Τα παιδιά του Ντικ (για το χαμό του Λουκάνικου και του Κανέλλου)

Την προηγούμενη μόλις βδομάδα πληροφορηθήκαμε το χαμό του Λουκάνικου, του λαοφιλούς σκύλου-“διαδηλωτή” που διαδέχτηκε στις συγκεντρώσεις και τις πορείες από το 2008 και μετά τον αείμνηστο Κανέλλο, ο οποίος αναπαύεται έκτοτε στην αυλή του ΕΜΠ. Σταθερός τρόφιμος του Μετσόβιου ο Κανέλλος, συντρόφευε τους πολυτεχνίτες στους δρόμους από τη δεκαετία του ’90. Στα στερνά ο μπόγιας τον μάντρωσε σ’ ένα δήθεν καταφύγιο αδέσποτων στο Μαρκόπουλο, απ’ όπου τον περιμάζεψαν οι φοιτητές που είχαν αναλάβει τη φροντίδα του εκεί κοντά στο

2008 - είχαν μάλιστα μοντάρει ένα ιδιότυπο καροτσάκι για να κυκλοφορεί στηρίζοντας τα πίσω πόδια του, ανεπανόρθωτα επιβαρυμένα από τα νευροπαραλυτικά των ΜΑΤ. Στα χημικά και τα χτυπήματα των ματατζίδων αποδίνεται από τον κτηνίατρο που τον παρακολουθούσε η ξαφνική ανακοπή τον περασμένο Μάιο του 10χρονου Λουκάνικου - ή Θόδωρου, όπως τον είχε αρχικά ονοματίσει ο πιο δικός του άνθρωπος.

