Κολίγας με smartphone

Στον Άδωνη Γεωργιάδη (και σε καµία τρόικα, όπως θα έλεγε ο ίδιος) ανήκει η δόξα για την κατάργηση µιας ανθρώπινης πλευράς της Ιστορίας. Εκατόν τριάντα επτά χρόνια µετά τη διεκδίκηση του δικαιώµατος να εργάζονται οι άνθρωποι οκτώ ώρες την ηµέρα, ο υπουργός Εργασίας της κυβέρνησης Μητσοτάκη περνάει νόµο στη Βουλή για την επιστροφή στην εποχή των κολίγων και των δουλοπάροικων. Οι τυπικές ανακοινώσεις διαµαρτυρίας συνδικαλιστικού τύπου από τα κόµµατα της αντιπολίτευσης,

ότι πρόκειται για επιστροφή σε εργασιακό µεσαίωνα, δεν αποδίδουν αυτό που πραγµατικά γίνεται. Απλώς βγάζουν την υποχρέωση να ειπωθεί κάτι και δηλώνουν την αδυναµία τους να κάνουν κάτι.

Ο Άδωνης Γεωργιάδης, προφανώς ως εντολοδόχος του Μητσοτάκη, φτάνει µε το νοµικό κατασκεύασµά του σε αυτό που απαιτεί η πιο άγρια µορφή καπιταλισµού. Ο άνθρωπος πρέπει να πληρώνεται όχι για να ζει, αλλά για να επιβιώνει. Ένα µείγµα αυταπάτης, απόγνωσης και εντατικοποίησης αποτελεί τη βάση της σχεδόν οικειοθελούς παράδοσης στην αγριότητα των σχεδίων Μητσοτάκη.

Οι εκλογές του 2023, που ανέδειξαν για δεύτερη φορά κυβέρνηση Κυριάκου Μητσοτάκη, αποτέλεσαν την πύλη του χρόνου για να περάσουµε σε µια άλλη πραγµατικότητα. Το δεδοµένο ότι τα τέσσερα χρόνια διακυβέρνησης Μητσοτάκη, παρότι αποκάλυψαν µια πολιτική ενάντια στον πολίτη (φτάσαµε ακόµη και στην παρακολούθηση θεσµικών παραγόντων), δεν επέφεραν το πολιτικό κόστος που θα ανέµενε κάποιος εγκαινίασε την πολιτική πέρα από κάθε όριο.

Όταν οι µάζες πιέζονται υπάρχουν δύο ενδεχόµενα. Ή θα αντιδράσουν ή θα υποταχθούν. Ο Μητσοτάκης γνωρίζει καλά ότι έχει κάθε δυνατότητα (και πολιτικό δικαίωµα γι’ αυτόν) να προχωρήσει στον πλήρη έλεγχο και στην καθυπόταξη. ∆εν µπορεί να τον απειλήσει ούτε η αντιπολίτευση ούτε ο συνδικαλισµός, που εκφυλίστηκε σε ένα γραφειοκρατικό µόρφωµα που προκαλεί αηδία πρωτίστως σε αυτούς που θεωρητικά εξυπηρετεί: τους εργαζόµενους.

Ποιο λοιπόν είναι το διάγραµµα της πολιτικής Μητσοτάκη στον χρόνο; ∆ηµιουργεί ασφυκτικές συνθήκες στην κοινωνία, την οικονοµία, σε κάθε έκφραση της ζωής των ανθρώπων. ∆εν έχεις να πληρώσεις το ρεύµα, δεν µπορείς να προστατευτείς από τις φυσικές καταστροφές και τις απειλές, δεν µπορείς να αντέξεις γενικώς; Από τη στιγµή που θα αποδεχτείς ότι όλη αυτή η κατάσταση είναι κάτι αντικειµενικό, ότι δεν υπάρχει δηλαδή κάποια εναλλακτική λύση, τότε προσπαθείς για την προσωπική σου επιβίωση. Τότε εµφανίζεται ο επιστάτης του Μητσοτάκη στο τάδε υπουργείο, σαν επιστάτης στο τσιφλίκι, να σου δηµιουργήσει την αυταπάτη. Αν δεν τα βγάζεις πέρα, πρέπει να δουλέψεις περισσότερο, να αντέξεις κι άλλο, να δεχτείς ενδεχοµένως κάποιο συµβιβασµό ή κάποιον να σου πιάσει τον κώλο. Σε καµιά περίπτωση η λύση δεν είναι να αλλάξει η κατάσταση. Σε ένα πιο θεωρητικό αφήγηµα, πρέπει οι πλούσιοι της χώρας να πλουτίσουν κι άλλο για να πέσουν περισσότερα ψίχουλα από το τραπέζι µήπως και τραφείς. Πρέπει να έχει ο Θεός γερό τον τσιφλικά για να ζει και ο κολίγας, δουλεύοντας προφανώς από νύχτα σε νύχτα. 

