Ο σκηνοθέτης Ερρίκος Μηλιάρης μάς παρουσιάζει τον δικό του «Βυσσινόκηπο» (video)

10:46 3/3/2017 - Πηγή: ΕΡΤ

Ένα από τα αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας, τον Βυσσινόκηπο του Άντον Τσέχοφ, ανεβάζει η νεοσύστατη Ομάδα Ίριδα, από τις 6 Μαρτίου, στο θέατρο Εμπρός. Τη σκηνοθεσία της παράστασης έχει αναλάβει ο Ερρίκος Μηλιάρης, ο οποίος μιλάει στη «Ραδιοτηλεόραση» για τη μαγεία του κλασικού κειμένου, τη δική του προσέγγιση και τον συμβολισμό, την «ομορφιά» του βυσσινόκηπου, που αναδύεται μέσα από την ποιητική μαγεία του παραμυθιού!

Συνέντευξη στην Ασπασία Κακολύρη

Σκηνοθετείτε

τον Βυσσινόκηπο του Άντον Τσέχωφ. Μιλήστε μας για τις δυσκολίες που αντιμετωπίσατε στη μεταφορά στη σκηνή ενός τόσο εμβληματικού έργου…

Οι δυσκολίες ήταν πάρα πολλές κι ακόμα είναι και νομίζω θα είναι και μέχρι να τελειώσουν οι παραστάσεις. Ό,τι και να κάνεις στα έργα του Τσέχοφ, το μπαλάκι είναι πάντα στους ηθοποιούς γιατί, όπως έλεγε ένας δάσκαλός μου στη σχολή, ο Δημήτρης Ήμελλος, ο Τσέχοφ δεν «παίζεται», αλλά «συμβαίνει»! Αν δεν συμβεί, μπορεί όλο το εγχείρημα να είναι μια καταστροφή. Από εκεί και πέρα υπάρχει η μεγάλη δυσκολία, σκηνοθετικά, του πώς μεταφράζεις κάτι επί σκηνής. Δηλαδή απ’ τη στιγμή που το έργο θα αναδειχθεί μέσα από τα δικά μας μάτια και δεν θα τηρήσουμε, φυσικά, κατά γράμμα τις σκηνοθετικές οδηγίες του Τσέχοφ, πρέπει παρ’ όλα αυτά να είσαι προσεκτικός στο πώς βάζεις τη δική σου προσωπική ματιά στο έργο, γιατί ό,τι και να κάνεις πρέπει πάντοτε να γεννάται από τα θέματα του έργου και μόνο από αυτά. Ό,τι και να του κάνεις του κειμένου, ακόμα και φορμαλιστικά να ανεβάσεις τον Βυσσινόκηπο, πρέπει να είναι Τσέχοφ. Αυτός είναι ο συγγραφέας, αυτόν διάλεξες κι όχι άλλον. Θα βάλεις την προσωπική σου μάτια, άλλα πάντοτε σε διάλογο μαζί του.

Ποια είναι η δική σας «ματιά», η δική σας προσέγγιση στο κλασικό αυτό κείμενο;

Όσον αφορά τον τρόπο που προσεγγίζουμε το έργο, συνέβη το εξής. Όταν διάβασα το κείμενο, κατάλαβα ότι συχνό μοτίβο και κεντρικό του έργου είναι η μαγεία. Όταν, για παράδειγμα, ανοίγουν το παράθυρο και βλέπουν τον βυσσινόκηπο, είναι μια πραγματικά μαγευτική εικόνα όπως περιγράφεται και μαγική στιγμή για τους ήρωες που αντικρίζουν τον κήπο. Κι αυτό είναι ένα μόνο παράδειγμα. Αυτή η επιλογή από τον Τσέχωφ ενισχύει όλο το θέμα του έργου, το ότι δηλαδή όλοι βρίσκονται μέσα σε αυτό το σπίτι για τελευταία φορά, και εξαιτίας του συναισθηματικού δεσίματος με το σπίτι αλλά και της γενικότερης κοινωνικής αβουλίας τους, δεν κάνουν τίποτα για να το σώσουν από τον πλειστηριασμό. Ο Τσέχωφ, όμως, περιγράφει τη μαγική εικόνα του βυσσινόκηπου με ρεαλιστικούς όρους. Περιγράφει, δηλαδή, κυριολεκτικά έναν υπέροχο κήπο, ο οποίος θα μπορούσε να παρουσιαστεί επακριβώς μόνο κινηματογραφικά. Στο θέατρο όμως; Για να μπορέσουμε να αναδείξουμε αυτήν τη μαγεία–ποιητικότητα, κάνουμε κεντρική συνθήκη της παράστασης την παιδική κάμαρα του σπιτιού. Όταν οι ήρωες εισέρχονται στην παιδική κάμαρα, όλα αλλάζουν, «μαγεύονται» και περνάνε σε μια άλλη περιοχή, σε μια άλλη «διάσταση». Έτσι, η σύνδεσή τους με την παιδική κάμαρα οδηγεί όλη την ιστορία μέσα από τον τρόπο που λειτουργεί ένα παιδί, απ’ τον τρόπο που χειρίζεται την πραγματικότητα, που θα του πεις ότι το σπίτι του πουλιέται και θα απαντήσει πολύ αθώα και ειλικρινά «δεν καταλαβαίνω», μέχρι του πώς το παιδί θα θέλει να παίξει ότι βρίσκεται στον κήπο και πίνει τσάι και θα βρει έναν τρόπο να συμβεί αυτό στο δωμάτιό του, με την ίδια αλήθεια που θα είχε αν βρισκόταν πράγματι στον κήπο.

