Ξενοφών Αστερίου Κοκόλης

02:46 25/10/2012 - Πηγή: Aixmi

Ή αλλιώς Ξ.Α.Κ. όπως και ο ίδιος απολάμβανε να τον αποκαλούν. Οι φοιτητές του τον λάτρευαν, αλλά και τον αντιμετώπιζαν με ένα δέος περίεργο. Το δέος του προσιτού αλλά και, ταυτόχρονα, αποστασιοποιημένου. Ανάμεσά τους και ο πατέρας μου, αλλά και όσοι άλλοι έτυχε να γνωρίσω, δεν είχαν κακιά κουβέντα να πουν για τον Ξενοφώντα. Επειδή δεν έλεγε ψέματα. Είτε σου άρεσε, είτε όχι.

Είμαι η τελευταία που θα μπορούσε να μιλήσει για το έργο του. Δεν μπορώ να μπω σε κείνο το ψηλό σκαλοπάτι και να τον κοιτάξω κατάματα. Καμιά φορά, όμως, εκείνο που σου μένει από μια συνάντηση, είναι η αύρα του ανθρώπου

και ο νους του.

Εγώ τον γνώρισα μικρό παιδάκι. Στο δημοτικό σχολείο ήμουν. Ο πατέρας μου διατηρούσε επαφές μαζί του. Ήταν κάτι που είχε καταφέρει, γιατί ο Ξενοφών δεν ήταν ένας άνθρωπος, από όσο είχα καταλάβει, που σου άφηνε χώρο να κάνεις μεγάλα βήματα. Έκανες τόσα όσα να έρθεις σχετικά κοντά του, αλλά μέσα σε ελάχιστο χρόνο καταλάβαινες ότι χρειαζόταν την απόστασή του για να αναπνέει. Κι αυτό, όμως, ήταν ωραίο. Δεν σε πείραζε. Ίσα – ίσα. Μπορεί και να το αποζητούσες κάθε φορά που τον συναντούσες.

Ο Ξενοφών είχε τον τρόπο του με τα παιδιά. Είχαμε πάει στο γραφείο του στην Μελενίκου, απέναντι από την Φιλοσοφική του Α.Π.Θ., όπου δίδασκε Νέα Ελληνική Λογοτεχνία. Το γραφείο μικρό αλλά γεμάτο βιβλία χωρίς, όμως, να νοιώθεις ότι είναι ασφυκτικά τοποθετημένα. Τα βιβλία χρειάζονταν και κείνα τον χώρο τους για να ανασαίνουν. Κοιτούσα τα βιβλία. Αφαιρέθηκα, μου λέει: «Μα, τι κορίτσι είναι αυτό που μου φέρατε; Κοιτάει τα βιβλία;» Ντράπηκα αλλά χάρηκα κιόλας. Εκείνη τη μέρα μου χάρισε κι ένα βαζάκι  με βώλους. Χρόνια ολόκληρα είναι στη βιβλιοθήκη μου το βαζάκι με τους βώλους! Ήταν του Ξενοφώντα.

Οι συναντήσεις ήταν στη Θεσσαλονίκη, όταν πηγαίναμε για δυο –τρεις μέρες, κανένα καλοκαίρι, όταν ερχόταν στην Ελάτη για διακοπές ή στο ορεινό μας χωριό για μια βόλτα ανάμεσα σε κάτι άλλο που μπορεί να είχε οργανώσει. Εκεί περπατούσαμε με τον πατέρα μου, εγώ τους ρωτούσα γιατί η «Φόνισσα» να είναι γραμμένη σε τόσο «δύσκολη» γλώσσα, κι από κει ξεκινούσαν συζητήσεις που εγώ χαιρόμουν που τις προκάλεσα, κι ας ήμουν πολύ μικρή για να μπορώ να τις παρακολουθήσω. Τι σημασία είχε; Εγώ ήθελα να τους ακούω την ώρα που περπατούσαμε σε χωματόδρομους και σε χαλίκια, κάτω από το βουνό. Η φωνή του Ξενοφώντα και ο τρόπος που τόνιζε πάντα ορισμένες λέξεις μέσα στην πρόταση είχαν μια μουσικότητα διήγησης.

Ο Ξενοφών ήταν και αυστηρός. Σε τσιμπούσε σαν την μέλισσα που βγάζει και το μέλι της, όχι σαν την σφίγγα που σε τσιμπά για να σε τσιμπήσει. Κάποτε, που είχα τελειώσει τις σπουδές μου ξεκίνησα να πάω να τον συναντήσω, χωρίς ραντεβού, στο γραφείο του στο Πανεπιστήμιο. Με είδε, χάρηκε συγκρατημένα. Είπαμε πέντε πράγματα, πού είμαι, τί κάνω, κι εκεί του είπα ότι μάλλον δεν μου άρεσε να συνεχίσω με τις σπουδές που είχα κάνει κι ότι ήθελα να πάω σε τελείως άλλη κατεύθυνση. Με έβαλε να σκεφτώ με μια του μόνο φράση: «Πρόσεξε, τον πολυτεχνίτη και ερημοσπίτη». Έφυγα. Ένιωθα ό

Keywords
Αναζητήσεις
xenofon kokolis
Τυχαία Θέματα