Οι δανειστές απαιτούν να πωλούνται και τα εξυπηρετούμενα δάνεια


Ελπίδες ότι θα βρεθεί κοινός τόπος στη διαπραγμάτευση για το Ασφαλιστικό -εφόσον γίνουν αλλαγές στην ελληνική πρόταση- έχουν κυβερνητικές πηγές, αλλά βλέπουν αδιέξοδο στο θέμα των κόκκινων δανείων, καθώς οι δανειστές απαιτούν να απελευθερωθεί η πώληση ακόμα και για δάνεια που εξυπηρετούνται κανονικά.

Η διαπραγμάτευση έχει έντονο παρασκήνιο που ξεπερνά τα ελληνικά σύνορα, καθώς αφορά πλέον και τις εσωτερικές κόντρες στο ΔΝΤ, ενώ έχει και «καραμπόλες» που φτάνουν μέχρι την κόντρα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας

με τη Γερμανία και τη σωτηρία της κλυδωνιζόμενης Deutsche Bank.

Για το Ασφαλιστικό εξετάζονται αλλαγές στις ελληνικές προτάσεις, όπως η μείωση των ποσοστών αναπλήρωσης για τις συντάξεις που δίνονται ύστερα από λίγα χρόνια ασφάλισης, η απόδοση πλήρους εθνικής σύνταξης μόνο ύστερα από 20 χρόνια ασφάλισης και η μείωση των «υψηλών» συντάξεων, χωρίς να διευκρινίζεται ακόμα ένα συγκεκριμένο όριο. Το πρόβλημα που ανακύπτει με την ελληνική πρόταση είναι ότι τα ποσοστά αναπλήρωσης (η σύνταξη ως ποσοστό του μισθού) φτάνει ακόμα και πάνω από το 100% για τις συντάξεις που δίνονται ύστερα από 15-20 χρόνια ασφάλισης εάν αθροιστούν η αναλογική, η οποία υπολογίζεται με βάση τις εισφορές, και η εθνική σύνταξη των 384 ευρώ. Με λίγα λόγια, το σύστημα δίνει «εύκολα» μια μικρή σύνταξη ύστερα από λίγα χρόνια ασφάλισης, αλλά αναλογικά δίνει λιγότερα σε σχέση με τον μισθό σε όσους πληρώνουν εισφορές 35 και 40 χρόνια. Το σημείο αυτό έχει συγκεντρώσει την κριτική των δανειστών και σχεδιάζεται να αντιμετωπιστεί με την καθιέρωση «καπέλου» στο ποσοστό αναπλήρωσης (κάτι που θα μειώσει τις συντάξεις με λίγα χρόνια ασφάλισης), αλλά και τη μείωση της εθνικής σύνταξης πριν από τα 20 χρόνια ασφάλισης. Επιπλέον εξετάζονται διάφορα σενάρια για περικοπές συντάξεων από ένα υψηλό επίπεδο και πάνω, καθώς και των επικουρικών.

Ελεύθερη πώληση δανείων

Αλλο ζήτημα πάντως που μένει ανοιχτό είναι το ύψος της εξοικονόμησης που θα απαιτήσουν τελικά οι δανειστές και επομένως τι νέα μέτρα θα ζητήσουν, με την κυβέρνηση να επιχειρεί να περάσει τη λογική της μεταβατικής περιόδου, έτσι ώστε να λειτουργήσει πρώτα το νέο σύστημα, να φανούν οι συνέπειες και στη συνέχεια να γίνουν αναπροσαρμογές.
Στο θέμα των κόκκινων δανείων υπάρχει αδιέξοδο, καθώς οι δανειστές ζητούν να είναι ελεύθερη η πώληση όλων - όχι μόνο των κόκκινων, αλλά ακόμα και εκείνων που εξυπηρετούνται κανονικά. Το υπουργείο Οικονομίας είναι αντίθετο σε μια τέτοια προοπτική και επιδιώκει να θεσπιστούν κριτήρια προστασίας για τα στεγαστικά δάνεια πρώτης κατοικίας, τα καταναλωτικά και τα επιχειρηματικά δάνεια μέχρι κάποιο ύψος ή ένα ποσοστό κύκλου εργασιών της επιχείρησης. Οι τράπεζες δεν θέλουν προς το παρόν να πουλήσουν τα κόκκινα δάνεια, καθώς οι τιμές που προσφέρονται είναι πολύ χαμηλές και προτιμούν να τα διαχειριστούν εσωτερικά οι ίδιες υπολογίζοντας ότι καθώς η οικονομία θα βελτιώνεται, θα καλυτερεύει και η εικόνα των κόκκινων δανείων (θα «πρασινίζουν»), οπότε και η αξία τους θα ανεβαίνει.

Εκείνο που θέλουν οι τράπεζες, όμως, είναι να παραχωρήσουν σε ειδικευμένες εταιρείες το ταχύτερο τη διαχείριση των κόκκινων δανείων (servicing), κυρίως των μικρών, καθώς το κόστος είναι μεγάλο. Σε κάθε περίπτωση, εκτός συζήτησης είναι τα δάνεια που εμπίπτουν στην προστασία της πρώτης κατοικίας (Νόμος Κατσέλη), καθώς ουδείς ενδιαφέρεται να αγοράσει δάνεια τα οποία έχουν νομική προστασία.