Γραμμένο το 1903, ο Βυσσινόκηπος είναι ένα έργο για τον θάνατο ενός κόσμου και τη γέννηση ενός καινούργιου. Πόσο επίκαιρο είναι το συγκεκριμένο κείμενο στις μέρες μας;

Το τραγικό της υπόθεσης είναι ότι η ερώτησή σας, δυστυχώς, καταντάει να είναι ρητορική. Επίκαιρο ίσως όσο ποτέ άλλοτε! Απλώς η διαφορά, και είναι μεγάλη, είναι ότι τότε προετοίμαζαν αυτή την αλλαγή, δεν υπήρχε –νομίζω- κάποιος που να μην υπέθετε ότι θα συνέβαινε αυτό που συνέβη, απλώς ίσως δεν το περίμεναν. Τώρα, η αλλαγή έρχεται, όχι όμως απ’ τα χέρια μας αλλά από τα κινητήρια χέρια του κόσμου που τώρα καταστρέφεται, και δεν μπορεί και κανείς να προβλέψει στην πραγματικότητα ποια θα είναι αυτή η αλλαγή που θα ’ρθει, και πάντως όλοι νιώθουμε πως το μόνο σίγουρο είναι ότι οδηγούμαστε στο σκοτάδι. Πιστεύω ότι, αν ο Τσέχοφ ζούσε τώρα, ή θα έγραφε τον Βυσσινόκηπο ακόμα πιο αριστοτεχνικά ή δεν θα τολμούσε να αγγίξει καν την πένα του.

Η Λιουμπόφ, η κεντρική ηρωίδα του έργου, επιστρέφει από το Παρίσι, καθώς ο βυσσινόκηπός της πουλιέται λόγω χρέους. Τι ακριβώς συμβολίζει ο «βυσσινόκηπος»;

Νομίζω δεν μπορεί να δοθεί μια ακαδημαϊκή απάντηση. Ό,τι πει ο καθένας θα είναι προσωπική ερμηνεία. Εγώ πιστεύω ότι ο βυσσινόκηπος είναι οτιδήποτε μας δίνει ζωή. Μια παιδική ανάμνηση, το πώς ένιωθες όταν η μαμά σου σε νανούριζε μικρό, το πώς ζούσες σε ένα σπίτι που μέσα εκεί είχες πλάσει δέκα κόσμους, η ρίζα των πραγμάτων δηλαδή. Η πηγή! Όμως, παράλληλα, ο Τσέχοφ δυσκολεύει τόσο πολύ τη δουλειά σου, και καλά κάνει, γιατί δεν σε αφήνει να πάρεις θέση. Δηλαδή σου δείχνει τους ήρωες, πόσο συναισθηματικά δεμένοι είναι με το σπίτι, με όλη τους τη ζωή που τώρα χάνεται, με τρόπο που ταυτίζεσαι μαζί τους, συγκινείσαι, ενώ παράλληλα σου δείχνει ξεκάθαρα και ότι φταίνε γι’ αυτή την κατάσταση, και μάλιστα ίσως μόνο αυτοί φταίνε και κανείς άλλος! Σε αφήνει μετέωρο ανάμεσα στην κοινωνική πραγματικότητα και την ευθύνη του καθενός μας, και στην ανθρώπινη ψυχή! Και δεν ξέρω αν μπορεί να βρει κάνεις άκρη, να καταλήξει σε μια πλευρά, μια απάντηση. Μένεις για πάντα αντιμέτωπος με το ανοιχτό ερώτημα.

