Μία βροχερή μέρα...

Tweet

της Niki Vikou

Σηκώθηκε στις επτά. Μέχρι να πιεί τον καφέ της έρριξε μια ματιά στο φβ, να δει τι κάνει το φιλαράκι που μια βδομάδα τώρα νοσηλεύεται στο νοσοκομείο και η φίλη που έχει σαλέψει από την πολύ μοναξιά. Έγραψε μερικές καλημέρες στους παραπονιάρηδες, κι ύστερα στρώθηκε να κάνει λογαριασμούς, όπως σχεδόν κάθε μέρα, πόσο μάλλον σήμερα που πληρώνεται. Μέχρι να ξυπνήσει ο γιος της, έπρεπε να κρατάει και την αναπνοή της. Η κατάστασή του πάει από το κακό στο χειρότερο και δυστυχώς αρνείται πεισματικά να τον δει κάποιος ειδικός.

Κόντευε δέκα, όταν ξαφνικά έσβησε το ρολόι και η τηλεόραση.

"Διακοπή ρεύματος" σκέφτηκε. "Διακοπή, ή..." Ούτε να ολοκληρώσει τη σκέψη της δεν ήθελε. Ξεκλείδωσε τρέμοντας και πάτησε τον κοινόχρηστο διακόπτη. Η λάμπα άναψε κανονικά. Κατέβηκε στην ηλικιωμένη γειτόνισα στον δεύτερο, ήθελε να βεβαιωθεί, αρνιόταν να το πιστέψει πως παρ΄ότι έβαζε μέσω του αυτόματου μηχανήματος ότι μπορούσε κάθε μήνα, της κόψαν το ρεύμα τελικά. Η κυρία Βάγια μαγείρευε στην ηλεκτρική κουζίνα με αναμένα όλα τα φώτα λόγω συννεφιάς. Ζήτησε μια κουταλιά καφέ, για να δικαιολογήσει την πρωινή επίσκεψη και γύρισε σπίτι. Σύρθηκε στο κρεβάτι της, κουκουλώθηκε με την κουβέρτα κι έμεινε εκεί για λίγο παγωμένη σε πλήρη αδράνεια, ακόμη και το μυαλό της είχε νεκρωθεί εντελώς. Σαν να ζούσε έναν εφιάλτη, από εκείνους που ενώ γνωρίζεις πως είναι κακό όνειρο, βραχνάς, νοιώθεις παράλυτο όλο σου το κορμί κι αδυνατείς να κουνηθείς, να ξυπνήσεις.

Άκουσε τον γιο της να φωνάζει: " Ακόμα κοιμάσαι; Γιατί δεν έχουμε φως;" "Οχι, κάτι γράφω και δεν σε άκουσα. Διακοπή, βλάβη λόγω βροχής" "Πόσο θα κρατήσει;" "Μερικές ώρες"

Σηκώθηκε, να του φτιάξει πρωϊνό. Με τι; ΄'Εψαξε να βρει το γκαζάκι που είχε για ώρα ανάγκης. Του σερβίρισε κι ύστερα βγήκε στο μπαλκόνι. Ο ουρανός έκλαιγε μέρες τώρα. Πήρε έναν φίλο της τηλέφωνο, σχεδόν παραληρώντας. "Δεν θέλω λεφτά, κάποιον να μου το επανασυνδέσει ζητώ" του επαναλάμβανε χωρίς να τον αφήσει ν΄αρθρώσει λέξη. "Το διαδύκτιο είναι ο μόνος σύνδεσμος του παιδιού μου με τoν έξω κόσμο" Έκλεισε το τηλέφωνο, κοίταζε μαγνητισμένη τον γκρίζο ουρανό, την κολώνα του δημοτικού φωτισμού που ακόμη μια φορά είχαν ξεχάσει αναμμένη, την υγρή άσφαλτο, τα κάγκελα που έφταναν κάτω από τη μέση της. "Κι αν πέσω τώρα" σκέφτηκε; "Δεν θα υποχρεωθεί ο πατέρας του να τον αναλάβει; Ακόμη κι αν δεν θέλει, θα τον υποχρεώσει η Εισαγγελία. Θέε μου πόσο κουράστηκα!" Ένοιωσε ξαφνικά σαν τις μοναχικές γριές της γειτονιάς που τις βοηθάει στα ψώνια και τις νοιάζεται. "Μα εγώ δεν είμαι μόνη μου, δεν γέρασα ακόμη τόσο. Ή μήπως όχι;" Ένα περιστέρι έψαχνε για ψίχουλα πάνω στο πεζοδρόμιο. Ένας άνδρας με ξεχαρβαλωμένα παπούτσια, έσερνε μια σαραβαλιασμένη βαλίτσα προφανώς με όλα του τα υπάρχοντα, στην κατηφόρα. "Έτσι θα καταντήσουμε όλοι μας, χωρίς βιος, χωρίς στέγη, χωρίς αξιοπρέπεια." Έσκυψε κι άλλο, η άσφαλτος σαν να της έκλεινε το μάτι προσκαλώντας την. Από μέσα ακούστηκε θόρυβος. "Τι κάνεις έξω τόση ώρα;" Ποτέ δεν ΄την είπε μαμά, από τότε που έδιωξε τον πατέρα του. Ποτέ! "Μας έκοψαν το ρεύμα ε;" Τινάχτηκε. Γύρισε να του απαντήσει. Η γαριφαλιά πάνω στο τραπέζι είχε γεμίσει μπουμπούκια κι ένα μεγάλο στο κέντρο, το πρώτο για φέτος λουλούδι του μπαλκονιού που μοσχοβόλαγε. Το έκοψε και μπήκε μέσα. Του το έδωσε χαμογελώντας. "Ναι, μας έκοψαν το ρεύμα, αλλά θα πάω να δω τι μπορεί να γίνει, ως το μεσημέρι θα έχεις το κομπιούτερ σου."

