Φτωχότεροι, αλλά όχι ανταγωνιστικότεροι

Σε πείσμα των στατιστικών που εμφανίζουν θετική εικόνα λόγω της προόδου στο δημοσιονομικό μέτωπο με την επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος, τα στοιχεία για την πραγματική οικονομία στην Ελλάδα είναι αποκαρδιωτικά.
Το πρόβλημα δεν είναι μόνο τα τρία δεινά που παραδέχτηκε -προς τιμήν του- και ο ίδιος ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών παρουσιάζοντας το πρωτογενές πλεόνασμα, δηλαδή η φτώχεια, η ανεργία και η όξυνση των κοινωνικών ανισοτήτων.
Υπάρχει σοβαρή επιδείνωση στην πραγματική οικονομία, ένδειξη ότι η δυναμική των

πραγμάτων δεν έχει θετική φορά.
Μόλις την περασμένη εβδομάδα ανακοινώθηκαν από την Ελληνική Στατιστική Αρχή στοιχεία για τη μείωση των εξαγωγών τον Οκτώβριο (-4,3% χωρίς τα πετρελαιοειδή) κυρίως προς τρίτες χώρες.
Παρόλο που στην Ελλάδα έχει γίνει η μεγαλύτερη μείωση του εργασιακού κόστους, οι εξαγωγές δεν λένε να ανακάμψουν, σε αντίθεση με άλλες χώρες του Νότου. Από το 2009 οι εξαγωγές σε τρέχουσες τιμές αυξήθηκαν 42% στην Πορτογαλία, 31% στην Ιταλία, 38% στην Ισπανία και 18% στην Ελλάδα (είναι δε στάσιμες, αν κάνουμε τη σύγκριση με το 2008). Δηλαδή σέρνονται, αν εξαιρέσουμε μια μικρή αναλαμπή το 2011, η οποία δεν είχε συνέχεια.
Με άλλα λόγια, φαίνεται πως η περίφημη θεωρία ότι η εσωτερική υποτίμηση θα κάνει τη χώρα ανταγωνιστική δεν επιβεβαιώνεται. Παρά το τεράστιο κοινωνικό κόστος και τις θυσίες του ελληνικού λαού, αποτέλεσμα δεν υπάρχει.
Περιορίστηκε μεν το έλλειμμα στις συναλλαγές με το εξωτερικό (ισοζύγιο πληρωμών), αλλά τα νούμερα δείχνουν ότι αυτό οφείλεται κυρίως στη μεγάλη μείωση των εισαγωγών, η οποία έφτασε το 60% από το 2009 έως το 2012.
Δεν γινόμαστε δηλαδή πιο ανταγωνιστικοί, απλά φτωχαίνουμε και πλέον δεν εισάγουμε. Την ίδια στιγμή, όμως, δεν αναπτύσσεται η εγχώρια παραγωγή, η οποία θα μπορούσε να υποκαταστήσει τα προϊόντα που εισάγαμε στο παρελθόν, αλλά και να κατακτήσει αγορές στο εξωτερικό.
Οι λόγοι είναι πολλοί και δεν έχουν επαρκώς διερευνηθεί. Απ’ ό,τι πληροφορούμαστε, το φαινόμενο προβληματίζει ακόμα και κάποιους τεχνοκράτες της τρόικας. Ισως ύστερα από λίγο καιρό να μάθουμε ότι υπήρχε ένα ακόμα «λάθος» στη συνταγή που εφαρμόζεται στη χώρα.
Φαίνεται, όμως, ότι η έκταση της καταστροφής που γίνεται στο παραγωγικό δυναμικό (υποδομές και ανθρώπινο κεφάλαιο) είναι τέτοια που υπονομεύει και την ίδια την ανασυγκρότηση της οικονομίας. Οι εξαγωγές δεν εξαρτώνται μόνο από το εργασιακό κόστος αλλά -κυρίως- από την ποιότητα. Και η ποιότητα απαιτεί επενδύσεις. Ουδείς όμως επενδύει εν μέσω καταστροφής.
αλλα και η βιομηχανική παραγωγή υποχώρησε τον Οκτώβριο στην Ελλάδα (-5,2%), με μεγαλύτερη ένταση στα διαρκή καταναλωτικά και τα κεφαλαιουχικά αγαθά. Ούτε η κατανάλωση παίρνει μπροστά, ούτε οι επενδύσεις ξυπνούν.
Τα στοιχεία δείχνουν ότι η ελληνική οικονομία δεν μπορεί να ανακάμψει βασιζόμενη σε εξαγωγές, τουλάχιστον όχι σε αυτή τη φάση. Χρειάζεται ενίσχυση της ζήτησης στο εσωτερικό, δηλαδή τόνωση της κατανάλωσης, για να πάρει μπροστά το μοτέρ της οικονομίας και να αρχίσει ένας ενάρετος κύκλος που θα μας βγάλει από το τέλμα. Σε ένα τέτοιο σενάριο θα μπορούσαν να γίνουν και ουσιαστικές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Η εμμονή όμως στη λιτότητα και τις περικοπές δεν επιτρέπει κάτι τέτοιο.
Το συμπέρασμα είναι ότι το μοντέλο που υποτίθεται ότι εφαρμόζουμε, εκτός του ότι έχει δραματικές κοινωνικές συνέπειες, είναι και ατελέσφορο οικονομικά.
Πόσα θύματα πρέπει να μετρήσει η οικονομία και η χώρα για να αλλάξουμε πορεία;

Blogger Γιώργος Χ. Παπαγεωργίου
Keywords
Τυχαία Θέματα