Ο αδιάλλακτος Τόμσεν

Κρίσιμη παράμετρος είναι η πλευρά του ΔΝΤ, το οποίο κρατά τη σκληρότερη στάση. Η σκληρή θέση του διευθυντή Ευρωπαϊκών Υποθέσεων Πολ Τόμσεν, ο οποίος ζήτησε περικοπή των συντάξεων και νέα μέτρα 7-9 δισ. ευρώ με άρθρο του στο blog του Ταμείου, χαρακτηρίστηκε από την κυβέρνηση «δείγμα των διαφωνιών που υπάρχουν μεταξύ των δανειστών». Από την άλλη, ο κ. Τόμσεν είναι προσωπικά υπεύθυνος για το ελληνικό πρόγραμμα και γι' αυτό συγκεντρώνει τα πυρά της κριτικής για τα λάθη που έγιναν από το Ταμείο ήδη από το 2010.

Ο κ. Τόμσεν, σύμφωνα με διπλωματικές πηγές, επιχειρεί να καταδείξει ότι το ελληνικό πρόγραμμα αποτυγχάνει επειδή δεν εφαρμόζονται τα απαραίτητα σκληρά μέτρα και όχι επειδή έγιναν λάθος χειρισμοί - γι' αυτό και ανεβάζει διαρκώς τον πήχη των απαιτήσεων.

Παράλληλα με τις πιέσεις αυτές, καθιστά όλο και πιο δύσκολη την παραμονή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα, εκφράζοντας έτσι τη θέση των χωρών-μελών του Ταμείου, που θέλουν το τελευταίο να αποχωρήσει από την Ελλάδα (σε αντίθεση με τις ΗΠΑ που θέλουν να παραμείνει). Επιπλέον πετάει το μπαλάκι και στις χώρες της Ευρωζώνης, καθώς συνδέει το Ασφαλιστικό με το χρέος, λέγοντας ότι όσο μικρότερες είναι οι περικοπές των συντάξεων τόσο μεγαλύτερη θα πρέπει να είναι η ελάφρυνση του χρέους. Η Κομισιόν και η ΕΚΤ έχουν πιο ευέλικτη στάση για τη διαπραγμάτευση, καθώς θεωρούν ότι υπάρχουν αυτή τη στιγμή πολύ σοβαρά προβλήματα, τόσο με το Προσφυγικό όσο και με την αναζωπύρωση της διεθνούς οικονομικής κρίσης και, επομένως, το ελληνικό ζήτημα δεν θα πρέπει να μένει ανοιχτό.

Οι «κρυμμένοι σκελετοί» του Β. Σόιμπλε

Η πλευρά του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών μέχρι τώρα κρατά ιδιαίτερα σκληρή στάση διά της τεθλασμένης, επιμένοντας δηλαδή στην παραμονή του ΔΝΤ, το οποίο κάνει τη «βρώμικη δουλειά» μέσω του κ. Τόμσεν, ο οποίος αποτελεί σταθερό σύμμαχο του κ. Σόιμπλε.

Ο τελευταίος πάντως έχει και άλλα προβλήματα πλέον, καθώς ήρθε στην επιφάνεια το πρόβλημα της Deutsche Bank, της μεγαλύτερης γερμανικής τράπεζας η οποία τα τελευταία χρόνια βρίσκεται συστηματικά εκτεθειμένη, άλλοτε αντιμετωπίζοντας πρόστιμα 4,5 δισ. ευρώ για χειραγώγηση των διατραπεζικών επιτοκίων στην αγορά του Λονδίνου (Libor), άλλοτε για ξέπλυμα χρήματος στη Ρωσία και άλλοτε για τη δημιουργία καταφυγίων φοροδιαφυγής στη Σιγκαπούρη. Το μεγάλο πρόβλημα είναι ότι τα τελευταία χρόνια η Deutsche Bank είχε ανοιχτεί σε μετατρέψιμα ομόλογα μεγάλου ρίσκου τα οποία δεν εμφάνιζε πλήρως στους ισολογισμούς της. Η υποχώρηση των χρηματιστηρίων γέννησε αμφιβολίες για την πραγματική θέση της τράπεζας, με αποτέλεσμα ο κ. Σόιμπλε να αναγκαστεί να κάνει δημόσια δήλωση ότι δεν ανησυχεί για την Deutsche Bank τρεις φορές μέσα σε δύο 24ωρα, γεγονός που επιβεβαιώνει την ανησυχία, ενώ στην ουσία αποτελεί διαβεβαίωση ότι η γερμανική κυβέρνηση θα τη στηρίξει όσο και όποτε χρειαστεί.

Ετσι, ο κ. Σόιμπλε ίσως αναγκαστεί τελικά να βάλει νερό στο κρασί του, καθώς μάλλον θα χρειαστεί τον κ. Μάριο Ντράγκι προκειμένου να εντείνει η ΕΚΤ τις παρεμβάσεις της στην αγορά, επεκτείνοντας τις αγορές ομολόγων και σε «χαρτιά» χαμηλότερης διαβάθμισης, ώστε να εκτονωθεί η πίεση στις ευρωπαϊκές τράπεζες και να διασωθεί στην ουσία η μεγάλη ασθενής Deutsche Bank.

Πηγή: protothema.gr

Keywords
Τυχαία Θέματα