Προκλητικός λόγος από πνευματικούς ανθρώπους

Αρθρογράφος: Θεολόγος Μιχαηλίδης

Σταχυολογώ ενδεικτικά, με τυχαία σειρά, κάποιες τοποθετήσεις από ανθρώπους που θεωρούνται πως ανήκουν στην πνευματική ελίτ της χώρας:

1.Σταύρος Τσακυράκης Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου Πανεπιστημίου Αθηνών, στενός συνεργάτης του Σταύρου Θεοδωράκη, υποψήφιος Ευρωβουλευτής με το «Ποτάμι»:

«Αν για διαφόρους λόγους είναι αδύνατο να κάνουμε τις αλλαγές που απαιτούνται υπάρχει μια ριζοσπαστικότερη πρόταση ………. που φαίνεται αποτελεσματική. Θα λύναμε όλα τα προβλήματα μας αν κάθε ελληνική οικογένεια προχωρούσε στην αδελφοποίηση της με μια γερμανική και ανέθετε σε αυτήν την πλήρη διαχείριση των οικονομικών της. Κάθε πρωί μέσω διαδικτύου ή τηλεφώνου θα έβγαινε το πρόγραμμα της ημέρας και το βράδυ θα γινόταν ο σχετικός έλεγχος. Θα εξανεμίζαμε το έλλειμμα πιο γρήγορα από όσο υπόσχεται ο Σαμαράς. Με την υπόδειξη των αδελφών μας θα πληρώναμε όλοι φόρους και θα περιορίζαμε τις δαπάνες»*1.

Εδώ προτείνεται ένα προχωρημένο κοινωνικό μοντέλο, που βασίζεται στα ιδανικά γερμανικά πρότυπα. Ένα μνημόνιο για κάθε σπίτι, μια εξωτερική εποπτεία για κάθε οικογένεια, για κάθε νοικοκυριό. Η εν λόγω πρόταση προέρχεται από ένα διακεκριμένο συνταγματολόγο, ο οποίος, παρά το πλήθος των συνταγματικών παραβιάσεων που συμβαίνουν γύρω του, έχει σπεύσει ρητά να δηλώσει πως «κάθε αντιμνημονιακή ρητορεία είναι καταστροφική, στα πλαίσια μιας στρατηγικής πέραν του καλού ή του κακού»

2. Στέλιος Ράμφος φιλόσοφος, στοχαστής, συγγραφέας:

«Στην θεωρία των δύο άκρων η συζήτηση γίνεται για να δεχτούμε πως δεν είναι άκρο ο ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό είναι όλο το θέμα. Αστεία πράγματα !»*2.

Με άλλα λόγια η «θεωρία των δύο άκρων» είτε προέρχεται από τον ΣΥΡΙΖΑ, είτε αποσκοπεί στο να ωφελήσει ή στο να εξυπηρετήσει τον ΣΥΡΙΖΑ. Στην συγκεκριμένη ισοπεδωτική θεωρία των δύο άκρων ο κ. Ράμφος δεν διακρίνει καμία άλλη πολιτική ή κομματική προπαγανδιστική σκοπιμότητα, κάποιας άλλης αφετηρίας ή προέλευσης. Γι αυτό φροντίζει ξεκάθαρα να απαλλάξει πλήρως την κυβέρνηση και την δεξιά από κάθε ευθύνη.

Ο ίδιος, συνεχίζοντας, σπεύδει να υποστηρίξει, διευκρινιστικά και παραδειγματικά, πως σε «άκρο» μετατρέπεται λ.χ. το ΚΚΕ όταν αρνείται τον έλεγχο των οικονομικών του από τον ΣΔΟΕ. Σε άλλου είδους κοινωνικές ακρότητες της εποχής στην χώρα μας δεν αναφέρεται. Δείχνει να μην έχει ακούσει ούτε να έχει δει τίποτε γι αυτές.

