Ο Mr. Κουίντα που παντρεύτηκε την Κάντιλακ

15:07 2/4/2016 - Πηγή: Espresso
SHOWBIZΜπάμπης ΜουτσάτσοςΟ Mr. Κουίντα που παντρεύτηκε την ΚάντιλακΣάββατο, Απρίλιος 2, 2016 - 15:00

Η Αλίκη Βουγιουκλάκη, ο Δημήτρης Παπαμιχαήλ, η Ζωή Λάσκαρη, η Μάρθα Καραγιάννη, αλλά και οι σταρ διεθνούς βεληνεκούς Τζούντι Γκάρλαντ και Ζαν Πολ Μπελμοντό διάβηκαν το κατώφλι του θρυλικού κλαμπ Κουίντα στη Φωκίωνος Νέγρη όχι μόνο λόγω του ξέφρενου γλεντιού, αλλά και εξαιτίας του χαρισματικού αφεντικού του.

ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΛΚΙΝΟΟ ΜΠΟΥΝΙΑ
Φωτό: Βαγγέλης Μασιάς, Χρήστος Ζήνας

Το όνομα του Μπάμπη

Μουτσάτσου έχει γραφτεί με χρυσά γράμματα στην ιστορία της νυχτερινής διασκέδασης των 60s, αφού δημιούργησε ένα ιδιαίτερο κλαμπ, το οποίο πήρε το όνομά του από τις κουρτίνες της εισόδου του, που έμοιαζαν με τις θεατρικές κουίντες.

Η Κουίντα υπήρξε το θρυλικό στέκι της αθηναϊκής αφρόκρεμας, όπου οι κοσμικοί ένιωθαν σαν στο σπίτι τους και γλεντούσαν με την ψυχή τους, όπως τονίζει στην «Espresso» ο ιδιοκτήτης της, αποκαλύπτοντας ευτράπελα που συνέβησαν στους χώρους του μαγαζιού.

Μια κοσμική κοπέλα της εποχής, που την κυνηγούσε ο πατέρας της, βρήκε... καταφύγιο σε ένα ψυγείο, ενώ ένας εκκεντρικός θαμώνας έκανε απρόσμενη εμφάνιση μέσα σε... φέρετρο! Ο Μπάμπης Μουτσάτσος, ψηλός (1,93!), γοητευτικός και καλογυμνασμένος, λόγω της ενασχόλησής του με τον αθλητισμό ως διακεκριμένος κολυμβητής και πολίστας του Ολυμπιακού, αποδείχτηκε και μεγάλος καρδιοκατακτητής.

Παντρεύτηκε τέσσερις φορές και, όπως λένε, έκανε πολλούς δεσμούς με εντυπωσιακές γυναίκες. Βέβαια, ο γάμος του με τη διεθνούς φήμης ιέρεια του στριπτίζ Ρίτα Κάντιλακ τον ανέδειξε αναμφισβήτητα σε μεγάλο playboy, άσχετα αν ο ίδιος ανέκαθεν αντιμετώπιζε τις επιτυχίες του στο ωραίο φύλο προσγειωμένα και με μεγάλη σεμνότητα. «Δεν θα μπορούσα να εκθέσω καμία γυναίκα που σήμερα είναι γιαγιά και μπορεί να διαβάσουν το όνομά της τα εγγόνια της» υποστηρίζει ο πάλαι ποτέ αθληταράς και γόης που, όπως λέγεται, γέννησε τη φήμη για τους πολίστες-κυνηγούς των όμορφων κοριτσιών.

Εγινε 83 χρονών

Μένει μόνος σε ένα σπίτι στο Παγκράτι, συντροφιά με τις πλούσιες αναμνήσεις του (οι τοίχοι του σπιτιού του είναι γεμάτοι από φωτογραφίες της ζωής του ως αθλητή και ιδιοκτήτη της Κουίντας) και διατηρεί επαφές με τις τέσσερις κόρες του, ειδικά με τη μικρότερη, την Ιωάννα.

Ακολουθεί την τεχνολογία, διαθέτει δικό του ιστότοπο, το οποίο έφτιαξε ο εγγονός του και φέρει το όνομα του διάσημου παππού του στα αγγλικά.

