώρες από τις 180 που μετρά ο ΟΟΣΑ, ενώ οι ελληνικές επιχειρήσεις που καινοτομούν είναι πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, και πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο και τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ είναι και η απήχηση που έχουν οι ελληνικές δημοσιεύσεις. Την ίδια ώρα όμως υπάρχει ένα μεγάλο χάσμα σε ό,τι αφορά την καινοτομία και την ανταγωνιστικότητα.

Keywords
Τυχαία Θέματα