Νόμος δεν είναι το δίκιο του καταληψία

Βίλες είχαν απασχολήσει την ελληνική πολιτική επικαιρότητα και το δημόσιο διάλογο και στο παρελθόν. Ως σύμβολο πλουτισμού, χλιδής, υπέρμετρης (και συχνά αδικαιολόγητης) ευμάρειας, είχαν αποκτήσει αρνητικό σημασιολογικό βάρος. Πρόσφατα ο όρος «βίλα» εισέβαλε βίαια στην πολιτική ατζέντα έχοντας διαφορετικό νόημα από αυτό που έφερε κατά το παρελθόν. Για τον πολιτικό σχολιαστή του σήμερα «βίλα» σημαίνει κατάληψη.

Δυστυχώς, η επικρατήσασα μετά τη μεταπολίτευση στην ελληνική κοινωνία αριστερίστικη κουλτούρα νομιμοποίησε

πολιτικά και κοινωνικά την κατάληψη δημοσίων χώρων. Το μόνο που χρειαζόταν κάποιος για να καταλάβει ένα δημόσιο κτίριο ήταν να έχει έναν «καλό σκοπό». Ποιος ήταν ο σκοπός ήταν αδιάφορο, αρκεί να είχε εγκριθεί από τους μύστες της απόλυτης αριστερής αλήθειας. Ποιος θα έκρινε το σκοπό ήταν απλό: Τα κοινοβουλευτικά κόμματα και οι εξωκοινοβουλευτικές ομάδες που μοίραζαν πιστοποιητικά αριστεροφροσύνης και που με άνεση απέδιδαν τον χαρακτηρισμό του αντιδραστικού σε όποιον είχε αντίθετη άποψη, όποιον θεωρούσε τη δημόσια τάξη δικαίωμα και τη δημόσια περιουσία αγαθό όλων ή όποιον απλώς επιθυμούσε να εφαρμόζεται ό νόμος.

Η εκκένωση της βίλας Αμαλία, της κατάληψης Σκαραμαγκά και της κατάληψης της οικίας Λέλας Καραγιάννη δεν έλυσε το πρόβλημα των κατειλημμένων κτιρίων του κέντρου της Αθήνας. Υπάρχουν ακόμα πολλά κτίρια που πρέπει να αποδοθούν ελεύθερα στον ιδιοκτήτη τους, τον ελληνικό λαό. Είναι βέβαιο ότι αυτό θα γίνει σύντομα, καθότι η σημερινή Κυβέρνηση διά του αρμόδιου Υπουργού Προστασίας του Πολίτη κ. Δένδια έχει αποδείξει ότι έχει την πολιτική βούληση να δώσει τέλος σε αυτή τη νοσηρή κατάσταση, παρά τις αντιδράσεις της αξιωματικής αντιπολίτευσης, που συχνά εκφράζονται με τρόπο που μόνο αστείος μπορεί να χαρακτηριστεί (ας θυμηθούμε τον απίθανο κ. Σκουρλέτη και τις δηλώσεις του περί ειδών οικιακής χρήσης). Οι κάτοικοι του κέντρου της Αθήνας για ένα μπορούν να είναι σίγουροι: Σε λίγο καιρό δε θα υπάρχει δημόσια περιουσία κατειλημμένη από μειοψηφίες. Αυτό είναι ένα μεγάλο κέρδος για την κοινωνία.

Το μεγαλύτερο, όμως, κέρδος από τις επιχειρήσεις εκκένωσης των κατειλημμένων κτιρίων βρίσκεται στο συμβολικό επίπεδο. Τον καιρό αυτό γύρω από το θέμα των κατειλημμένων κτιρίων δεν αναμετρώνται μόνο η Αστυνομία με τις ομάδες των αναρχικών κατοίκων των «βιλών», ούτε μόνο η Νέα Δημοκρατία με το ΣΥΡΙΖΑ. Σήμερα παρακολουθούμε μία μάχη μεταξύ δύο αντιλήψεων: Από τη μία μεριά αυτής που θεωρεί ότι οι κανόνες τίθενται για να παραβιάζονται, ανάλογα με τη βούληση αυτού που τους παραβιάζει και το κατά πόσο έχει τη δύναμη να το κάνει και από την άλλη αυτής που θεωρεί ότι ρυθμιστής των πάντων είναι ο νόμος και ότι κανένας δεν μπορεί να ξεφεύγει από τα όσα αυτός επιτάσσει. Η αποφασιστικότητα της σημερινής Κυβέρνησης να εφαρμόσει το νόμο είναι αυτή που καθιστά βέβαιο ότι η αντίληψη που θα επικρατήσει είναι η δεύτερη. Η επικράτηση αυτής της αντίληψης είναι το μεγάλο κέρδος από τις αστυνομικές επιχειρήσεις του τελευταίου καιρού. Το τέλος της ανομίας και η υποταγή όλων στα κελεύσματα του νόμου είναι η παρακαταθήκη για μία κοινωνία που φαίνεται ότι είχε ξεχάσει πως οι νόμοι ψηφίζονται για να τηρούνται και όχι για να παραβιάζονται κατά τη βούληση κάποιας κοινωνικής ομάδας με δυνατή φωνή και περίσσιο θράσος. Εν κατακλείδι το ασύγκριτα μεγαλύτερο κέρδος από την κυβερνητική πρωτοβουλία θα είναι ότι στο μέλλον η αβίαστη, αυτονόητη, αποκλειστική και καθολικά αποδεκτή απάντηση στο ερώτημα «Γιατί αντιδρά με ένα συγκεκριμένο τρόπο η Πολιτεία;» θα είναι «Γιατί έτσι επιτάσσει ο Νόμος που ψηφίστηκε κατά πλειοψηφία από μία δημοκρατικά εκλεγμένη Βουλή» και τίποτα παραπάνω.

Υ.Γ. Στην προσπάθεια για την επικράτηση της δεύτερης αντίληψης σημαντική είναι η τοποθέτηση του κόμματος της ΔΗΜΑΡ, που αν μη τι άλλο αποδεικνύει ότι υπάρχει και μη ανεδαφική Αριστερά.

Keywords
Τυχαία Θέματα