Πριν από λίγο καιρό γιόρτασε τα 83α γενέθλιά του στον Μαγεμένο Αυλό, με τον ιδιοκτήτη του χώρου Δημήτρη Θεοφίλου και άλλους παλιούς, καλούς φίλους του. Οσο για το πώς τα βγάζει πέρα; «Ζω με λίγα χρήματα, αλλά είμαι καλά και δεν έχω γυρέψει τη βοήθεια κανενός» λέει ο ίδιος.

Πού γεννηθήκατε;
Στον Πειραιά, τον Ιανουάριο του 1933. Βέρος Πασαλιμανιώτης. Είμαι ο μεγαλύτερος από τα πέντε αδέλφια μου, δηλαδή τον Γιώργο, τον Παράσχο, τη Μαρία και την Ντίνα. Οι γονείς μας, ο Αντώνης και η Αντιγόνη, ήταν αριστεροί και κυνηγήθηκαν πολύ την περίοδο της γερμανικής Κατοχής, γιατί συμμετείχαν στην Αντίσταση, αλλά και στη συνέχεια, την περίοδο του Εμφυλίου. Μάλιστα, ο πατέρας μου εξορίστηκε και η μητέρα μου εκδιώχθηκε στο στρατόπεδο της Ελ Ντάμπα, 150 χιλιόμετρα έξω από την Αλεξάνδρεια.
Δύσκολα χρόνια, με πείνα και διώξεις. Δεν υπήρχε κράτος, επικρατούσε χαλασμός Κυρίου. Μια άσχημη στιγμή των παιδικών μου χρόνων ήταν τότε που, επτά ετών, πρήστηκα από μαγουλάδες και έπρεπε να εγχειρηστώ. Ο πατέρας μου με πήρε από το χέρι και διανύσαμε μια μεγάλη απόσταση με τα πόδια, περνώντας από πολλά οδοφράγματα, για να φτάσουμε σε μια κλινική του Πειραιά. Εκεί ο γιατρός με χειρούργησε χωρίς αναισθητικό, γιατί τότε δεν υπήρχαν φάρμακα και καταλαβαίνετε τι τράβηξα. Τέτοια φτώχεια και κακομοιριά είχαμε λόγω του πολέμου.

Πώς μεγάλωνε ένα παιδί μέσα στον πόλεμο;
Αυτό που με έσωσε ήταν που από μικρός ασχολήθηκα με το κολύμπι σε αθλητικό επίπεδο. Αλλιώς θα είχα μπλέξει σε ομάδες νεαρών που είχαν γίνει κλέφτες για να βρουν να φάνε, να επιβιώσουν. Τότε ο κόσμος πέθαινε στον δρόμο από την πείνα. Βέβαια και εγώ τις έκανα τις αταξίες μου, με άλλες παλιοπαρέες παιδιών της ηλικίας μου, που γιαουρτώναμε κόσμο στα καφενεία. Ομως, η προπόνηση στο κολυμβητήριο με κράτησε μακριά από το να πάρω τον άσχημο δρόμο.

