«Τα αριστουργήματα που αγαπάμε»

Αλέκος Φασιανός, ζωγράφοςΕυφρόνιος,
«Η πάλη Ηρακλή και Ανταίου»από αττικό ερυθρόμορφο κρατήρα, περ. 515 π.Χ.Στην εποχή μας, που προσλαμβάνουμε πολλές πληροφορίες και εικόνες και έχουμε τη δυνατότητα να τις αποθηκεύουμε, είναι δύσκολο να ξεχωρίζουμε, ιδίως στη ζωγραφική, ένα έργο σαν το πιο σημαντικό ή το καλύτερο. Υπάρχουν πάρα πολλά έργα στον κόσμο όλο. Παρ' όλα αυτά, εγώ ξεχωρίζω έναν ζωγράφο της ελληνικής αρχαιότητας, που ονομάζεται Ευφρόνιος. Είχα δει έργα του στα ερυθρόμορφα αγγεία σε βιβλία και ξεχώρισα τη ζωγραφική
του, γιατί στο έργο του βλέπει κανείς όλη τη ζωγραφική του κόσμου. Με επηρέασε πάρα πολύ. Οταν είδα στο Λούβρο τον κρατήρα που παριστάνει την πάλη του Ηρακλή και του Ανταίου, έμεινα εκστατικός. Το κοίταζα για μία ώρα περίπου. Τον συνέκρινα με το έργο του Μαντένια που είναι λεπτομερής και ακριβής. Ο Ευφρόνιος δίνει έκφραση, έχει τον Ανταίο αγριωπό, με μισάνοιχτο στόμα, ενώ φαίνονται και τα δόντια του, σαν μια έκφραση πόνου. Και το σώμα, αντί για όρθιο - ώστε να παίρνει δύναμη από τη μάνα του τη γη -, το ζωγραφίζει πλάγια, όπως σε πραγματική πάλη, με ανατομικές λεπτομέρειες. Και ο Ηρακλής, πιο εξευγενισμένος σε πρώτο πλάνο, είναι ο νικητής. Τον Ευφρόνιο τον αγαπώ, καθώς και τους φίλους του, τους ζωγράφους Ευθυμίδη, Φιντία και Σμικρό. Ηταν πρωτοπόροι της εποχής τους γιατί δημιούργησαν ερυθρές μορφές σε μαύρο φόντο, ξεπερνώντας τον Εξηκία, τον μεγαλύτερο ζωγράφο της σκιάς των μελανόμορφων αγγείων. Δυστυχώς δεν σώθηκαν οι ζωγραφιές του Πολυγνώτου, της μεγάλης ελληνικής ζωγραφικής, για να μπορούσα να μιλήσω και για αυτές.
Άγγελος Δεληβορριάς,διευθυντής του Μουσείου ΜπενάκηΦρανσίσκο ντε Θουρμπαράν, «Ο Χριστός παιδί», περ. 1635-1640Θα προσπαθήσω να εξηγήσω γιατί δεν επιλέγω κάποια απ' όσες αριστουργηματικές δημιουργίες της αναγεννησιακής ζωγραφικής με συγκλόνισαν κατά καιρούς. Γιατί δηλαδή θα σταθώ σε μια μικρής κλίμακας ελαιογραφία του ελάσσονος ισπανού ζωγράφου Φρανσίσκο ντε Θουρμπαράν (1598-1664), που εικονίζει τον Χριστό σαν άγουρο παιδί ακόμα, με το μεγάλο γαλάζιο πουκάμισο του πατέρα του φορεμένο άχαρα και ανοικονόμητα πάνω στο τρυφερό του σώμα. Το έργο αυτό το ανακάλυψα στη Μόσχα, στο Μουσείο Pushkin, και όταν το πρωτοείδα, τα έχασα πραγματικά καθώς με παρέσυρε ανυπεράσπιστα ένας καταιγισμός από συγκινησιακούς συνειρμούς και επώδυνες αναμνήσεις. Ηταν Αύγουστος του 1989, το πρώτο μου ταξίδι στη Ρωσία, τη χρονιά που έπεφτε το Τείχος του Βερολίνου και μία διετία πριν από την τελική κατάρρευση του σοβιετικού υποδείγματος επί Γκορμπατσόφ. Τότε που κατέρρεαν και οι προσδοκίες μου για το μέλλον του σοσιαλισμού, ενώ με στιγμάτιζαν ανεξίτηλα οι καυτές εμπειρίες από μια αμεσότερη επαφή με τον κόσμο που είχε θρέψει τα νιάτα μου. Ηταν όμως και η θύμηση της εμφυλιακής, της μετεμφυλιακής κυρίως περιόδου του τόπου μας, όταν δεν υπήρχε δεκάρα τσακιστή και έως την εποχή του πανεπιστημίου ήμασταν υποχρεωμένοι να φοράμε εναλλάξ τα παλιά ρούχα των πατεράδων μας.
Βασίλης Αλεξάκης, συγγραφέαςΕντουάρντ Μανέ, «Το μπαλκόνι», 1869Δεν νομίζω ό
Keywords
Τυχαία Θέματα