Μεταξύ αυταρχισμού και ελευθερίας…

Του ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΝΤΑΣΚΑ

Είναι η επιχείρηση στη Βίλα Αμαλίας και σε άλλες καταλήψεις αποπροσανατολισμός από την υπόθεση της «λίστας Λαγκάρντ»; Αποτελεί η ενασχόληση με την ατζέντα τάξης και ασφάλειας, που θέτει η κυβέρνηση, απομάκρυνση από το δραματικό οικονομικό πρόβλημα των Ελλήνων πολιτών; Τα δύο μεγάλα κόμματα των ημερών μας δίνουν διαμετρικά αντίθετες απαντήσεις στα παραπάνω ερωτήματα. Η προσέγγιση του προβλήματος έχει αξία, καθώς ενδέχεται να ερμηνεύσει και φαινομενικά ασύνδετα με το παραπάνω φαινόμενα, όπως την επέλαση φασιστικών μορφωμάτων.
Η επικέντρωση στα ζητήματα φορολογίας,

περικοπής μισθών και συντάξεων, περιστολής κοινωνικών δαπανών και εξαθλίωσης ταυτίζεται, ως επί το πλείστον, με την περιγραφή τους και μία μικρή ανάπτυξη των μακροοικονομικών συνεπειών τους ή την προσπάθεια απόδοσης της τάξης του ανθρωπιστικού προβλήματος που αντιμετωπίζουν όσοι πένονται, σε μία προσπάθεια συγκίνησης και ευαισθητοποίησης της κοινής γνώμης. Αναμφίβολα είναι αναγκαία ενέργεια, στο μέτρο που πληροφορεί και ευαισθητοποιεί, που μπορεί να έχει διάρκεια, καθώς σημαντικά τμήματα της κοινής γνώμης διαθέτουν ελλιπή ή ανύπαρκτη πληροφόρηση. Εξαντλείται, όμως, εκεί η ενασχόληση με «τα πραγματικά προβλήματα του ελληνικού λαού»;
Ναι, αν θεωρούμε ότι ακροατήριο της κριτικής προς τα κυβερνητικά μέτρα είναι η (εκάστοτε) κυβέρνηση, η οποία απλώς αγνοεί τα λάθη της, αλλά ελπίζεται ότι –κάποτε– θα συνεκτιμήσει ως υπέρτατος κριτής-πηγή της εξουσίας τα επιχειρήματα και θα «διορθωθεί» από την εποικοδομητική κατάδειξη των σφαλμάτων της. Όχι, αν θεωρούμε, όπως και το Σύνταγμά μας, ότι ακροατήριο, υπέρτατος κριτής και πηγή της εξουσίας είναι ο λαός και εφόσον πιστεύουμε ότι η κυβέρνηση είναι τουλάχιστον πιθανό να γνωρίζει άριστα τα αποτελέσματα της πολιτικής της να τα επιδιώκει ή να τα αποδέχεται ως το μη χείρον βέλτιστον (και για ποιον), ή όταν συνειδητοποιούμε ότι οι ελληνικές κυβερνήσεις δέχονταν όχι μόνο μύγα, αλλά και όλα τα αντικείμενα της Εντομολογίας στο σπαθί τους, στα θέματα διαφθοράς. Δεν χρειάζεται, επομένως, σε τέτοια περίπτωση να εξηγήσει κανένας στην κυβέρνηση γιατί δεν πρέπει να ακολουθεί την τάδε ή τη δείνα πολιτική. Χρειάζεται να συζητήσει με τον ελληνικό λαό για το αν αυτή η πολιτική είναι η μόνη εφικτή, ποια είναι η πιθανή εναλλακτική και ποιο μπορεί να είναι τελικά το σχέδιο για την εφαρμογή αυτής της εναλλακτικής. Αυτή η συζήτηση δεν είναι οικονομική. Είναι πολιτική. Αφορά σε αξιακές παραδοχές, εκτιμήσεις καταστάσεων και σύνθεση πολιτικού σχεδιασμού. Συνεπώς, αν «ενασχόληση με τα προβλήματα του ελληνικού λαού» είναι, πράγματι, η καταγγελία των περικοπών και της υπερφορολόγησης, δεν είναι παρά η μισή ενασχόληση. Η άλλη μισή είναι διατύπωση της εναλλακτικής πρότασης και στρατηγικής για την εφαρμογή της, αλλά και η υλοποίηση της στρατηγικής. Αυτό είναι η αποστολή του πολιτικού διαλόγου, στο μέτρο που κανένας διάλογος δεν ανοίγει αυτόματα κρουνούς από τους οποίους θα ρεύσει χρυσάφι.
