Ποια στερεά βιοκαύσιμα καίμε

Στόχος της απόφασης είναι να περιοριστεί το περσινό φαινόμενο της επικίνδυνης αιθαλομίχλης, η οποία δημιουργήθηκε από την καύση ακατάλληλων υλικών για θέρμανση, λόγο του ακριβού πετρελαίου.

Που τα χρησιμοποιούμε:

(α) εγκαταστάσεις κεντρικής θέρμανσης κτιρίων που χρησιμοποιούνται για κατοικίες, γραφεία, καταστήματα, ξενοδοχεία, νοσοκομεία και πάσης φύσεως υπηρεσίες υγείας − πρόνοιας, εκπαίδευσης, συνάθροισης κοινού, ή άλλους παρεμφερείς με τα προηγούμενα σκοπούς, καθώς και σε εγκαταστάσεις θέρμανσης

χώρων εργασίας βιομηχανικών ή βιοτεχνικών ή εμπορικών μονάδων, εφόσον όμως πρόκειται για ιδιαίτερες εστίες καύσης, αποκλειστικά για τη θέρμανση των χώρων αυτών

(β) εγκαταστάσεις θέρμανσης νερού χρήσης ή παραγωγής ατμού σε κτίρια ξενοδοχείων, νοσοκομείων, κλινικών, θεραπευτηρίων και λοιπών παρεμφερών χρήσεων, γυμναστήρια, κολυμβητήρια, πισίνες, λουτρικές εγκαταστάσεις και στεγνοκαθαριστήρια

(γ) τοπικές θερμάνσεις.

Από τι υλικά πρέπει να προέρχονται

Όπως σημειώνει η απόφαση «τα στερεά βιοκαύσιμα αποτελούνται εξ ολοκλήρου από βιομάζα και δεν περιέχουν γενικά ξένες ύλες προς τη βιομάζα, καθώς και ραδιενεργά συστατικά».

Τα καύσιμα στερεής βιομάζας, τονίζει, είναι στερεά καύσιμα τα οποία άμεσα ή έμμεσα προέρχονται από τις ακόλουθες πηγές βιομάζας:

* προϊόντα από γεωργία και δασοκομία Φ υπολείμματα από γεωργία και δασοκομία

* παραπροϊόντα από βιομηχανία επεξεργασίας προϊόντων γεωργίας Φ υπολείμματα ξυλείας, με εξαίρεση τα απόβλητα ξυλείας που μπορεί να περιέχουν αλογονούχες οργανικές ενώσεις ή βαρέα μέταλλα

* ινώδη φυτικά υπολείμματα από παραγωγή χαρτοπολτού

* υπολείμματα φελλού

Ορισμοί και κανόνες για τα στερεά βιοκαύσιμα

Για όλα τα καύσιμα στερεής βιομάζας ισχύουν τα οριζόμενα στο πρότυπο: ΕΛΟΤ ΕΝ 14961−1

Ειδικότερα ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

− Βιομάζα (biomass): το βιοαποικοδομήσιμο κλάσμα προϊόντων, αποβλήτων και καταλοίπων βιολογικής προέλευσης από τη γεωργία (συμπεριλαμβανομένων των φυτικών και των ζωικών ουσιών), τη δασοκομία και τους συναφείς κλάδους, συμπεριλαμβανομένης της αλιείας και της υδατοκαλλιέργειας, καθώς και το βιοαποικοδομήσιμο κλάσμα των βιομηχανικών αποβλήτων και των οικιακών απορριμμάτων.

− Καύσιμο στερεής βιομάζας (solid biofuel): το στερεό καύσιμο το οποίο παράγεται από τις κατηγορίες βιομάζας που καλύπτονται από το Πρότυπο ΕΛΟΤ ΕΝ 14961−1.

− Επικίνδυνη ουσία (dangerous substance): ουσία που προκαλεί ή ενδέχεται να προκαλέσει βλάβη στην ανθρώπινη υγεία ή/και στο περιβάλλον, σύμφωνα με τα κριτήρια του κανονισμού (ΕΚ) αρ. 1272/2008, ή εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 96/29/Ευρατόμ, όπως εκάστοτε ισχύουν.

− Πέλετς ξύλου (wood pellets): στερεό προϊόν συμπυκνωμένου καυσίμου στερεής βιομάζας που παράγεται από βιομάζα κονιοποιημένου ξύλου με ή χωρίς πρόσθετα, συνήθως κυλινδρικής μορφής, τυχαίου μήκους που γενικά περιλαμβάνεται μεταξύ 5 και 40 χιλιοστών και είναι τεμαχισμένο στις άκρες.

− Μπριγκέττες ξύλου (wood briquettes): στερεό προϊόν συμπυκνωμένου καυσίμου στερεής βιομάζας που παράγεται από κονιοποιημένη βιομάζα ξύλου με ή χωρίς πρόσθετα, συνήθως κυβοειδούς ή κυλινδρικής μορφής.

− Ροκανίδια ξύλου (wood chips): στερεό προϊόν καυσίμου στερεής βιομάζας που παράγεται από βιομάζα ξύλου πελεκημένου με τη βοήθεια κοφτερού εργαλείου, υπό μορφή λεπτών τεμαχίων καθορισμένων διαστάσεων, μήκους που γενικά περιλαμβάνεται μεταξύ 5 και 50 χιλιοστών.

− Καυσόξυλα (firewood): στερεή βιομάζα ξύλου από υλοτομία κομμένου και χωρισμένου σε τεμάχια έτοιμα προς χρήση σε σταθερές εστίες θέρμανσης κτιρίων, όπως σόμπες, τζάκια και συστήματα κεντρικής θέρμανσης.

− Μη ξύλινα πέλετς (non−woody pellets): στερεό προϊόν συμπυκνωμένου καυσίμου στερεής βιομάζας που παράγεται από μη ξυλώδη κονιοποιημένη βιομάζα με ή χωρίς πρόσθετα, συνήθως κυλινδρικής μορφής, διαμέτρου μικρότερης των 25 χιλιοστών, τυχαίου μήκους που γενικά περιλαμβάνεται μεταξύ 3,15 και 40 χιλιοστών, που λαμβάνεται με μηχανική συμπίεση και είναι τεμαχισμένο στις άκρες.

− Ελαιοπυρήνας (crude olive cake): προϊόν που προέρχεται από την έκθλιψη του ελαιοκάρπου.

− Πυρηνόξυλο (exhausted olive cake): ο ξηρός εκχυλισμένος ελαιοπυρήνας που παράγεται μετά την αφαίρεση του πυρηνελαίου στα πυρηνελαιουργεία.

− Χημικά επεξεργασμένη βιομάζα (chemical treated biomass): βιομάζα η οποία έχει υποστεί οποιαδήποτε επεξεργασία με χημικές ουσίες εκτός από τον αέρα ή το νερό (π.χ. κόλλα, χρώμα).

Keywords
Τυχαία Θέματα