Ντύθηκε, πήρε τον λογαριασμό κι έφυγε. Οι ουρές στη ΔΕΗ έφταναν μέχρις έξω στην Τσιμισκή. Τα νούμερα είχαν τελειώσει."Αύριο πάλι" της είπε ο σεκιουριτάς. "Αύριο; Δεν είσαι καλά! Σήμερα, τώρα! Που είναι το γραφείο του Διευθυντή" "Πηγαίνετε στον προϊστάμενο" "Του Διευθυντή, είπα!" 'Εντάξει κυρία μου, από εκεί" Μια ώρα μίλαγε μαζί του. Στο τέλος κι αυτός παραδέχτηκε πως κανονικά με 80% αναπηρία του παιδιού, έπρεπε να δικαιούται κοινωνικό τιμολόγιο κι ότι το όριο τον 2000 κιλοβατώρων μπαίνει για να περιοριστούν στο ελάχιστο οι δικαιούχοι, αλλά δεν νομοθετεί αυτός. Παραδέχτηκε πως δεν έπρεπε να κόβεται το ρεύμα, επειδή δεν πληρώθηκε το χαράτσι, αλλά υπάλληλος είναι κι αυτός. Μόνον με την προκαταβολή τουλάχιστον 250 ευρώ και 300 κάθε μήνα, μπορεί να γίνει επανασύνδεση. Τι να κάνει, τα πλήρωσε. Πάλι έμεινε απλήρωτη η δόση του σπιτιού, μήπως είναι πρώτη φορα; Κι η δικαιοσύνη για το Ν. Κατσέλη πάει σαν τον κάβουρα, ακόμη να βγει η απόφαση. Τι τους νοιάζει αυτούς; Πως να νιώσεις, αν δεν έχεις βιώσει τα ίδια, τον ξένο πόνο;

Βγήκε από την πίσω πόρτα, στο προαύλιο της ΧΑΝΘ.

Κάθισε στο ξύλινο περιμετρικό παγκάκι.

Απέναντι το πάρκο κι ο "Ξαρχάκος". Το κρυμένο στο πράσινο καφέ που πήγαινε φοιτήτρια με τ΄αγόρι της.

Τηλεφώνησε σε μια φίλη. Τασούλα, το και το. Θάρθεις να πιούμε έναν καφέ; Ήρθε, μιλήσανε, μοιράστηκαν τους καημούς τους κι έφυγε η κάθε μια για το σπίτι της. Το ρεύμα είχε έρθει. Κράτησε τον λόγο της στον γιο της.

Ευχαρίστησε τους φίλους που ειδοποιημένοι από το φιλαράκι της της έδιναν τηλέφωνα αλληλέγγυων για την επανασύνδεση. Κι αυτή τη φορά τα κατάφερε, τον άλλον μήνα ίσως τους χρειαστεί, μάλλον σίγουρα θα τους χρειαστεί....

Μεσολαβούν όμως και οι εκλογές κι αυτό είναι μια ελπίδα, όχι για θαύματα, απλά για το σταμάτημα της κατρακύλας

Tags: Niki Vikoufacebook Tweet

View the discussion thread.

Keywords
Τυχαία Θέματα