Ακραία και διευρυνόμενη η φτώχεια στην Ελλάδα

Το 23,1% του πληθυσμού της χώρας ή 914.873 νοικοκυριά µε συνολικό αριθμό µελών 2.535.700 άτομα βρίσκονται κάτω από το χρηματικό όριο της σχετικής φτώχειας.

Ο δείκτης του κινδύνου σχετικής φτώχειας για την Ελλάδα είναι πλέον σημαντικά υψηλότερος από ό,τι σε όλες τις υπόλοιπες χώρες της Ε.Ε. (Ε.Ε.-28: µέσος όρος 17,2%).

Το μέσο ετήσιο διαθέσιμο εισόδημα του συνόλου των νοικοκυριών για την Ελλάδα, που αποτελεί τη βάση για να υπολογιστεί το χρηματικό

όριο (γραμμή ή κατώφλι) της σχετικής φτώχειας, ανήλθε το 2011 σε 17.977 ευρώ και ήταν μειωμένο κατά 16,7%και 25,8%, έναντι του 2010 και του 2009 αντίστοιχα.

Ακόμα ψηλότερο σε σύγκριση µε το σύνολο της Ε.Ε. είναι το ποσοστό του πληθυσμού της Ελλάδας που βρίσκεται είτε σε κίνδυνο φτώχειας, είτε σε κατάσταση κοινωνικού αποκλεισμού, δηλαδή ζει µε υλικές στερήσεις ή σε νοικοκυριά µε χαμηλή ένταση εργασίας.

Στην έρευνα για το 2012, το εν λόγω ποσοστό ανέρχεται σε 34,6%, αντιστοιχώντας σε 3.795.100 άτομα, και είναι υψηλότερο από ό,τι στις άλλες χώρες τις Ε.Ε. (Ε.Ε.-28: 25,1%) µε εξαίρεση τη Βουλγαρία (49,3%), τη Ρουµανία (41,7%) και τη Λετονία (36,6%).

Το 50% των φτωχών έχουν εισόδημα μικρότερο από το 70,1% της γραμμής φτώχειας, δηλαδή κάτω από 4.000 ευρώ ετησίως ανά άτομο.

Επιπλέον, ο πληθυσμός που ζει σε νοικοκυριά, στα οποία δεν εργάζεται κανένα µέλος ή εργάζεται λιγότερο από 3 μήνες συνολικά το χρόνο ανέρχεται σε 1.010.900 άτομα ή σε 16,1% του πληθυσμού ηλικίας 18-59 ετών, ενώ το 2011 και το 2010 ήταν 837.300 και 544.800 άτομα αντίστοιχα.

Στην περίοδο της τρέχουσας κρίσης και μέσα στα δύο μόλις τελευταία έτη, για τα οποία υπάρχουν στοιχεία, σχεδόν διπλασιάστηκαν οι διαστάσεις της φτώχειας σε απόλυτους όρους (αύξηση κατά 16 εκατοστιαίες μονάδες ή 98,2%).

Διευρύνονται οι ανισότητες

Το πλουσιότερο 20% των νοικοκυριών στη χώρα µας κατέχει 6,6 φορές µεγαλύτερο µερίδιο εισοδήµατος από ό,τι το φτωχότερο 20%, ενώ ο αντίστοιχος λόγος λαµβάνει τιµή 5,1 για το σύνολο των χωρών της Ε.Ε.-28.

Ποιους πλήττει περισσότερο η φτώχεια

Ομάδες υψηλού κινδύνου φτώχειας στην Ελλάδα κατά την περίοδο της τρέχουσας κρίσης είναι κυρίως οι άνεργοι και ιδίως οι άνεργοι άνδρες, τα μονογονεϊκά νοικοκυριά µε τουλάχιστον ένα εξαρτώμενο παιδί, τα πολυμελή νοικοκυριά µε δύο ενήλικες και τρία ή περισσότερα εξαρτώμενα παιδιά, οι µη οικονομικά ενεργοί εκτός των συνταξιούχων, τα νοικοκυριά που διαμένουν σε ενοικιασμένη κατοικία, αλλά και τα παιδιά ηλικίας έως 17 ετών και κυρίως τα παιδιά των μεταναστών.

Ωστόσο, τα τελευταία έτη στην Ελλάδα η φτώχεια φαίνεται να μετατοπίζεται ταχύτατα από την ομάδα των ηλικιωμένων προς την ομάδα των νεότερων ζευγαριών µε παιδιά, αλλά και προς τους νέους εργαζομένους και κυρίως τους ανέργους.

Κατά τη διάρκεια της τρέχουσας κρίσης υπάρχει σημαντική επιδείνωση (δυσκολία ικανοποίησης βασικών αναγκών, ανεπαρκείς συνθήκες στέγασης, επιβάρυνση από τις δαπάνες στέγασης, αδυναμία πληρωμής υφιστάμενων δανείων ή αγορών µε δόσεις, δυσκολίες στην πληρωμή πάγιων λογαριασμών, χαμηλή/υποβαθμισμένη ποιότητα ζωής) και αύξηση της υλικής στέρησης βασικών αγαθών και υπηρεσιών.

Το ποσοστό του πληθυσμού που αντιμετωπίζει οικονομικές δυσκολίες µε αποτέλεσμα να στερείται τουλάχιστον τέσσερις από τις εννέα συνολικά διαστάσεις της υλικής στέρησης ανέρχεται σε 19,5% το 2012, ενώ το ποσοστό αυτό ήταν 15,2% το 2011 και 11,6% το 2010.

Επιπλέον, η στέρηση βασικών αγαθών και υπηρεσιών δεν αφορά µόνο το φτωχό πληθυσμό, αλλά και σημαντικό μέρος του µη φτωχού πληθυσμού.

Η μέση μηνιαία δαπάνη των νοικοκυριών, στην Έρευνα Οικογενειακών Προϋπολογισμών (ΕΟΠ) της ΕΛ.ΣΤΑΤ. για το 2012, ανήλθε στα 1.637 ευρώ, καταγράφοντας ονομαστική μείωση κατά 10,2% (ή 11,6% σε πραγματικούς όρους) σε σύγκριση µε το 2011.

Keywords
Τυχαία Θέματα