Σύμφωνα µε την εφημερίδα «Τα Νέα», αυτό που εµφανίζει η κυβέρνηση ως ευκαιρία διά νοµοσχεδίου Γεωργιάδη είναι το εξής για τους εργαζόµενους: «Θα προσλαµβάνονται χωρίς προκαθορισµένο ωράριο και ελάχιστο µισθό – Θα εργάζονται ανάλογα µε τις ανάγκες της επιχείρησης και θα πληρώνονται µε την ώρα – Θα µπορούν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σε πολλούς εργοδότες αλλά όχι πέραν των 13 ωρών το 24ωρο συνολικά».

Από όλο αυτό καταρχάς να αναγνωρίσουµε ως µεγαλοθυµία και ευσπλαχνία ότι δίνεται στον εργαζόµενο ολόκληρο ενδεκάωρο για να πάει στη δουλειά του, να επιστρέψει και να κοιµηθεί. ∆εν είναι αστείο. Είναι µελετηµένη µέθοδος. Ο άνθρωπος που βρίσκεται σε απόγνωση ακριβώς επειδή τον φέρνει εκεί η κυβέρνηση µε την πολιτική της πρέπει να αποδεχτεί ότι δεν υπάρχει άλλη λύση. Στη συνέχεια πρέπει να αποδώσει στον εαυτό του την ευθύνη να επιβιώσει, λειτουργώντας παράλληλα µε τη βεβαιότητα ότι έτσι θα πάψει να είναι αυτό που είναι και θα γίνει αυτό που περιγράφουν το σύνολο των αυταπατών του ή η τηλεόραση.

Σε µια καταναλωτική κοινωνία η προώθηση των προϊόντων και των τεχνητών αναγκών, αντί να δηµιουργήσει αδιέξοδο και αγανάκτηση, παράγει αυταπάτες που αντικαθιστούν το όραµα για µια άλλη ζωή µε την υπόσχεση της ευωχίας και της καλοπέρασης. Αρκεί κάποιος να δουλέψει λίγο παραπάνω.

Οσο πιο ψεύτικος είναι ο στόχος τόσο πιο µεγάλη είναι η προσκόλληση σε αυτόν. Γιατί παράλληλα όλη η διαδικασία που εφαρµόζεται αποµακρύνει τον άνθρωπο από τη σκέψη και τον προβληµατισµό, τον µετατρέπει σε καταναλωτή ευχάριστων προσµονών και υποσχέσεων.

Στο όχι και τόσο µακρινό 1973 ο Λουκιανός Κηλαηδόνης τραγούδησε τα «Μικροαστικά» σε στίχους του Γιάννη Νεγρεπόντη. Στο τραγούδι «Κολλήγα γιος» ένας γιος και εγγονός κολίγων περιγράφει την ιστορία του. Γεννήθηκε σε οικογένεια δουλοπάροικων, που έζησαν όλοι τους υποτακτικοί και δούλοι χωρίς να ανατρέψουν τη µοίρα τους. Αλλά ο ίδιος, ως δισέγγονο κολίγων, πουλάει την περιουσία, κάνει ένα γάµο µε προίκα και ανοίγει ένα µαγαζί στην πόλη. Αποκτά έτσι την ψυχολογία και ταυτόχρονα την αυταπάτη ενός πετυχηµένου και ικανοποιηµένου. ∆εν βρίσκω πιο παραστατική και επίκαιρη απόδοση γι’ αυτό που συµβαίνει σήµερα. Κολιγοποίηση της χώρας µε συναίνεση των νεοκολίγων. Αλλά όλα κι όλα, είµαστε κολίγες µε smartphone. Σας αφιερώνω το τραγούδι. Μπορείτε φυσικά να το ακούσετε και στο smartphone.

«Κολλήγα γιος του παππού µου ο παππούς,
κολλήγα γιος του παππού µου ο πατέρας
κι ο παππούς µου κολλήγας κι αυτός.
Και µονάχα εγώ, του πατέρα µου γιος,
έναν κλήρο είχα, λίγα στρέµµατα βιος.
Η δουλειά στα χωράφια σκληρή.
Ντελικάτος εγώ, µα ξυπνός
τα χωράφια χτυπάω στο σφυρί
και στην πόλη ό,τι βγει, είµαι αστός.
Τα λεφτά απ’ τα χωράφια µια αρχή,
ένας γάµος ως προίκα καλός,
µια χαρά πήγε το µαγαζί,
είµαι πια ένας αστός σεβαστός.
Κολλήγα γιος του παππού µου ο παππούς,
κολλήγα γιος του παππού µου ο πατέρας
κι ο παππούς µου κολλήγας κι αυτός.
Και µονάχα εγώ, του πατέρα µου γιος,
είµαι πια ένας αστός,
είµαι πια ένας αστός,
είµαι πια ένας αστός,
είµαι πια καθεστώς»

Keywords
Τυχαία Θέματα