Τα κενά του Κώδικα Δεοντολογίας για τα κόκκινα δάνεια

17:50 8/8/2016 - Πηγή: ΕΡΤ

Του Γιώργου Χ. Παπαγεωργίου

Σε αχαρτογράφητη περιοχή εισέρχεται το ζήτημα των κόκκινων δανείων, καθώς το επόμενο διάστημα ξεκινά η ενεργή αντιμετώπιση του προβλήματος, με διαδικασίες που θα θέσουν σε δοκιμασία τόσο τις τράπεζες, όσο και τους δανειολήπτες, ιδιώτες και επιχειρήσεις.

Η ολοκλήρωση του θεσμικού πλαισίου για τη διαδικασία «ξεκαθαρίσματος» των προβληματικών δανείων πρέπει να ολοκληρωθεί με τη δεύτερη αξιολόγηση, καθώς οι δανειστές πιέζουν προκειμένου να λήξει το καθεστώς ανοχής που υπήρχε για

τα τα κόκκινα δάνεια.

Και τούτο διότι μέχρι σήμερα οι τράπεζες κατά το μεγαλύτερο μέρος «ανακύκλωναν» τα κόκκινα δάνεια, χωρίς να οδηγούν τα πράγματα στα άκρα με κατασχέσεις και πλειστηριασμούς, είτε επειδή δεν ήθελαν να κλείσουν κάποια δάνεια και να «γράψουν» τις απώλειες στα βιβλία τους, είτε επειδή είχε δοθεί ένα μήνυμα ανοχής από τις διοικήσεις.

Τώρα, όμως, οι δανειστές πιέζουν για να ξεκαθαρίσει η κατάσταση και αυτό οδηγεί σε μια επώδυνη διαδικασία κατά την οποία οι τράπεζες υποχρεώνονται να πιέσουν τους δανειολήπτες, προκειμένου είτε να προχωρήσουν σε ρύθμιση των δανείων είτε να λάβουν μέτρα αναγκαστικής είσπραξης (κατασχέσεις, πλειστηριασμοί).

Στην ίδια κατεύθυνση κινείται και ο Ενιαίος Εποπτικός Μηχανισμός (SSM) ο οποίος λειτουργεί υπό την αιγίδα της ΕΚΤ και εποπτεύει τις ευρωπαϊκές τράπεζες και πιέζει τις τράπεζες να διενεργήσουν κάποιους πλειστηριασμούς ακινήτων έτσι ώστε να περάσει το μήνυμα ότι δεν υπάρχει πλέον ανοχή και οι κακοπληρωτές κινδυνεύουν ανά πάσα στιγμή.

Στόχος των δανειστών και του SSM είναι να μειώνονται τα ανοίγματα των τραπεζών από κόκκινα δάνεια ώστε να μην προκύψει ανάγκη για νέα κεφαλαιακή ενίσχυση (ανακεφαλαιοποίηση), η οποία εάν τελικά χρειαστεί θα πρέπει να περιλάβει και το λεγόμενο bail in, ήτοι «κούρεμα» μετόχων, ομολογιούχων και καταθέσεων άνω των 100.000 ευρώ.

Στο πλαίσιο αυτό υιοθετήθηκε ο αναθεωρημένος Κώδικας Δεοντολογίας που διέπει τις σχέσεις μεταξύ τραπεζών και δανειοληπτών, ενώ αναμένονται νομοθετικές ρυθμίσεις από το υπουργείο Οικονομίας, οι οποίες θα αφορούν στη διαχείριση των επιχειρηματικών δανείων.

Ο Κώδικας Δεοντολογίας προσδιορίζει ένα γενικό πλαίσιο διαχείρισης των δανείων, έτσι ώστε να επιχειρείται ένας εξωδικαστικός συμβιβασμός μεταξύ τράπεζας και δανειολήπτη προτού η υπόθεση πάρει το δρόμο είτε της κατάσχεσης και του πλειστηριασμού είτε της υπαγωγής στο «νόμο Κατσέλη», εφόσον πληρούνται οι νόμιμες προϋποθέσεις σχετικά με το εισόδημα και την αξία της περιουσίας.

Ο Κώδικας προσδιορίζει μεν ορισμένες διαδικασίες και προθεσμίες τις οποίες πρέπει να τηρούν οι τράπεζες όταν προτείνουν μια ρύθμιση στο δανειολήπτη, αλλά δεν αλλά δεν θέτει συγκεκριμένα όρια ή ασφαλιστικές δικλείδες ως προς το περιεχόμενο της πρότασης.

Δεν υπάρχει δηλαδή κάποια συγκεκριμένη δέσμευση για τις τράπεζες σχετικά με το είδος της ρύθμισης και το ύψος της δόσης που θα πρέπει να προτείνουν στον δανειολήπτη ή τα κριτήρια με τα οποία θα δέχονται ή θα απορρίπτουν την αντιπρόταση του δανειολήπτη, πέρα από το ότι θα πρέπει να λαμβάνονται υπ’ όψιν οι λεγόμενες «εύλογες δαπάνες διαβίωσης» του τελευταίου.

Με λίγα λόγια, ο Κώδικας αφήνει στη διακριτική ευχέρεια των τραπεζών την ουσία της ρύθμισης, με αποτέλεσμα να προκύπτει ένα ερώτημα σχετικά με το τι θα συμβαίνει εάν γίνεται στο δανειολήπτη πρόταση ρύθμιση την οποία ο τελευταίος θα αδυνατεί εξυπηρετεί ή, ακόμη, εάν το διαθέσιμο εισόδημά του μετά την αφαίρεση των εύλογων δαπανών δεν επαρκεί για την αποπληρωμή του δανείου.

Θεωρητικά, με βάση τον Κώδικα Δεοντολογίας, οι τράπεζες έχουν πολλές δυνατότητες, από το να διαγράψουν ένα μέρος της οφειλής, μέχρι να λάβουν μέτρα αναγκαστικής είσπραξης εφόσον δεν υπάρχει δυνατότητα βιώσιμης ρύθμισης.

Μένει να φανεί στην πράξη λοιπόν ποια τακτική θα υιοθετήσουν οι τράπεζες, αλλά και πώς θα λειτουργήσει το ευρύτερο θεσμικό πλαίσιο για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια.

Keywords
Τυχαία Θέματα