Γιατί πρέπει να καταργηθούν οι εξετάσεις για τα ΑΕΙ…

15:21 9/6/2014 - Πηγή: Aixmi

Πριν από λίγες μέρες (28.5.) ένα νέο παιδί στα Γιαννιτσά δεν άντεξε φαίνεται την πολλαπλή πίεση των εισαγωγικών εξετάσεων και έδωσε με τραγικό τρόπο τέλος στη ζωή του. Δεν είναι ο πρώτος, ούτε ο μόνος. Οι αυτοκτονίες υποψηφίων για τις εισαγωγικές εξετάσεις, πριν, κατά τη διάρκεια ή μετά από αυτές, δεν είναι άγνωστες στην Ελλάδα. Ούτε ξεσηκώνουν πολιτική θύελλα. Θεωρούνται πρόβλημα του μαθητή, όχι ενός κυνικού συστήματος που εξωθεί τον υποψήφιο στην ακραία αυτή ενέργεια.

Η απώλεια της ζωής ενός νέου ανθρώπου περνά σχεδόν

απαρατήρητη. Λίγες αράδες σε κάποιες εφημερίδες είναι το περισσότερο που μπορεί να δει κανείς. Όσο μακάβριο κι αν ακούγεται, η κοινωνία αυτή ενδιαφέρεται για συγκεκριμένους θανάτους, θεωρώντας τους άλλους «κανονικούς».

Και όμως, η συγκεκριμένη αυτοκτονία θα έπρεπε να μας συγκλονίσει. Όλους εμάς που στηρίζουμε, υπηρετούμε ή ανεχόμαστε ένα σύστημα-καρμανιόλα, το οποίο καταφέρει μόνο ένα, αδιαφορώντας για όλα τα υπόλοιπα: να συντάσσει καταλόγους υποψηφίων με σειρά προτεραιότητας για την εγγραφή σε κάποιο Τμήμα της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης χωρίς να μεσολαβήσει (όσο μπορούμε να γνωρίζουμε τουλάχιστον) παρέμβαση τρίτου. Είναι το γνωστό «αδιάβλητο» των εξετάσεων. Αυτό, φαίνεται, μας αρκεί. Και δεν ρωτάμε αν η επιλογή αυτή είναι έγκυρη, αν είναι δίκαιη, αν έχει κάποιο παιδαγωγικό νόημα, αν τελικά βοηθά τον ίδιο τον υποψήφιο. Όλη η ουσία είναι στους αναρτημένους καταλόγους.

Θα πρέπει να ψάξετε πολύ για να βρείτε κάποιον μέσα στην Εκπαίδευση που θα διαψεύσει αυτό που ζει όλος ο εκπαιδευτικός κόσμος στο Λύκειο: ότι δηλαδή η βαθμίδα αυτή της Εκπαίδευσης έχει ακυρωθεί στην πράξη, παρότι υφίσταται στα χαρτιά, εξ αιτίας του συστήματος πρόσβασης στα ΑΕΙ. Όλοι το γνωρίζουμε, και όλοι το ανεχόμαστε, όταν δεν το υπηρετούμε.

Για την αδυναμία επίτευξης των παιδευτικών στόχων του Λυκείου δεν φταίει ούτε η προβληματική επαγγελματική κατάρτιση των εκπαιδευτικών, ούτε η επιμόρφωσή τους. Ούτε η διοίκηση, ούτε οι συνδικαλιστές. Ούτε οι συγγραφείς των σχολικών βιβλίων, ούτε τα αναλυτικά προγράμματα που καθορίζουν τους στόχους, τα περιεχόμενα και τις μεθόδους της μάθησης στη συγκεκριμένη βαθμίδα. Όλα αυτά μπορούμε να τα συζητήσουμε, να τα βελτιώσουμε ή να τα αλλάξουμε, αν αποδειχθούν ζημιογόνα για τη μάθηση. Υπό μία προϋπόθεση όμως: ότι φεύγει από τη μέση ο δομικός εκείνος παράγοντας που καθιστά ανέφικτη την προβλεπόμενη γενική παιδεία στο Λύκειο, ακόμη και κάτω από ιδανικές συνθήκες.

