«Ματωμένες» φράουλες ή αλλιώς μέτρο υποκρισίας ενός σύγχρονου δουλεμπορικού εργασιακού κανιβαλισμού

Στο άκουσμα του περιστατικού της Μανωλάδας το σύνολο σχεδόν του πολιτικού κόσμου αντέδρασε άμεσα, καταδίκασε το τραγικό αυτό πραγματικά περιστατικό βίας και απανθρωπιάς με βαρύγδουπες εκφράσεις και δημόσιες καταγγελίες εντός και εκτός Βουλής, ενώ και η κοινωνία έδειξε να ευαισθητοποιείται μπρος στην ωμότητα της άλογης βιαιοπραγίας που εκδηλώθηκε με τον πλέον αποκρουστικό και κατακριτέο τρόπο. Το πρώτο μούδιασμα και τις πρώτες αντιδράσεις ακολούθησε μια εντελώς υποκριτική πλειοδοσία ευαισθησίας και μια προσπάθεια δημόσιας παραχρήμα

«απόδειξης» ποιος είναι πιο ευαίσθητος από τον άλλον, ενώ παράλληλα αυτή η δημόσια συζήτηση φέρεται να «ενεργοποίησε» εν τέλει τις βαθιά κοιμώμενες τοπικές υπηρεσίες και τα οικεία όργανα ελέγχου. Η δημόσια αυτή διελκυστίνδα της ευαισθησίας, όμως, κατέληξε θέατρο υποκρισίας και παραλόγου αφού δήθεν «πέσαμε από τα σύννεφα» για πως ήταν δυνατόν στην σύγχρονη Ελλάδα να ανθεί ένας ιδιότυπος παρασιτικός εργασιακός μεσαίωνας, δουλεμπορικού αμιγώς χαρακτήρα, εκ μέρους συμπολιτών μας που μπρος στο κέρδος δεν διστάζουν να αντιμετωπίζουν συνανθρώπους μας ως υπανθρώπους ή ως «κτήνη». Έτσι, η πρότερη, σε μικρό ή μεγάλο βαθμό, γνώση όλων μας περί ύπαρξης ανάλογων καθημερινών «Μανωλάδων», κατέστησε την όλη αντίδραση μάλλον προσχηματική, όταν μάλιστα και πέραν των άλλων η αντιμετώπιση ανθρώπινων όντων ως υπανθρώπων έχει γίνει πλέον και ιδεολογική αντίληψη πολιτικών μορφωμάτων με κοινοβουλευτικό μανδύα.