Κολυμβητής, λοιπόν, και, από ό,τι ξέρω, με μετάλλια από τα πρώτα σας βήματα στον υγρό στίβο.
Με την κολύμβηση ξεκίνησα να ασχολούμαι το 1947, σε ηλικία 10 χρονών. Το πρώτο μου κύπελλο με τα χρώματα του Ολυμπιακού ήταν στην Πάτρα, στα «Μαραγκοπούλια», που το έχω ακόμη στο σπίτι μου. Από το 1951 έως το 1957 ήμουν πρωταθλητής στα 100 και τα 200 μέτρα πρόσθιο, κατακτώντας πολλά μετάλλια και κύπελλα. Πήρα μέρος και σε αγώνες εκτός Ελλάδας, σε χώρες όπως η Ιταλία, το Ισραήλ και η Γιουγκοσλαβία. Στο ατομικό αγώνισμα ασχολήθηκα έως το 1964, ενώ συμμετείχα και στην ομάδα πόλο. Από τους παίκτες της εποχής μου στο πόλο ξεχωρίζω τον συμπαίκτη μου Πέτρο Καρφομανώλη και τον Ανδρέα Γαρύφαλλο, ο οποίος ανήκε στον Εθνικό. Και με τους δύο είχα στενή φιλία. Μάλιστα, με τον Ανδρέα είχαμε συμφωνήσει να μην κάνουμε μαρκαρίσματα για να μη δημιουργούνται αντεγκλήσεις και τσακωμοί στο νερό. Με το πόλο ασχολήθηκα έως το 1957. Το σταμάτησα ύστερα από τη συμπεριφορά ενός Γιουγκοσλάβου προπονητή, ο οποίος είχε έρθει στην ομάδα και σε ένα παιχνίδι δεν με έβαλε να παίξω από την αρχή. Ηθελε -μου είπε μετά- να με χρησιμοποιήσει αργότερα, σε δύσκολες φάσεις του παιχνιδιού, αλλά εγώ τον... έφτυσα και έφυγα. Ετσι τα παράτησα. Αποχώρησα ενώ ήμουν στην κορυφή της καριέρας μου. Για δύο χρόνια έγινα δάσκαλος κολύμβησης στη Σχολή Αξιωματικών του Λιμενικού Σώματος.

Και μετά ήρθε ο... πρωταθλητισμός στη νυχτερινή Αθήνα, με το καμάρι της δεκαετίας του '60 που φτιάξατε στην Κυψέλη: το θρυλικό κλαμπ Quinta (Κουίντα). Πώς σας μπήκε η ιδέα να φτιάξετε ένα νυχτερινό μαγαζί;
Εκανα παρέα με τους ποδοσφαιριστές Μίμη Στεφανάκο και Κώστα Μουρούζη. Πηγαίναμε όλοι μαζί και διασκεδάζαμε σε ένα κλαμπ, το Top Hat, που βρισκόταν στο τέλος της Πατησίων. Αυτό και η Αθηναία, στην αρχή της Πανεπιστημίου, ήταν τα μόνα κοσμικά μαγαζιά για να βγεις τα βράδια και να πιεις το ποτό σου. Τότε στην Αθήνα τα Αμερικανάκια -τα οποία είχαν έρθει εδώ, στην αμερικάνικη βάση, από τον πόλεμο του Βιετνάμ- κυκλοφορούσαν με ξεσκέπαστα αυτοκίνητα και έπαιρναν τις γκόμενες με ένα δολάριο. Ομως εμείς, οι τρεις φίλοι, οι οποίοι ήμασταν και αθλητές, κάθε βράδυ στις εξόδους μας τραβούσαμε γύρω μας ένα λεφούσι από κόσμο που ήθελε την παρέα μας. Ετσι είπαμε να φτιάξουμε ένα δικό μας στέκι για να μην πηγαίνουμε σε άλλους, να έρχονται οι άλλοι σε εμάς. Ομως, ενώ αρχικά συμφωνήσαμε, στο τέλος ούτε ο Μίμης ούτε ο Κώστας ήθελαν να συμμετάσχουν στο εγχείρημα. Τελικά, στα τέλη της δεκαετίας του '50 έφτιαξα μόνος μου το μαγαζί, που δεν ήταν άλλο από την Κουίντα. Ξεκίνησε σε έναν χώρο υπόγειο, πίσω από το Τριανόν, εκεί που ήταν η έξοδος του σινεμά. Χωρούσε 200 άτομα και μαζευόταν απέξω κόσμος που δεν μπορούσε να μπει. Ετσι, ύστερα από περίπου τρία χρόνια, βρήκα έναν άλλο, μεγαλύτερο χώρο, των 500 ατόμων, επίσης υπόγειο, επί της Φωκίωνος Νέγρη 82, όπου και έστησα τη μετέπειτα θρυλική Κουίντα.