Εχετε εμπιστευθεί τη νεοσύστατη Ομάδα Ίριδα, που αποτελείται από νέους ηθοποιούς. Ποιες οδηγίες και κατευθύνσεις τους έχετε δώσει για την ερμηνεία των ρόλων;

Κατ’ αρχάς προσπαθώ να μην είμαι «καθηγητής» τους, γιατί κι εγώ ένας νέος ηθοποιός είμαι που συνειδητοποιώ κάθε χρόνο ότι δεν θα μπορέσω να πω ποτέ με σιγουριά ότι ξέρω θέατρο, αλλά κι επειδή πιστεύω ότι η παράσταση θα παράξει τέχνη μόνο αν τους αντιμετωπίσω σαν επαγγελματίες που αναζητούν και ανησυχούν για τη δουλειά τους από μόνοι τους, και δεν περιμένουν από τον σκηνοθέτη «μασημένη τροφή». Παρ’ όλα αυτά, νομίζω, όλη η δουλειά μας έχει βγει μέσα από το κείμενο. Προσωπικά θεωρώ ότι το μοναδικό εργαλείο είναι αυτό. Να διαβάζεις, όμως, με τέτοια ματιά που να σου ξεκλειδώνουν μέσα από ένα πράγμα άλλα δέκα. Το κείμενο, με τον τρόπο που είναι γραμμένο, σε οδηγεί να ανακαλύψεις το θέμα του και να το ερμηνεύσεις επί σκηνής. Να αντιληφθείς, δηλαδή, ότι όταν ο Τροφίμοφ έχει σε μια τιράντα του πέντε ερωτηματικά, δεν είναι απλώς σημεία στίξης, αλλά είναι σημάδια ότι ο Τροφίμοφ ρωτάει, δηλαδή ανοίγει ερωτήματα, δηλαδή προσπαθεί να ανακαλύψει κάτι, να συλλάβει κάτι. Ανοίγει ερωτήματα στον ίδιο του τον εαυτό. Άρα αντιλαμβάνεται κι ο ηθοποιός ότι αυτό που συμβαίνει αυτή τη στιγμή στον Τροφίμοφ είναι ότι βρίσκεται σε έναν πυρετώδη σίφουνα προσπάθειας ανακάλυψης κάποιου κάτι! Και τώρα, αφού βρήκαμε το θέμα μας, πάμε να το δοκιμάσουμε, να το αγγίξουμε, να πειραματιστούμε. Έπειτα από αυτά, όταν έχεις χτίσει γερά τη βάση σου από όλες τις πλευρές, πρέπει οι ηθοποιοί να ανέβουν στη σκηνή και απλώς να υπάρξουν, να ζήσουν! Ένα από τα πιο δύσκολα αλλά παράλληλα και από τα πιο απλά πράγματα. Αλλά αν δεν γίνει αυτό, Τσέχοφ δεν υπάρχει.

INFO

Συντελεστές

Σκηνοθεσία: Ερρίκος Μηλιάρης
Πρωτότυπη ζωντανή μουσική: Νικόλας Αναστασίου (ηλεκτρικό βιολί, κρουστά), Αντώνης Αντωνιάδης (πλήκτρα, ακορντεόν, μεταλλόφωνο, φλογέρα)
Κίνηση, Χορογραφίες: Βασίλης Ψυλλάς
Σκηνικά, Μακιγιάζ: Μαρίνα Μηλιάρη
Κοστούμια: Μαρίνα Μηλιάρη, Ελένη Καββάδα
Επιμέλεια μαλλιών: Κατερινα βασιλείου
Βοηθός σκηνοθέτη: Κλεοπάτρα Γκίνη

Διανομή

Λιουμπόφ Αντρέγεβνα: Ελευθερία Κωνσταντοπούλου
Άννια: Αναστασία Πλέλλη
Βάρια: Κατερίνα Παρισσινού
Γκάγεφ: Γιάννης Yoshi Πάτσης
Λοπάχιν: Τρύφωνας Ζάχαρης
Τροφίμοφ: Κωνσταντίνος Παράσης
Συμεόνοφ – Πίσικ: Θίασος
Σαρλότα Ιβάνοβνα: Φιλία Κανελλοπούλου
Επιχόντοφ, Γιάσα: Νικόλας Παπαευθυμίου
Ντουνιάσα: Δήμητρα Παπουρτζή
Φιρς: Αντώνης Αντωνιάδης

θέατρο ΕΜΠΡΟΣ

Μέρες και ώρα παραστάσεων: Δευτέρα και Τρίτη στις 21.00, μόνο για οκτώ παραστάσεις

Είσοδος με ελεύθερη συνεισφορά

Τηλ. κρατήσεων: 6942 059393

Keywords
Τυχαία Θέματα