Αντιμέτωπες με νέες προκλήσεις οι Τράπεζες

Αντιμέτωπες με νέες προκλήσεις και προβλήματα βρίσκονται για άλλη μια περίοδο οι εγχώριες τράπεζες. Το νέο stress test, η εξέλιξη των μη εξυπηρετούμενων δανείων, η βελτίωση των συνθηκών ρευστότητας και η υλοποίηση των επιχειρησιακών σχεδίων, που προβλέπουν δραστική συρρίκνωση δραστηριοτήτων, αποτελούν τις επόμενες μεγάλες προκλήσεις. Αναλυτικότερα:

– Stress test. Αν και η φετινή άσκηση αναμένεται

σημαντικά ηπιότερη σε σχέση με την προηγούμενη, λόγω της εκτιμώμενης βελτίωσης των μακροοικονομικών συνθηκών, ωστόσο είναι βέβαιο ότι ο τελικός λογαριασμός θα απαιτήσει πρόσθετα κεφάλαια, τουλάχιστον σε ορισμένες από τις τέσσερις συστημικές τράπεζες. Ο διοικητής της ΤτΕ Γ. Προβόπουλος δεν κρύβει την αισιοδοξία του για την έκβαση της άσκησης, υπογραμμίζοντας ότι αν απαιτηθούν κάποια πρόσθετα κεφάλαια αυτά θα υπερκαλυφθούν από το κεφαλαιακό απόθεμα που υπάρχει (κεφάλαια του πακέτου των 50 δισ. ευρώ που δεν χρησιμοποιήθηκαν) και το οποίο ξεπερνά τα 10 δισ. ευρώ.

– Μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Η αντιμετώπιση των δανείων που βρίσκονται σε καθυστέρηση αποτελεί ζήτημα ζωτικής σημασίας για τις τράπεζες. Στο τέλος Μαρτίου το σύνολο των δανείων σε καθυστέρηση ανήλθαν στο 27,8% που αντιστοιχεί σε «κόκκινα» δάνεια ύψους 63,5 δισ. ευρώ. Στελέχη τραπεζών προειδοποιούν ότι αν η κατάσταση στην οικονομία δεν σταθεροποιηθεί οριστικά και δεν σημειωθεί ουσιαστική βελτίωση των συνθηκών τότε οι επισφάλειες γρήγορα θα ροκανίσουν τα κεφάλαια των τραπεζών. Πάντως σημειώνουν ότι το ενθαρρυντικό είναι πως μειώνεται ο ρυθμός σχηματισμού νέων μη εξυπηρετούμενων δανείων.

– Κόστος χρήματος – ρευστότητα. Η χαμηλή πτήση των καταθέσεων και η διατήρηση των επιτοκίων καταθέσεων σε υψηλά επίπεδα δημιουργεί ένα πρόσθετο βάρος στις τράπεζες της τάξης των 2 δισ. ευρώ. Τη στιγμή που το βασικό επιτόκιο της ΕΚΤ βρίσκεται στο 0,5% το μέσο επιτόκιο καταθέσεων στην Ελλάδα είναι κοντά στο 4%, διαμορφώνοντας ένα δυσανάλογα υψηλό κόστος του χρήματος για την οικονομία. Σύμφωνα με στελέχη τραπεζών, κάθε μείωση του κόστους του χρήματος, δηλαδή μείωση των επιτοκίων καταθέσεων κατά 100 ποσοστιαίες μονάδες (1%) συνεπάγεται όφελος περίπου 1,6 δισ. ευρώ για το τραπεζικό σύστημα και τους δανειολήπτες. Η σταδιακή αύξηση των καταθέσεων και η μείωση του κόστους του χρήματος αποτελούν προϋποθέσεις για την αποκατάσταση των συνθηκών ρευστότητας και τη χρηματοδότηση των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών από τις τράπεζες.

– Επιχειρησιακά σχέδια. Μετά τις σαρωτικές κινήσεις αναδιάρθρωσης -τους τελευταίους μήνες έχουν «αφανιστεί» από τον χάρτη, μέσω εξαγορών και συγχωνεύσεων, 10 εμπορικές τράπεζες- οι τέσσερις συστημικοί πόλοι θα πρέπει να προχωρήσουν σε εξίσου σαρωτικές κινήσεις εξορθολογισμού, ώστε να προσαρμοστούν στα νέα οικονομικά δεδομένα. Η δραστική μείωση των καταστημάτων και του αριθμού απασχολουμένων αποτελούν τα επόμενα, δύσκολα βήματα. Τράπεζα Πειραιώς, Alpha Bank, Εθνική Τράπεζα και Eurobank, έχοντας απορροφήσει τους τελευταίους μήνες πάνω από 10 τράπεζες, ελέγχουν πλέον ποσοστό άνω του 90% της τραπεζικής αγοράς. Οι τέσσερις παραπάνω συστημικές τράπεζες διαθέτουν στην Ελλάδα δίκτυο άνω των 3.200 σημείων, ενώ απασχολούν περίπου 46.000 εργαζομένους. Σύμφωνα με εκτιμήσεις στελεχών τραπεζών, το δίκτυο με ορίζοντα 3ετίας θα πρέπει να μειωθεί κατά 20%, ενώ ανάλογη αναμένεται η μείωση του προσωπικού. Παράλληλα, θα πρέπει να προχωρήσουν στην πώληση των μη τραπεζικών εργασιών, θυγατρικών ακινήτων καθώς και να μειώσουν επιλεκτικά την παρουσία τους σε χώρες της ΝΑ Ευρώπης.

Keywords
Τυχαία Θέματα