Οσο υπάρχουν άνθρωποι

Ο τίτλος της γνωστής κλασικής αμερικανικής ταινίας του 1953 από τον Φρεντ Τσίνεμαν μπορεί να έχει πολλές σημασίες στη ζωή μας, ειδικά σήμερα που η κοινωνία καλείται να βρει δυνάμεις και αξίες για να αντιπαρέλθει μια δοκιμασία διαρκείας.

Το ερώτημα είναι αν οι γενιές των τελευταίων δεκαετιών έχουν το τσαγανό και τις αντοχές με τις οποίες προικίστηκαν εκείνοι που ήταν νέοι κατά τη μεταπολεμική περίοδο, και κυρίως τη δεκαετία του ’70, όταν η Ελλάδα έβγαινε οριστικά από την περίοδο της φτώχειας, των δεινών του Εμφυλίου και

η δημοκρατία αποκαθίστατο αποκτώντας βαθιές ρίζες.

Οι άνθρωποι της εποχής εκείνης ήταν μονολιθικοί, πιο απλοί, σε μια περίοδο όπου δεν υπήρχαν δάνεια για τους πολλούς, η προστιθέμενη αξία ήταν δυσκολότερη και η κοινωνία ζούσε με τις προσδοκίες του ευρωπαϊκού μετασχηματισμού.

Εκείνα τα χρόνια μια γυναίκα, η αείμνηστη πλέον μητέρα μου, με τη στάση της άφησε πολλές παρακαταθήκες στη γενιά που ακολουθούσε, οι οποίες θα μπορούσαν εύκολα να αλλοιωθούν από τις «διευκολύνσεις» που εξασφάλισε η τεχνολογία, το οικονομικό άνοιγμα που ακολούθησε και ο εν γένει παράδεισος που γνώρισε η χώρα μας τις επόμενες δεκαετίες.

Για τους ανθρώπους εκείνους, όμως, που μετρούσαν τις δραχμές για να πιουν έναν καφέ, ζούσαν λιτά, απολάμβαναν τις μικρές χαρές της ζωής, μορφώνονταν, ασκούνταν και περίμεναν το καλοκαίρι για να κάνουν διακοπές ο παράδεισος που γνώρισαν οι μετέπειτα γενιές ήταν άγνωστες παραστάσεις.

Τι είχαν όμως αυτοί οι άνθρωποι; Παρήγαγαν προστιθέμενη αξία. Ηταν η μεταπολεμική γενιά που καλούνταν να συνδυάσει τις κατευθύνσεις της παιδείας, την απελευθέρωση της κοινωνίας και την ανάπτυξη της δημοκρατικής κουλτούρας.

Ηταν η γενιά της βαθιάς σκέψης και των βαθιών συναισθημάτων, της επιμονής και της αντοχής, της οξυδέρκειας και του ρεαλισμού και, τέλος, της διαχείρισης των καθαρών λύσεων. Ολα αυτά, όμως, κοστίζουν, πάντα κόστιζαν. Υπήρχαν μέρες ασήκωτες και αποφάσεις δύσκολες. Μέσα σε εκείνα τα χρόνια, όμως, κρύβονται και πολλές αλήθειες, που οι έχοντες τα ηνία ξέχασαν στη συνέχεια, επιλέγοντας εύκολες λύσεις και απατηλές χαρές.

Τέσσερις δεκαετίες μετά, την ώρα που ακούμε περί κατάθλιψης, φτωχοποίησης και άλλων τέτοιων, αναρωτιέται κανείς τι θα έπρεπε να λένε εκείνοι οι άνθρωποι που ζούσαν ευτυχείς μόνο με όσα μπορούσαν να δημιουργήσουν.

Το ερώτημα, λοιπόν, είναι αν σήμερα θα μπορέσουμε να βάλουμε τις βάσεις και να βρούμε τα αντανακλαστικά για να δημιουργήσουμε και πάλι μέσα σε αντίξοες συνθήκες όσα θα επαναφέρουν στην κουρασμένη και πληγωμένη από τα πλήγματα διαρκείας ελληνική κοινωνία τα χαρακτηριστικά που έδιναν αξία στην καθημερινότητα και στο τελικό αποτέλεσμα της παραγωγικής διαδικασίας.

Οι χριστουγεννιάτικες ιστορίες εξασφαλίζουν πάντοτε μια μαγευτική φυγή και αφήνουν έντονα έναν τόνο ονείρου.

Οι άνθρωποι εκείνοι, που τιμούσαν τον λόγο τους και είχαν πραγματικές ανησυχίες για το κοινό καλό, ασφαλώς και είχαν όνειρα. Απλά και χειροπιαστά.

Κάποιες στιγμές, λοιπόν, είναι καλό να βγαίνουμε από τη σημερινή καθημερινότητα και να αντλούμε νάματα από ένα διαφορετικό DNA, που δεν δημιούργησε ποτέ απατηλές ελπίδες.

Keywords
Τυχαία Θέματα