3. Βάσω Κιντή, Καθηγήτρια Φιλοσοφίας Πανεπιστημίου Αθηνών:

«Από την μια είναι («είμαστε» θέλει, προφανώς, να πει) όσοι είτε ειλικρινά, είτε υποκριτικά, είτε εξαναγκαστικά, είτε απλώς διακηρυκτικά, είτε εντελώς προσχηματικά, είτε στυγνά συμφεροντολογικά θέλουν την χώρα προσανατολισμένη στην Ευρώπη, στην Ε.Ε. και στον δυτικό κόσμο, με ό,τι αυτό συνεπάγεται σε επίπεδο αρχών αλλά και πρακτικών: κράτος δικαίου, μεταρρυθμίσεις, οικονομία της αγοράς, δικαιώματα, πλουραλισμός και κοσμοπολιτισμός, διεθνείς κανόνες, σύμπλευση και συνεργασία με τους εταίρους.»*3.

Στη συνέχεια η Κα Κιντή, αντί να προσπαθήσει μας εξηγήσει πού έχει δει στη χώρα μας την άνθηση του κράτους δικαίου ή την ανάδειξη και προστασία των δικαιωμάτων και πώς θεωρεί μεταρρυθμίσεις την επιστροφή στον σκοτεινότερο μεσαίωνα ασχολείται με την λεπτομερή καταγραφή όλων των άλλων, δηλαδή όσων ανήκουν στην άλλη όχθη, τους οποίους περίπου δαιμονοποιεί.

Και τι δεν λέει σε βάρος τους. Μεταξύ άλλων τους αποκαλεί επί λέξει: «ιδεολογικά κολλημένους», «παραιτημένους» «ημιμαθείς», «αυτοκτονικούς», «τσαμπουκάδες» «ελληνοχριστιανούς» (;) κρατιστές και κρατικοδίαιτους, αντί- μεταρρυθμιστές, αντί-εκσυγχρονιστές, άφρονες κήρυκες ανυποταξίας και δήθεν επαναστάσεων, λάτρεις του πελατειακού κράτους κλπ. Ακόμη και οι χαρακτηρισμοί «απελπισμένοι» και «αγανακτισμένοι», που αποδίδει σε κάποιους από αυτούς, εκφέρονται υποτιμητικά, σαν να αποτελούν βρισιές ή το λιγότερο κατηγορίες.

Δεν θα περάσουν πολλές μέρες και η θεωρία αυτή θα εξελιχθεί ακόμη περισσότερο. Ο κ. Βορίδης θα κάνει την διάκριση μεταξύ «καλών Ελλήνων» και «κακών Ελλήνων». Οι «καλοί Έλληνες» βέβαια είναι όσοι συντάσσονται με τα μνημόνια και ψηφίζουν τον κυβερνητικό σχηματισμό.

Η όχθη που επιλέγει η Κα Κιντή, δηλαδή αυτή που φιλοξενεί, στεγάζει και, σε τελευταία ανάλυση, καθαγιάζει, όλους όσους κατοικούν σε αυτήν είναι η πλευρά της ευλογημένης συμπαράταξης, που θα σώσει τον τόπο. Η πλευρά στην οποία ανήκει και η ίδια.

Κατά την Κα Κιντή το πρόταγμα και το δίδαγμα των καιρών είναι σαφές. Ότι δηλαδή η ενδεχόμενη ύπαρξη οποιωνδήποτε (ακόμη και των ταπεινότερων) κινήτρων ή παραγωγικών αιτίων της βούλησης των κατοίκων της εν λόγω όχθης, δεν πρέπει να μας ενοχλεί, αλλά ούτε καν να μας ενδιαφέρει. Εκείνο που προέχει είναι η συστράτευση των «εκσυγχρονιστών», ανεξάρτητα από τις προθέσεις τους, στην επιδίωξη του μεγάλου σκοπού, που μοιάζει αρκετός και ικανός για να απαλλάξει τους συμμετέχοντες από κάθε μομφή ή κατηγορία και να τους συγχωρήσει κάθε αμαρτία.