«Στο κλαμπ γυρίστηκαν και σκηνές από αρκετές ελληνικές ταινίες. Μερικές από αυτές που θυμάμαι είναι
“Το ρεμάλι της Φωκίωνος Νέγρη” και το “Τρία κορίτσια από την Αμέρικα”»

Η επιτυχία που γνώρισε ήταν τεράστια.
Από το 1959 και για περίπου 10 χρόνια στην Κουίντα χτυπούσε η καρδιά της αθηναϊκής νυχτερινής ζωής. Στον πολύ ιδιαίτερο χώρο της -για να καταλάβετε, το μπαρ της έμοιαζε με καράβι- κατά καιρούς έκαναν live εμφανίσεις διεθνούς φήμης καλλιτέχνες, όπως ο Σέρτζιο Εντρίγκο, ο Λούτσιο Ντάλα και πολλοί άλλοι. Μην ξεχάσω και το συγκρότημα Aphrodite's Child, με τους Βαγγέλη Παπαθανασίου και Ντέμη Ρούσσο, τους οποίους αργότερα αναγνώρισε και θαύμασε ολόκληρος ο κόσμος. Επίσης να αναφέρω ότι στην Κουίντα γυρίστηκαν σκηνές από αρκετές ελληνικές ταινίες, κυρίως του παραγωγού Ντίμη Δαδήρα, ο οποίος ήταν φίλος μου. Μερικές από αυτές που θυμάμαι είναι «Το ρεμάλι της Φωκίωνος Νέγρη» και το «Τρία κορίτσια από την Αμέρικα». Μάλιστα σε κάποιες κάνω και εγώ ένα πέρασμα ως κομπάρσος.

Γιατί ονομάσατε Κουίντα το κλαμπ;
Μπαίνοντας υπήρχαν κουρτίνες που έμοιαζαν με αυτές του θεάτρου. Γι' αυτό και το ονόμασα Κουίντα. Εκτός αυτού, το μαγαζί προοριζόταν για κατ' εξοχήν καλλιτεχνικό στέκι. Οπως και έγινε, αφού σύχναζαν σε αυτό όλα τα μεγάλα ονόματα του θεάτρου και του κινηματογράφου της δεκαετίας του '60. Πίσω από τις κουίντες οι θαμώνες διασκέδαζαν με την ψυχή τους και αυτό ήταν το μυστικό της επιτυχίας. Οι παρέες μας, οι φίλοι μας, οι δεσμοί μας, όλα ήταν πίσω από τις κουρτίνες. Θυμάμαι ότι, ενώ φτιαχνόταν ακόμη το μαγαζί, έρχονταν κάθε βράδυ η Μάρθα Καραγιάννη και άλλοι φίλοι και καθόμασταν. Με τη Μάρθα ήμασταν φιλαράκια, μην πάει το μυαλό σας στο πονηρό...

Τότε η Μάρθα Καραγιάννη είχε δεσμό με τον Μίμη Στεφανάκο, που τον παντρεύτηκε κιόλας.
Ναι, γι' αυτό και ξεκαθάρισα ότι δεν είχα κάτι μαζί της. Η σχέση μας ήταν αγνή. Αλλωστε, δεν μου αρέσει να μιλάω για τα προσωπικά των άλλων.

Λένε ότι ήσασταν ένας από τους πιο γοητευτικούς playboys της εποχής, με πάρα πολλές κατακτήσεις στο γυναικείο φύλο, στις οποίες, όμως, δεν έχετε αναφερθεί ποτέ δημόσια.
Δεν θέλω να μιλάω για ερωτικές περιπέτειες και τέτοια. Φανταστείτε να αναφέρω το όνομα μιας γυναίκας που σήμερα είναι γιαγιά και να το διαβάσουν τα εγγόνια της...