Με αφορμή το περιστατικό αυτό κάθε τρίτος αντικειμενικός κριτής θα αναρωτηθεί δικαιολογημένα: πού ήταν οι τοπικές αρχές τόσα χρόνια; Πού ήταν η επιθεώρηση εργασίας; Πού ήταν ο επίσημος κρατικός μηχανισμός; Πού ήταν η πολιτεία και η κοινωνία τόσα χρόνια που ανέχεται την ύπαρξη ανάλογων φαινομένων σύγχρονης δουλεμπορίας; Πού ήταν το κράτος δικαίου; Που ήταν «κρυμμένη» η ευαισθησία μας; Δεν γνωρίζαμε όλοι ότι στην Ελλάδα της αθρόας λαθρομετανάστευσης η εργασιακή εκμετάλλευση αποτελεί εν πολλοίς κανόνα; Δεν γνωρίζαμε ότι οι πολιτικές της εργασιακής ελαστικότητας των παράνομα διαμενόντων στην χώρα μας μεταναστών έχουν ως συνέπεια τέτοια φαινόμενα; Δεν έκλεινε άραγε ένοχα η πολιτεία το μάτι στα φαινόμενα των φθηνών εργατικών χεριών; Πραγματικά αποτελεί ντροπή και όνειδος για όλους μας να υποκρινόμαστε.
Το περιστατικό της Μανωλάδας ανέδειξε με τον πλέον ωμό τρόπο στο προσκήνιο τις ενδογενείς παθογένειες τόσο της ανεπάρκειας των κρατικών μηχανισμών, όσο και της έλλειψης εθνικών πολιτικών έναντι στην μαύρη εργασία, κυρίως των λαθρομεταναστών, που κατά καιρούς βάφεται και με αίμα. Η έλλειψη εθνικής μεταναστευτικής πολιτικής, η έλλειψη ελέγχων, η έλλειψη στοιχειώδους κρατικής εποπτείας, η έλλειψη αποτελεσματικών προληπτικών και κατασταλτικών μηχανισμών αποδεικνύει στην πράξη ότι έχουμε «χάσει την μπάλα», ας μου επιτραπεί η έκφραση. Οφείλουμε ως επίσημη πολιτεία, αλλά και ως κοινωνία, να αποφασίσουμε αφενός τι πρέπει να κάνουμε για την αποτροπή της αθρόας εισόδου ανθρώπων που ψάχνουν ένα καλύτερο αύριο σε μια χώρα που δεν μπορεί εκ των πραγμάτων να τους θρέψει, που δεν έχει δουλειές, που μαστίζεται από πρωτόγνωρη ανεργία, και αφετέρου πως θα αντιμετωπίσουμε συνολικά το πρόβλημα με τους λάθρα διαβιούντες και εργαζόμενους στην χώρα μας μετανάστες. Άναρθρες κραυγές τύπου Χρυσής Αυγής που εκμεταλλεύεται το φαινόμενο αυτό και την όποια δικαιολογημένη ή μη αγανάκτηση της κοινωνίας, δεν έχουν θέση και δεν πρέπει να έχουν θέση. Δεν πρέπει επ’ ουδενί να επιτρέψουμε να υποκατασταθεί η πολιτεία από εξωθεσμικά παράκεντρα και πρακτικές. Εκ παραλλήλου, όμως, η πολιτεία πρέπει να λάβει επίσημα θέση, πρέπει να αναπτύξει δράσεις, πρέπει να αναλάβει πρωτοβουλίες και οφείλει να λάβει άμεσα μέτρα που θα πατάξουν αποτελεσματικά κάθε μορφής ανομία και παραβατικότητα από όποια πλευρά και αν αυτή πορεύεται. Και τέτοιες δράσεις, οφείλουμε να ομολογήσουμε, ότι αναπτύσσει η Κυβέρνηση τους τελευταίους μήνες, τόσο σε νομοθετικό επίπεδο, όσο και σε επίπεδο εκτέλεσης, φιλότιμες πραγματικά προσπάθειες που, όμως, πρέπει να ενισχυθούν, να εντατικοποιηθούν και να έχουν συνέχεια.
Ευθύνη, όμως, έχει και η κοινωνία που, στο όποιο μέτρο της αναλογεί, οφείλει να πράξει το καθήκον της. Η οικονομική δουλεμπορία και οι δουλεμπορικές συνθήκες εργασίας στην χώρα μας δεν έχουν και δεν πρέπει να έχουν κανένα περιθώριο ανάπτυξης. Οφείλουμε όλοι στο μέτρο που αντιλαμβανόμαστε τέτοια περιστατικά να τα καταγγέλλουμε στις αρχές, ώστε να επιλαμβάνονται άμεσα. Είναι ντροπή για ένα κράτος δικαίου, που ως βασικό αξιακό του θεμέλιο έχει την αξία του ανθρώπου, ημεδαπού και αλλοδαπού, να επιτρέπει τέτοια φαινόμενα σύγχρονης εκμετάλλευσης, αλλά και ρατσιστικής βίας. Γιατί «πάντων χρημάτων μέτρον έστιν άνθρωπος».
Η χώρα μας ως χώρα με μεγάλη διασπορά και μετανάστες σε χώρες του εξωτερικού, που μάλιστα διέπρεψαν και διαπρέπουν, οφείλει να επιδεικνύει ιδιαίτερη ευαισθησία στα ζητήματα αυτά και έχοντας γνώση του τι συμβαίνει στο εξωτερικό επειδή πολλά από τα παιδιά της βρίσκονται εκεί, να προλαμβάνει φαινόμενα ανομίας και ρατσιστικής βίας, αλλά και να παραδειγματίζεται από τις αυστηρές διατάξεις και προϋποθέσεις των αλλοδαπών νόμων για την μετανάστευση. Προέρχομαι από ένα Νομό, την Δράμα, όπου λόγω της φτώχειας και της ανέχειας, μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού αποκλειστικά και μόνον για λόγους επιβίωσης αναγκάστηκε να ξενιτευτεί και ως εκ τούτου έχω γνώση των προβλημάτων των συμπολιτών μου αυτών. Και επειδή όλοι μας έχουμε λίγο έως πολύ συγγενείς ή φίλους που φύγαν από την πατρίδα μας, το περιστατικό της Μανωλάδας πρέπει να μας θέσει όλους σε εγρήγορση, πολιτεία και κοινωνία, και σε αγασθή συνεργασία να προλαμβάνουμε και να αποτρέπουμε όμοιες καταστάσεις και προβλήματα.

Του Κυριαζίδη Δημήτρη

Keywords
Τυχαία Θέματα