Κοινό χαρακτηριστικό των τοποθετήσεων των πνευματικών αυτών ανθρώπων (που σαν κι αυτούς υπάρχουν, δυστυχώς, δεκάδες, για να μην πω εκατοντάδες) ένας αφόρητος δυτικότροπος ορθολογικός και «εκσυγχρονιστικός» κυνισμός.

Δεν διστάζουν να εκφέρουν, με την μεγαλύτερη δογματική ευκολία, χονδροειδώς προκλητικά επιχειρήματα και να εκφράζουν υπερβολικές θέσεις, όπως οι προαναφερόμενες. Επί πλέον επιδιώκουν να στερούν από τον λόγο τους κάθε συναισθηματικό στοιχείο, που, κατά την δυτική κουλτούρα, αποτελεί ένδειξη αδυναμίας και κατωτερότητας.

Κοινό χαρακτηριστικό των ιδίων, ως προσώπων, είναι ότι εμφανίζονται, άλλοτε περισσότερο, άλλοτε λιγότερο, άλλοτε πιο άμεσα και απροκάλυπτα, άλλοτε πιο έμμεσα και κεκαλυμμένα, σταθεροί απολογητές ή υπερασπιστές του περιεχομένου ή του πλαισίου των μνημονίων και των συνδεόμενων με αυτά πολιτικών.

Επειδή κατά καιρούς έχω διαπιστώσει πως σε αρκετά σημεία, πολλούς από αυτούς τους συνδέει μια, καθόλου τυχαία, κοινή συμπάθεια προς τον Νίτσε πιθανολογώ πως η έννοια «μνημόνιο» τους είναι προσφιλής, ενδεχομένως, και για ένα πρόσθετο λόγο.

Επειδή είναι απόλυτα συμβατή με την διδασκαλία του Νίτσε, αφού υποδηλώνει την επιτακτική μνήμη, αυτή που υπενθυμίζει στον οφειλέτη τις υποχρεώσεις και τις ενοχές του απέναντι στον δανειστή του, σύμφωνα με την ηθική προσέγγιση της «σχέσης χρέους»,την οποία, κατά τρόπο παραδειγματικό και επιλεκτικό, έχει αναδείξει ο Γερμανός φιλόσοφος. Παρόμοια ηθική προσέγγιση και μνήμη του χρέους καλλιεργούν σήμερα και οι σύγχρονοι νεοφιλελεύθεροι.

Με τον τρόπο όμως που υπερασπίζονται τα μνημόνια, δείχνουν να αδιαφορούν για το αν τροφοδοτούν μια άλλη έννοια, που υπάρχει στην ίδια διδασκαλία και την οποία ο Νίτσε σιχαίνεται περισσότερο από όλες.

Πρόκειται για την «μνησικακία των αδύναμων», που περικλείει, κι αυτή, ένα έντονο στοιχείο μνήμης, αλλά μιας μνήμης διαφορετικής, που χαρακτηρίζεται από μια άλλη ηθική διάσταση. Μιας μνήμης που μοιραία στρέφεται εναντίον όσων μας έφεραν και όσων θέλουν να μας διατηρήσουν στο σημερινό χάλι.

Θεολ. Μιχαηλίδης

*1. Από άρθρο του, που δημοσιεύθηκε την 15/4/2011 στον γνωστό διαδικτυακό τόπο www.protagon.gr

*2. Από συνέντευξη του στον Αντώνη Παγκράτη, την 7/10/2013 στην «Καθημερινή».

*3. Από άρθρο της, που δημοσιεύθηκε στην «Free Press» την 5/10/2014.

Ετικέτες: Θεολόγος Μιχαηλίδηςελίτπνευματικοί άνθρωποι Tweet

View the discussion thread.

Keywords
Τυχαία Θέματα