Ένα μικρό, κόκκινο σημειωματάριο και ένα χέρι για να κρατηθούν

Με λένε Κλικ Νγκουέρε. Είμαι από τη Ζιμπάμπουε. Είμαι ιδρυτικό μέλος της Μέλισσας, μαζί με γυναίκες από περίπου σαράντα χώρες, από την Αφρική, την Ασία, από τα Βαλκάνια, από παντού. Διαλέξαμε αυτό το όνομα -Μέλισσα- για να συμβολίσουμε τη συνεισφορά των μεταναστριών στην κοινωνία. Αυτή η κοινωνία είναι η κυψέλη μας. Η δουλειά μας, οι καθημερινοί μας κόποι, είναι το μέλι που παράγουμε.

Όταν γεννήθηκα, η χώρα μου ήταν βρετανική αποικία. Λεγόταν Ροδεσία. Ζούσαμε ξεχωριστά από τους λευκούς. Δεν πηγαίναμε στο ίδιο σχολείο, δεν παίζαμε μαζί. Όταν ξεκίνησε ο μεγάλος και δύσκολος αγώνας της ανεξαρτησίας,
βγήκα στο βουνό να πολεμήσω. Πήγαινα ακόμα στο σχολείο. Θυμάμαι τη δασκάλα μου, το βράδυ πριν φύγω μου χάρισε ένα μικρό κόκκινο σημειωματάριο. Το κράτησα μαζί μου και κάθε βράδυ, έγραφα ό,τι συνέβαινε, ό,τι αισθανόμουν. Τα άλλα κορίτσια ήταν μεγαλύτερα από μένα. Είχαμε αλλάξει τα ονόματά μας: Εγώ πήρα το όνομα Λίμπερτυ (Ελευθερία), η καλύτερή μου φίλη πήρε το όνομα Φλέημ (Φλόγα).

Η ζωή μας έγινε ταινία. Αυτά που έγραφα στο μικρό κόκκινο σημειωματάριο, αποτέλεσαν τη βάση για το σενάριο. Περάσαμε στα βουνά της Μοζαμβίκης για να σώσουμε τις ζωές μας. Μια μέρα φτάσαμε σ΄ένα ποταμό. Η Φλέημ πέρασε πρώτη. Εγώ φοβήθηκα κι έμεινα πίσω. Τη θυμάμαι που στεκόταν στην απέναντι όχθη, και μου έλεγε: πιάσε το χέρι μου, πέρνα, μη φοβηθείς, πιάσε το χέρι μου. Δε θα ξεχάσω ποτέ εκείνη τη μέρα. Δε θα ξεχάσω ποτέ εκείνα τα λόγια. Αυτά τα λόγια θέλω να πω σήμερα στις αδερφές μου, τις γυναίκες πρόσφυγες που κάνουν μαζί με τα παιδιά τους αυτό το δύσκολο ταξίδι.

Το περασμένο καλοκαίρι, όταν οι πρώτοι πρόσφυγες έφτασαν στη Βικτώρια και το Πεδίον του Άρεως. Μαζί με τις άλλες γυναίκες της Μέλισσας, σκεφτήκαμε ότι δε μπορούμε να στεκόμαστε με σταυρωμένα χέρια. Έπρεπε κάτι να κάνουμε. Είμαστε κι εμείς μητέρες. Έχουμε κι εμείς παρόμοια βιώματα. Ξέρουμε τί είναι ο ξεριζωμός.

Ξεκινήσαμε να φτιάχνουμε πρωινό για τα παιδιά με τα υλικά που είχαμε στα σπίτια μας: κέηκ, κουλουράκια, σάντουιτς. Βάζαμε μαζί κι από ένα φρούτο για το καθένα και πηγαίναμε κάθε πρωί στις 10. Σιγά σιγά μας έμαθαν, άρχισαν να μας συνηθίζουν και να μας χαμογελούν. Το ίδιο και οι μητέρες. Βλέπαμε την ανακούφιση στο βλέμμα τους, ακόμα κι αν δε μπορούσαμε να καταλάβουμε τη γλώσσα τους.

Κι έπειτα ήρθε η μέρα που είδαμε τη φωτογραφία του μικρού παιδιού, του Αϋλάν. Έκλαψε όλος ο κόσμος, μαζί κι εμείς. Όμως δεν αρκεί να κλαίει κανείς. Κάτι έπρεπε να κάνουμε για να δούμε ένα μικρό χαμόγελο στα προσωπάκια αυτών των παιδιών.

Αρχίσαμε να φτιάχνουμε παιχνίδια από μαλλί, ένα για κάθε παιδάκι, το κάθε ένα διαφορετικό από το άλλο. Και το κάθε ένα από αυτά τα παιχνίδια, το βάζαμε μέσα σε ένα μικρό σακίδιο για το δρόμο. Μαζί με όλα τα απαραίτητα για το ταξίδι. Και μαζί με δυο κουβέντες στις γλώσσες τους: ένα καλωσόρισμα και μια ευχή για καλή τύχη. Μας βοήθησε πολύς κόσμος και καταφέραμε να μοιράσουμε χιλιάδες σακίδια. Μέσα βάζαμε και από ένα μικρό σημειωματάριο για να γράφουν ή να ζωγραφίζουν. Για να κρατήσουν τις αναμνήσεις αυτού του μεγάλου και δύσκολου ταξιδιού. Κι όταν έρθει η μέρα που θα γραφτεί αυτή η ιστορία, να ακουστούν και οι δικές τους φωνές, να μην ξεχαστούν τα δικά τους λόγια.

Κοιτάζω αυτά τα παιδιά και στα μάτια τους βλέπω το μέλλον. Βλέπω ελπίδα για ζωή. Κοιτάζω τις μητέρες τους, τις αδερφές μου, και εύχομαι να έχουν τη δύναμη να αντέξουν. Το μόνο που έχω να τους δώσω είναι το χέρι μου να κρατηθούν.

-- This feed and its contents are the property of The Huffington Post, and use is subject to our terms. It may be used for personal consumption, but may not be distributed on a website.

Keywords
Τυχαία Θέματα