Τόσο ο Θόδωρος όσο κι ο Κανέλλος, έφερναν στο νου των παλιότερων δυο άλλα μαχητικά αδέσποτα, που είχαν συντροφέψει εξόριστους αγωνιστές στις άγριες συνθήκες του μετεμφυλιακού διωγμού – τον Ντικ του Μούδρου και τον Αράπη της Ικαρίας, που οι εξόριστοι είχαν καταφέρει να πάρουν μαζί τους στη Μακρόνησο.
Πολλοί αναρωτιούνται τι σπρώχνει τ’ ατίθασα σκυλιά των δρόμων στο πλάι των εξεγερμένων, κόντρα σε κρανοφόρους και “χωροφυλάκους”.
Η εξήγηση, ενδεικτικά, για τη συμπεριφορά του Ντικ, που «αγαπούσε και προστάτευε τους εξόριστους…, …όπως μισούσε τους χωροφύλακες», δεν έχει ανάγκη από σύνθετες αναγωγές. Ο Φοίβος Τσέκερης, εξόριστος άλλοτε στο Μούδρο της Λήμνου, αφηγείται σχετικά (Ριζοσπάστης, 25/07/04):
«Ο σκύλος μας ο Ντικ αγαπούσε και προστάτευε τους εξόριστους στο Μούδρο. Μισούσε τους χωροφύλακες και το μίσος του αυτό το έδειχνε πάντα. …Από κάποια ώρα και μετά, το βράδυ απαγορευόταν η κυκλοφορία των κρατουμένων και μέσα κι έξω από το Στρατόπεδο. Μερικοί χωροφύλακες είχανε τη συνήθεια να μπαίνουν αθόρυβα αυτές τις ώρες μέσα στο στρατόπεδο και να κρυφακούνε έξω από τους χώρους όπου έμεναν οι εξόριστοι. Αν κατά τη γνώμη τους αυτό που άκουσαν ήταν κάτι το επιλήψιμο, την ίδια στιγμή συλλαμβάνανε αυτόν που το είπε, τον έκλειναν στο κρατητήριο και με το πρώτο πλοίο που θα έφτανε στο Μούδρο, τον στέλνανε για το Στρατοδικείο στην Αθήνα, αφού πρώτα τον κάνανε να περάσει “του Λιναριού τα βάσανα και του Χριστού τα πάθη”… …Όμως ο Ντικ κυκλοφορούσε όλη τη νύχτα ελεύθερα. Φαίνεται ότι είχε αντιληφθεί το ρόλο που παίζανε εκείνη τη στιγμή οι χωροφύλακες και μόλις τους έβλεπε αναστάτωνε με γαυγίσματα όλο το Στρατόπεδο. Τότε όλοι καταλαβαίνανε ότι κάποιος κίνδυνος τους απειλεί, σβήνανε το φως και σταματούσανε να μιλάνε
. Έτσι, οι χωροφύλακες αποφασίσανε να τον ξεκάνουνε...
…Κάποια μέρα, στον Ντικ και το ταίρι του ρίξανε φόλες. Η συντρόφισσα του Ντικ πέθανε αμέσως. Ο Ντικ, μόλις κατάλαβε ότι κάτι δεν πήγαινε καλά με την υγεία του, έτρεξε στο αναρρωτήριο… …Οι γιατροί καταλάβανε αμέσως τι είχε συμβεί και του κάνανε πλύση του στομάχου. Επί μια βδομάδα, όλοι με αγωνία παρακολουθούσαμε το φίλο μας να παλεύει μεταξύ ζωής και θανάτου…
…Την επόμενη της ημέρας που έφαγε τη φόλα, στις 3 η ώρα, όταν έξω από το αναρρωτήριο υπήρχε μια μικρή ουρά εξόριστων που περιμένανε τη σειρά τους για να εξεταστούν από τους γιατρούς μας… ...ο Ντικ πήγε σαν ασθενής να μπει μέσα στο ιατρείο για περίθαλψη. Κάποιος, αστειευόμενος, του φώναξε “Ντικ στη σειρά σου”. Τότε, πράγματι κάθισε στην ουρά, ώσπου να έρθει η σειρά του. Από τότε μέχρι να συνέλθει τελείως, πήγαινε κάθε απόγευμα και καθότανε στη σειρά για να τον φροντίσουνε οι γιατροί.
Τον βλέπαμε σαν ένα συγκρατούμενό μας και μάλιστα από τους πιο αγαπητούς. Τη μάνα του Ντικ την είχε φέρει στο Μούδρο κάποιος εξόριστος από τη Μυτιλήνη, αλλά την ξεκάνανε οι χωροφύλακες όταν ο Ντικ ήταν ακόμα κουτάβι. Έτσι, οι εξόριστοι υιοθετήσανε τον Ντικ. Ήταν ένας σκύλος, κάπως εύσωμος, χωρίς τίποτα το ιδιαίτερο, απ’ αυτούς που μάζευε ο μπόγιας κάθε μέρα στις συνοικίες της Αθήνας… Ζούσε κι αυτός σαν εξόριστος. Συμμετείχε στη ζωή μας. Χαιρόταν με τις χαρές μας… …και λυπόταν με τις λύπες. Στο προσκλητήριο που γινόταν κάθε μέρα, από τους πρώτους ο Ντικ έπαιρνε τη θέση του… …Το Σεπτέμβρη του 1949, μας μεταφέρανε όλους μ’ ένα σαπιοκάραβο στη Μακρόνησο. Με κανένα τρόπο δεν μπορέσαμε να πάρουμε μαζί μας τον Ντικ... …Λίγες μέρες μετά τον πηγαιμό μας στη Μακρόνησο, μας ήρθε το θλιβερό μαντάτο. Τον Ντικ τον σκοτώσανε κατά τον ίδιο τρόπο που είχανε σκοτώσει και τη μάνα του…».
Ασκημένα στην καθημερινή μάχη για ένα πιάτο φαΐ, τη σκληρότητα αλλά και την ελευθερία των δρόμων και πάνω απ’ όλα άδολα, τα γνωστά κι άγνωστα αδέσποτα εντοπίζουν ευθύς τις ιδιαίτερες ανθρώπινες ποιότητες στις χειρονομίες και τα βλέμματα, αδιάψευστες αντανακλάσεις του αδούλωτου νου και της στέρεης ανθρωπιάς που θρέφει ο δίκαιος αγώνας, κι ανταποκρίνονται περίσσια. Όμοια οσμίζονται την ξένη στη φύση τους παγωνιά του μίσους, κι εναντιώνονται αυθωρεί στη βαρβαρότητα. Έπεται η πληρωμή. Όπως προφήτεψε η πένα του Γιάννη Ρίτσου, τα παιδιά του Ντικ πήραν τη θέση του κάτου απ’ τις σημαίες μας, αεί παρόντες στις μικρές και μεγάλες νίκες μας.
★★★
Μπόλικη πέτρα#Μπόλικη καρδιά#Να χτίσουμε τις αυριανές μας φάμπρικες#Τα λαϊκά μέγαρα#Τα κόκκινα στάδια#Και το μεγάλο μνημείο των ηρώων της επανάστασης#Να μη ξεχάσουμε και το μνημείο του Ντικ#Ναι, ναι του σκύλου μας του Ντικ#Της ομάδας του Μούντρου#Που τον σκοτώσαν οι χωροφυλάκοι#Γιατί αγάπαγε πολύ τους εξόριστους#Να μην ξεχάσουμε σύντροφοι τον Ντικ#Τον φίλο μας τον Ντικ#Που γάβγιζε τις νύχτες#Στην αυλόπορτα αντίκρυ στη θάλασσα#Κι αποκοιμιόταν τα χαράματα#Στα γυμνά πόδια της λευτεριάς#Με τη χρυσόμυγα του αυγερινού#Πά στο στυλωμένο αυτί του#Τώρα ο Ντικ κοιμάται στη Λήμνο#Δείχνοντας πάντα το ζερβί του δόντι#Μπορεί μεθαύριο να τον ακούσουμε πάλι#Να γαβγίζει χαρούμενος σε μια διαδήλωση#Περνοδιαβαίνοντας κάτου απ’ τις σημαίες μας#Έχοντας κρεμασμένη στο ζερβί του δόντι#Μια μικρή πινακίδα «κάτω οι τύραννοι»#Ήταν καλός ο Ντικ
ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ

Πηγή: Εφημερίδα ΛΑΙΚΟΣ ΔΡΟΜΟΣ, Οκτώβριος 2014
ΚΑΝΤΑΤΑ ΓΙΑ ΤΗ ΜΑΚΡΟΝΗΣΟ

Tags: ΝτικΚανέλλοςΛουκάνικοςΛΑΙΚΟΣ ΔΡΟΜΟΣ Tweet

View the discussion thread.

Keywords
Τυχαία Θέματα