Οι Ιταλοί ματαίωσαν το πικνίκ της Μέρκελ!

Τα δείγματα αντιδημοκρατικής στροφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης πλήθαιναν και πληθαίνουν επικίνδυνα. Οι λαοί της Ευρώπης δικαιούνται μεν να εκλέγουν ακόμα τις κυβερνήσεις τους, όμως μόνο ενόσω καταλήγουν στους αρεστούς των Βρυξελλών και ιδία του Βερολίνου.

Αυτό ξεκίνησε να ισχύει ήδη, ανεπαίσθητα ίσως, από την εποχή που η Ένωση μετατράπηκε σε Νομισματική. Το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης ενσωμάτωσε μια συγκεκριμένη «συνταγή», η οποία μπορούσε να εκτελεσθεί από κόμματα – «μάγειρες» συγκεκριμένης και μόνο ιδεολογίας – τεχνικής. Οι υπόλοιποι στριμώχνονταν σιωπηρά προς τα άκρα, δεξιά ή αριστερά.

Το

στρίμωγμα αυτό μετατράπηκε μετά το ξέσπασμα της κρίσης και την ξεκάθαρη διαπίστωση ότι η χαλαρή εφαρμογή του Συμφώνου δεν επαρκεί για την διατήρηση της σταθερότητας, στην αναπόφευκτη κεντρική διαχείριση της οικονομικής πολιτικής, αλλά και την αποφεύξιμη, ανενδοίαστη σε μεγάλο βαθμό, υπαγόρευση των εθνικών πολιτικών επιλογών.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν έχει καταστεί, τουλάχιστον ακόμα, Ομοσπονδία. Από τέτοιου είδους παρεμβάσεις λείπει λοιπόν παντελώς το νομικό υπόβαθρο. Τα κράτη και οι πολίτες τους δικαιούνται στο μεσοδιάστημα να διαλέγουν οι ίδιοι εκείνους που θα τους εκπροσωπούν καλύτερα. Το Βερολίνο και οι Βρυξέλλες, ο Schäuble, η Merkel, ο Barroso και ο Rehn, έχουν συγκεκριμένα καθήκοντα να επιτελέσουν και η άθλια γενική εικόνα της οικονομίας του ευρωπαϊκού Νότου φανερώνει ότι έχουν πολλά ακόμα να πράξουν πριν θεωρήσουν ότι διαθέτουν την ηθική, έστω, νομιμοποίηση, ώστε να παρουσιάζουν εαυτούς ως αυτόκλητους υποβολείς.

Οι Έλληνες και οι Ιταλοί έχουν περηφάνια που πηγάζει από την μακραίωνη και ένδοξη ιστορία τους. Οι έξωθεν «συστάσεις», σε μια εποχή μάλιστα που οι πρώτοι εξαθλιώνονται και οι δεύτεροι καλούνται να σφίξουν γερά το ζωνάρι, γεννούν αντιδραστικότητα αντί της υπακοής. Η καθημερινότητα των λαών του Νότου δεν προδίδει γιατί οι συμβουλές των Βορείων, με την έλλειψη τακτ που τις διακρίνει, θα πρέπει να εισακούονται. Ούτε διαπιστώνουν, δικαίως ή αδίκως, κάποια συγκεκριμένη και απτή κοινότητα συμφερόντων με εκείνους, αφού την ώρα που οι ίδιοι ψυχορραγούν οι άλλοι βιώνουν ανεπανάληπτη ευημερία.

Το πρώτο μήνυμα ήλθε από την Ελλάδα, όπου οι παρεμβάσεις της Γερμανίας οδήγησαν εν πολλοίς στην πρωτόφαντη πριμοδότηση των «επικηρυγμένων», λιγότερο ή περισσότερο άκρων: Είναι δικαίωμά σας, Βερολίνο και Βρυξέλλες, να μην συμφωνείτε, αλλά αφήστε εμάς να κρίνουμε καλύτερα.

Το μήνυμα κατέστη σαφέστερο από την γειτονική Ιταλία, η οποία μάλιστα, εν καιρώ κρίσης δανεισμού, αποτελεί τον βασικότερο «καθαρό» χρηματοδότη του ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Το σύστημα, δεδομένου του μεγέθους της και της παραγωγικής της ικανότητας, χρειάζεται περισσότερο την Ιταλία απ’ ό,τι ίσως αυτή εκείνο: Μπορεί ο Berlusconi σε εσάς να φαίνεται αστείος και ο Grillo κλόουν, αλλά εμάς μας αρέσουν. Δεν δεχόμαστε να μας υποδεικνύετε «λύσεις», ενόσω οι λύσεις σας αποδίδουν καρπούς μόνο σε εσάς.

Το «χαστούκι» που έδωσε λοιπόν η Ιταλία σε τέτοιου είδους λογικές, εντελώς ανεξάρτητα από την πολιτική κατεύθυνση, την αξιοπιστία ή ακόμα και την σοβαρότητα με την οποία αυτό εκφράστηκε, ήταν ηχηρό.

Η Ευρώπη και η Γερμανία καλούνται να μας αποδείξουν, στους Έλληνες, τους Ιταλούς, τους Ισπανούς και τους Πορτογάλους, ότι όσα γίνονται είναι για το δικό μας καλό, πολύ πριν μας πείσουν ότι η άποψή τους μας αφορά και ακόμα πιο πριν τυχόν συμφωνήσουμε να τους μεταβιβάσουμε τέτοιου είδους αρμοδιότητες.

«Μέχρι τότε, κυρία Merkel», ήταν σαν να είπαν οι Ιταλοί με το χιούμορ που τους διακρίνει, ίσως και αυτοκαταστροφικά αν περιορίσει κανείς το ζήτημα στο αναμφίβολα σοβαρότατο θέμα των επιτοκίων δανεισμού, «όσο περνά από το χέρι μας, ο δρόμος προς την επανεκλογή σας δεν θα περιέχει καμία στάση για πικνίκ».

Keywords
Τυχαία Θέματα