Δόμνα Σαμίου-Αφιέρωμα [Ηρώδειο]

Το μουσικό μέρος ξεκίνησε (μέσω βιντεοπροβολής) με την ίδια τη Δόμνα Σαμίου να τραγουδά το τραγούδι της ξενιτιάς από τη Θράκη, «Να ‘μουν πουλί να πέταγα» και οι μουσικοί συνέχισαν με το «Δεν είν’ αυγή να σηκωθώ» υποδεχόμενοι έτσι τη Χορωδία. Τον μικρό πρόλογο έκλεισε και πάλι η –μέσω προβολής (εντός κι εκτός)- Δόμνα Σαμίου με το ρουμελιώτικο «Με γέλασε μια χαραυγή» καταλήγοντας με το

στίχο «Μη με παίρνεις Χάρε, γιατί δεν με ξαναφέρνεις…»
Και η αλήθεια είναι αυτή… Η «αναχώρηση» ενός τόσο σημαντικού ανθρώπου αφήνει στους ώμους των παραμενόντων ένα βάρος που καλούνται να επωμιστούν δημιουργικά. Μάλιστα, η απόδοση ευθύνης και κληρονομιάς από τη Δόμνα Σαμίου είναι πολύ νωπή, καθώς και το κατευόδιό της, για να μας κάνει να λησμονούμε βασικά στοιχεία της βιωματικής κατάθεσής της. Υπό αυτή την έννοια, προσωπικά δεν κατανόησα δύο τινά. Πρώτον, την (έντονη) απουσία από την ορχήστρα βασικών συνεργατών της Σαμίου και δεύτερον την επιλογή των Μανώλη Μητσιά, Δημήτρη Μπάση (κυρίως) και Ζαχαρία Καρούνη, Ελευθερίας Αρβανιτάκη και Φωτεινής Βελεσιώτου (κατά δεύτερο λόγο). Χωρίς να μπαίνουμε σε διαδικασίες κρίσης του καλλιτεχνικού μεγέθους (μακριά από εμάς...), παρόλα αυτά ειδικά ο Μητσιάς δεν έγινε… ευπρόσδεκτος από τα ίδια τα τραγούδια («Τ’ αηδόνια της Ανατολής», «Πω, πω, πω, Μαρία σ’ αγαπώ», «Μήλο μου κόκκινο»). Δεν κατάφερε να φτάσει στο πλαίσιο μιας ερμηνείας του Χρόνη Αηδονίδη (στην πρώτη περίπτωση από την Ανατολική Θράκη), ενώ στα επόμενα δύο άφησε το κοινό να πιάσει το νήμα των στίχων και να το ξετυλίξει. Χάσαμε έτσι την ευκαιρία μιας προσωπικής ερμηνείας σε τραγούδια της ιδιαίτερης πατρίδας του (Μακεδονία).
Αμέσως μετά, ο Δημήτρης Μπάσης κέρδισε τις εντυπώσεις ενός μέρους του κοινού με μία «δυνατή» ερμηνεία φωνητικά. Που είναι η ένσταση; Μα, στο ότι τα παραδοσιακά μας τραγούδια γυρεύουν την ψυχή και όχι τη δύναμη για να επικοινωνήσουν. Αυτό ήταν που έλειψε από την «εξωστρεφή» ερμηνεία του καλού τραγουδιστή.

Περισσότερα για τη συναυλία στο Παραδούναι και λαβείν

Σε ό,τι αφορά το δεύτερο σκέλος της πιο πάνω επισήμανσης, προσωπικά εκτίμησα στην ερμηνεία του Καρούνη το «δόσιμο», την προσπάθεια να ενταχθεί στο ψυχολογικό κάλεσμα των τραγουδιών («Έβγα, ήλιε μ’, έβγα», «Αντα’ μαν παλληκάρι», «Μοναχογιός ο Κωνσταντής», «Της τριανταφυλλιάς τα φύλλα») όμως ο άνθρωπος έχει τραγουδιστικό ύφος που προέρχεται ή έχει βαθιές επιρροές από τον κλασικό χώρο. Και αυτό ακούγεται. Του λείπει -στη φωνή του- η γλύκα και το χρώμα των παραδοσιακών τραγουδιών. Υπήρξε μία αξιοπρεπής παρουσία, τίμησε την κλήση που δέχτηκε, αλλά ήταν λίγο παράταιρος ως προς την ουσία του αντικειμένου. Καθώς επίσης, και η Αρβανιτάκη με τη Βελεσιώτου, ωστόσο οφείλω να ομολογήσω πως αφενός η πρώτη απέδωσε άψογα τα «Πες μου γιατί άλλαξες γιατί» (σύνθεση του Στέλιου Κορομύτη σε στίχους Κώστα Μάνεση… έχει άραγε προλάβει να γίνει λαϊκό «κτήμα» και άρα παραδοσιακό τραγούδι;), «Τζιβαέρι» και «Μες του Αιγαίου τα νερά». Μάλιστα, το πόσο καλά και σωστά

Keywords
Τυχαία Θέματα