Η Βίλα Αμαλίας και η «λίστα Λαγκάρντ» ανήκουν ως θέματα σε αυτό το πλαίσιο πολιτικού διαλόγου υπό διαφορετικές οπτικές. Στην περίπτωση του απολεσθέντος USB, διαπιστώνουμε ότι η πολιτική αντιπροσωπεία, που λειτουργούσε με εντολή και κύριο σύνθημα την πάταξη της φοροδιαφυγής, αντλώντας μάλιστα ως βιαίως αναμορφωτική δύναμη εξ αυτής της αποστολής την όποια λαϊκή υποστήριξή της, εψεύδετο. Στην πραγματικότητα, είχε ακυρώσει τη λαϊκή εντολή διά της εξαπάτησης, προωθώντας μάλιστα τη χειρότερη δυνατή συγκάλυψη και αξιοποίηση σε βάρος των συμφερόντων και δικαιωμάτων των Ελλήνων πολιτών. Οι προεκτάσεις της υπόθεσης της Βίλας Αμαλίας ανάγονται στο επίπεδο του συσχετισμού δυνάμεων στο επίπεδο του «δρόμου». Η ανατροπή μίας επί 25 έτη παγιωμένης κατάστασης σε ιστορικά κτήρια του κέντρου και η αξιοποίησή της για τη δημιουργία πολεμικού κλίματος μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης μεταβάλλει τους όρους του πολιτικού διαλόγου και τα όρια της αναμενόμενης από το κοινωνικό σώμα κρατικής δράσης, ανεξάρτητα από τις ετερόκλητες προσδοκίες του. Την ίδια στιγμή που άλλες δυνάμεις εμφανίζονται στους δρόμους συμπίπτουσες ή υπερακοντίζουσες σε κατασταλτική διάθεση την κυβερνητική πολιτική.
Υπό το σκεπτικό αυτό, η ανάδειξη και των δύο ζητημάτων αποτελεί ευθεία και άμεση ενασχόληση με τα προβλήματα του ελληνικού λαού. Η πολιτική ελευθερία, η ποιότητά της και η κατάλληλη αξιοποίησή της είναι καίριας σημασίας σε εποχές απονομιμοποίησης της κυβερνητικής πολιτικής. Καμιά βελτίωση των οικονομικών όρων διαβίωσης δεν μπορεί να καταστεί δυνατή χωρίς τη διατήρηση και την επαύξηση της ελευθερίας των Ελλήνων να αποφασίζουν οι ίδιοι για το μέλλον τους και χωρίς την αποστέρηση από, εκ των υστέρων, αποδεικνυόμενες ως διεφθαρμένες και τυρρανικές ελίτ της εξουσίας μονομερούς επιβολής της βούλησής τους. Υπό το πρίσμα αυτό, το κορυφαίο πρόβλημα του ελληνικού λαού, για όποιον διατηρεί την ψυχραιμία να φανταστεί ακόμα δυσμενέστερες εξελίξεις, είναι η επέλαση του αυταρχισμού, είτε με τη βία, είτε με την εξαπάτηση. «Τα ψέματα κάποια μέρα θα τελειώσουν και η αλήθεια θα λάμψει ξανά. Τότε θα επιστρέψουμε αγνοί, άσπιλοι και αμόλυντοι» έγραφε ο Γκέμπελς. Διαψεύδοντας τις γκεμπελικές «αλήθειες», φράζουμε την οδό επιστροφής της τυρρανίας. Εμποδίζοντας την τυρρανία, διασώζουμε τη δυνατότητα του Έλληνα πολίτη να επιδιώξει ένα καλύτερο μέλλον για τον ίδιο και τη χώρα του.

Keywords
Τυχαία Θέματα