Και ο παράγοντας αυτός είναι οι εισαγωγικές εξετάσεις για τα ΑΕΙ στις οποίες επικεντρώνονται οι μαθητές το αργότερο στη Β΄ και τη Γ΄ Λυκείου, αφήνοντας κατά μέρος την επίτευξη των προβλεπόμενων από τα αναλυτικά προγράμματα (που τώρα ακούνε στα κακόηχα ακρωνύμια ΔΕΠΠΣ και ΑΠΣ) διδακτικών στόχων. Ο στόχος να επιτευχθεί καλή επίδοση στις εξετάσεις επισκιάζει εντελώς το στόχο της γενικής παιδείας, και δεν θα μπορούσε να γίνει αλλιώς με το ισχύον για πολλές δεκαετίες, αποτυχημένο στην ουσία, αλλά εφτάψυχο, όπως αποδεικνύεται, σύστημα πρόσβασης στα ΑΕΙ.

Γιατί επιμένουν παρόλα αυτά οι φορείς της εκπαιδευτικής πολιτικής σε έναν ζημιογόνο θεσμό; Γιατί δεν παίρνουν εκείνα τα μέτρα που θα μπορέσουν να αυτονομήσουν τη μάθηση στο Λύκειο και – τουλάχιστον ως ένα βαθμό – να την συνδέσουν με την πρόσβαση στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση; Μπορεί κατ’ αρχήν να αυτονομηθεί η μάθηση στο Λύκειο; Μπορεί να φύγει από τη μέση η παράλληλη μάθηση για τις εισαγωγικές εξετάσεις που σήμερα καταργεί στην πράξη την πρώτη; Μπορεί να συμπέσει η μάθηση στο Λύκειο με την απαιτούμενη μάθηση για τις σπουδές στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση; Μπορεί να μεταφερθεί για αργότερα ο ανταγωνισμός για τη διεκδίκηση μιας θέσης σε Πανεπιστημιακό Τμήμα;

Η μάθηση που απαιτείται για τις εξετάσεις πρόσβασης στα ΑΕΙ δεν έχει σχέση ούτε με τη μάθηση που προβλέπεται από τα προγράμματα του Λυκείου, ούτε με τη μάθηση που χρειάζεται για να παρακολουθήσει κανείς με επιτυχία το πρόγραμμα σπουδών του Τμήματος του ΑΕΙ στο οποίο εισάγεται. Πρόκειται για μάθηση η οποία αποκτάται μόνο για μία χρήση, και αυτή είναι η συμμετοχή στις εισαγωγικές εξετάσεις. Οι εξετάσεις αυτές δεν διαπιστώνουν ούτε το βαθμό επίτευξης των μαθησιακών στόχων του Λυκείου, ούτε την ετοιμότητα του υποψηφίου να παρακολουθήσει με επιτυχία ένα πανεπιστημιακό πρόγραμμα σπουδών. Τότε γιατί γίνονται; Γίνονται για τους εξής λόγους:

Πρώτον, επειδή το εκπαιδευτικό σύστημα επιτρέπει σε πολλούς να αποκτήσουν το απολυτήριο του Λυκείου, έχοντας καταργήσει τις εσωτερικές εξετάσεις μετάβασης από βαθμίδα σε βαθμίδα.

Δεύτερον, και συνέχεια του πρώτου, επειδή οι αρμόδιοι για την εκπαιδευτική πολιτική έχουν αποφασίσει διαχρονικά ότι οι φοιτητικές θέσεις είναι και πρέπει να μείνουν περιορισμένες σε σχέση με τον αριθμό των υποψηφίων. Και αυτό όχι μόνο στις λεγόμενες Σχολές υψηλής ζήτησης, οι οποίες δίνουν (για την ακρίβεια: έδιναν κάποτε) στους πτυχιούχους καλές επαγγελματικές προοπτικές, αλλά ακόμη και στις Σχολές που είναι σχεδόν βέβαιο ότι δεν δίνουν επαγγελματικές προοπτικές στους πτυχιούχους τους, καθώς για διάφορους λόγους το πτυχίο στην πράξη έχει αποσυνδεθεί από το επάγγελμα για το οποίο οι ίδιες Σχολές παλιότερα προετοίμαζαν τους αποφοίτους των.

