Οι αγέλαστοι της Αθήνας

Αρχές Αυγούστου και μία βόλτα στο κέντρο της Αθήνας είναι ιδανική για όσους «ξέμειναν» στην πρωτεύουσα και αναζητούν μία αίσθηση απελευθέρωσης από τις έγνοιες της καθημερινότητας. Άλλωστε, το κέντρο της πόλης προσφέρεται για τα πάντα – έστω, σε αυτά τα «πάντα» δε συμπεριλαμβάνεται το θαλασσινό τοπίο και η αντίστοιχη αύρα, αλλά ας είναι.

Αφετηρία της διαδρομής η Βικτώρια και η πορεία προς Φιλοπάππου –τουλάχιστον η προσχεδιασμένη. Κανένας συγκεκριμένος στόχος, δεν είναι άλλωστε πάντα κάτι τέτοιο απαραίτητο.

Παρατηρώ περπατώντας τα δεκάδες κλειστά μαγαζάκια – σήματα κατατεθέντα του κέντρου για δεκαετίες- και συνειδητοποιώ ότι το μόνο νέο στον τομέα της επιχειρηματικότητας είναι καταστήματα που προσφέρουν καφέ και φαγητό στο χέρι. Περιορίστηκε η έμπνευση – ή μήπως «ποινικοποιήθηκε» η επιχειρηματικότητα;

Στο ύψος της Εμ. Μπενάκη, λίγο πριν τη γωνία με Καλλιδρομίου, ανηφορίζοντας προς λόφο Στρέφη –απ’ όπου η Αθήνα θα φαντάζει πάντα πιο όμορφη-, ένα καλοστεκούμενο ηλικιωμένο ζευγάρι, γύρω στα 78-80, συζητά και από το ύφος τους φαίνεται πως κάπου διαφωνούν. Τελικά ο κύριος είχε αγοράσει λάδι από κάποιο σούπερ μάρκετ, ενώ η κυρία του υπενθυμίζει ότι τον είχε ενημερώσει πως από ένα άλλο σούπερ μάρκετ θα το είχε αγοράσει φτηνότερα –υποθέτω το οικονομικό χάσμα που κινητοποίησε τη συγκεκριμένη μικρή σύγκρουση θα έχει «άνοιγμα» μέχρι και ένα ευρώ… Η κυρία όμως είχε μουτρώσει και ο κύριος επιζητούσε συγχώρεση.

Κατεβαίνοντας προς την Παλαιά Βουλή, ο δρόμος σε φέρνει και στο Πανεπιστήμιο. Εκεί λοιπόν, ημέρα Σάββατο και λίγο πριν τις εφτά το απόγευμα, στον πεζόδρομο που οδηγεί από Ακαδημίας προς Πανεπιστημίου και πλάι στην προτομή του Παναγιώτη Κανελλόπουλου, η εικόνα ήταν μάλλον αποκρουστική. Ή, μάλλον καλύτερα, θλιβερή. Μία ομήγυρη τοξικομανών περιπλανιούνται άσκοπα ή κάθονται στα τριγύρω παγκάκια. Κάποιοι λαμβάνουν ενέσιμα τη «δόση» τους. Στον ίδιο χώρο δύο-τρεις μάλλον νηφάλιοι τύποι συνομιλούν, κρατώντας ο καθένας κάτι στο χέρι φωνάζοντας –μάλλον διαφωνούσαν σε κάτι. Σκύβεις το κεφάλι και φεύγεις παριστάνοντας τον αδιάφορο. Αύριο θα είναι Κυριακή και τα εμπορικά θα είναι ανοιχτά. Είναι άλλωστε και τουριστική περίοδος και το κέντρο θα σφύζει από ζωή…

Στην Πανεπιστημίου και στο δρόμο προς Σύνταγμα ο δρόμος είναι γεμάτος από ανθρώπους που έχουν χάσει το σπίτι τους. Στρωμένες κουβέρτες σε σκιερά σημεία και χαρτοκούτες, αυτά είναι το νέο τους σπιτικό. Όπου και αν κοιτάξεις στην Αθήνα υπάρχουν εγκαταλελειμμένα κτήρια –περιουσία ιδιωτική ή δημόσια- τα οποία αφήνονται να σαπίζουν. Στο Σύνταγμα κατηφορίζοντας τη Μητροπόλεως βλέπεις το παλιό Υπουργείο Παιδείας. Άδειο, παρατημένο κτήριο πλέον. Στα σκαλιά του, τοποθετημένες κουβέρτες…

Στο Θησείο, στον πεζόδρομο μπροστά από τον ηλεκτρικό, μία στάση στα πεζούλια είναι σχεδόν απαραίτητη. Μπροστά δύο τριαντάρηδες συζητούν. Ο ένας είναι χαρούμενος –στα λόγια, η έκφρασή του δεν το μαρτυρά. Βρήκε, λέει δουλειά μετά από καιρό. Θα δουλεύει από τις 10 μέχρι τις 7 (έτσι του είπαν, αλλά καμιά φορά ίσως χρειαστεί και λίγο παραπάνω) και θα παίρνει 500 ευρώ. Τουλάχιστον θα είναι ασφαλισμένος. Έχει, λέει, και μεταπτυχιακό…

Ο λόφος Φιλοπάππου έμεινε άπιαστος στόχος. Είχε ζέστη και η επιστροφή επισπεύστηκε. Γυρνώντας, αυτό που κάνει εντύπωση είναι ότι τόση ώρα στο δρόμο δεν θυμάμαι ούτε ένα χαμόγελο. Όχι, δεν είμαστε μία κοινωνία γεμάτη πεσιμιστές. Όπως έγραψε και ο Νίτσε στη γέννηση της τραγωδίας «Θα πρέπει να μάθετε να γελάτε, νεαροί μου φίλοι, αν αποφασίσετε να παραμείνετε πεσιμιστές». Μία κοινωνία σε κατάθλιψη, έτσι κατάντησε… Στα νησιά τουλάχιστον το κλίμα θα είναι καλύτερο.

Ο Βασίλης Νάστος είναι φιλόλογος

Keywords
Τυχαία Θέματα