Με άλλα λόγια, η πολιτική αυτή δεν λέει στον υποψήφιο «υπάρχουν αρκετοί άνεργοι στην αγορά με αυτό το πτυχίο, δεν θέλουμε να δημιουργήσουμε και άλλους και γι αυτό έχουμε κλειστό αριθμό φοιτητικών θέσεων», αλλά κάτι χειρότερο: «Δεν χρειαζόμαστε άλλους φιλολόγους, έχουμε ήδη αρκετούς αδιόριστους που δεν πρόκειται να διοριστούν ποτέ, ακόμη όμως κι αν ενδιαφέρεσαι να σπουδάσεις φιλολογία χωρίς απαίτηση να γίνεις κάποτε φιλόλογος, θα πρέπει να αποδείξεις ότι μπορείς να λύνεις τα θέματα των εισαγωγικών εξετάσεων, δεν αρκεί να έχεις απολυτήριο Λυκείου».

Τρίτον, επειδή η πολιτική δεν έχει εμπιστοσύνη στους εκπαιδευτικούς του Λυκείου και στις αξιολογήσεις των μαθητών εκ μέρους τους, με τη βοήθεια των οποίων θα μπορούσε να οργανωθεί η πρόσβαση στα ΑΕΙ, χωρίς πρόσθετες εισαγωγικές εξετάσεις. Την ίδια στιγμή που δεν εμπιστεύεται τις αξιολογήσεις (βαθμούς) των εκπαιδευτικών για τους μαθητές, δεν έχει μεριμνήσει ώστε οι εξετάσεις για τα μαθήματα του Λυκείου να γίνονται με ανεξάρτητα (π.χ. σε επίπεδο περιφέρειας) θέματα για ένα μέρος της τελικής επίδοσης του μαθητή στο απολυτήριο Λυκείου.

Τέταρτον, επειδή η πολιτική επιθυμεί να διατηρήσει το σημερινό καθεστώς επιλογής εκτός Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης, πράγμα που σημαίνει ότι επιθυμεί να διατηρήσει όπως είναι την τεράστια αγορά ζήτησης και προσφοράς εκπαιδευτικών υπηρεσιών για τη δημιουργία ανταγωνιστικότητας των υποψηφίων στις εισαγωγικές εξετάσεις. Στην αγορά αυτή συμμετέχουν δεκάδες χιλιάδες εκπαιδευτικοί, αδιόριστοι και διορισμένοι, οι οποίοι είτε ζουν αποκλειστικά από τις συγκεκριμένες υπηρεσίες, είτε συμπληρώνουν το πενιχρό τους εισόδημα από αυτές. Έτσι τη φτώχεια των εκπαιδευτικών πρέπει να την πληρώσουν οι υποψήφιοι.

Το σημερινό σύστημα εισαγωγής των αποφοίτων Λυκείου στα ΑΕΙ έχει περατώσει τον κύκλο του. Οι βλάβες που προκαλεί, πλέον, είναι περισσότερες από τις ωφέλειες που έχει. Η υπέρβασή του δεν είναι ζήτημα τεχνικό, ούτε σκοντάφτει εκεί το θέμα. Είναι ζήτημα, πρωτίστως, πολιτικό και κοινωνικό.

Το απολυτήριο του Λυκείου, αν το Λύκειο λειτουργήσει κανονικά, είναι επαρκές προσόν για σπουδές στα ΑΕΙ. Το πρόβλημα του ανταγωνισμού μεταξύ πολλών διεκδικητών περιορισμένων θέσεων σε ορισμένες Σχολές είναι πρόβλημα που πρέπει και μπορούν να λύσουν τα ίδια τα ΑΕΙ. Με λιγότερο κόστος, με λιγότερο άγχος και με εγκυρότερα κριτήρια.

Keywords
Τυχαία Θέματα