Στην Κουίντα, όμως, γινόταν το αδιαχώρητο από τα αστέρια του καλλιτεχνικού χώρου, που έρχονταν με τα εκάστοτε ταίρια τους. Ποιοι καλλιτέχνες σύχναζαν στο μαγαζί σας;
Από την Κουίντα πέρασε όλη η αφρόκρεμα, όχι μόνο της καλλιτεχνικής, αλλά και της επιχειρηματικής ζωής. Κάθε βράδυ το μαγαζί ήταν γεμάτο. Η Αλίκη Βουγιουκλάκη ερχόταν με τον Δημήτρη Παπαμιχαήλ, ενώ ήταν εκεί η Ζωή Λάσκαρη, η Μάρθα Καραγιάννη, ο Κώστας Βουτσάς, η Τζένη Καρέζη, η Ζωζώ Σαπουντζάκη, η Ελενα Ναθαναήλ, ο Κώστας Χατζηχρήστος και τόσοι άλλοι. Επίσης, ερχόταν και ο Ωνάσης, τον οποίο ένα βράδυ τον πέτυχε στο μαγαζί ένας δημοσιογράφος.
Λίγο καιρό πριν είχε βουλιάξει ένα καράβι του κοντά στην Κρήτη και είχε πνιγεί κόσμος.
Βλέποντας, λοιπόν, τον Ωνάση να χαλάει λεφτά, ο δημοσιογράφος αποφάσισε να γράψει ένα επικριτικό άρθρο για εκείνον, μέσα από το οποίο υποδείκνυε στον εφοπλιστή να κόψει και κανένα τσεκ για τους συγγενείς των θυμάτων του ναυαγίου. Θυμάμαι που έτρεχα μέσα στη νύχτα για να πείσω τον δημοσιογράφο να μη δημοσιεύσει το άρθρο και τελικά τα κατάφερα. Δεν ήθελα να εκτεθεί ο Ωνάσης επειδή διασκέδαζε στο μαγαζί μου.

Είχε έρθει και η Τζούντι Γκάρλαντ;
Ναι. Εμενε στο «Χίλτον», το οποίο μόλις είχε ανοίξει. Το πρώτο βράδυ, με το που πάτησε το πόδι της στην Αθήνα, ήρθε στην Κουίντα. Εμεινε περίπου δύο εβδομάδες στην Ελλάδα και σχεδόν κάθε μέρα ερχόταν στο μαγαζί. Τόσο πολύ της άρεσε. Εκτός από την Γκάρλαντ, διασκέδασε στο κλαμπ μου και ο Ζαν Πολ Μπελμοντό.

Θα μας πείτε κάτι περίεργο που συνέβη στην Κουίντα;
Θυμάμαι δύο τέτοια περιστατικά. Ενα βράδυ κρύψαμε μια κοσμική κοπέλα σε ένα ψυγείο του μαγαζιού γιατί την κυνηγούσε ο πατέρας της. Μια άλλη φορά ένας πελάτης μπήκε μέσα ξαπλωμένος σε... ένα φέρετρο, που το κουβαλούσαν! Και αυτό γιατί ο εν λόγω εκκεντρικός κύριος σε έναν διαπληκτισμό μας, πάνω στα νεύρα του, είχε πει τη φράση «Μόνο νεκρός θα ξαναπατήσω στην Κουίντα». Το 'πε και το 'κανε.

«Συνέχεια ήμασταν γεμάτοι. Βουγιουκλάκη, Παπαμιχαήλ, Λάσκαρη, Καραγιάννη, Βουτσάς, Καρέζη, Σαπουντζάκη, Χατζηχρήστος και τόσοι άλλοι διασκέδαζαν με την ψυχή τους»

Στην καλοκαιρινή Κουίντα, που λειτούργησε για δύο καλοκαίρια στην Υδρα, χόρευε η σαγηνευτική χορεύτρια και στριπτιζέζ Ρίτα Κάντιλακ, η οποία έγινε η δεύτερη σύζυγός σας.
Ναι, τα καλοκαίρια του 1962 και του 1963 ναυλώναμε καράβι για να πάει στον Πειραιά και να φέρει τους επισκέπτες της Κουίντας στην Υδρα. Ανάμεσά τους η Ρίκα Διαλυνά, η Μάρθα Καραγιάννη και ο Φοίβος Ραζής. Τώρα για τη Ρίτα Κάντιλακ που λέτε, τι να πω... Ηταν μια πολύ μεγάλη καλλιτέχνιδα στο είδος της και για μένα, βέβαια, ένας μεγάλος έρωτας. Με το που γνωριστήκαμε στην Αθήνα, φύγαμε αμέσως για το Παρίσι και επιστρέψαμε ύστερα από έναν μήνα.

Φαντάζομαι ότι σας ζήλευαν πολλοί άντρες που καταφέρατε να... ρίξετε μια τέτοια γυναικάρα, η οποία θεωρούνταν η «βασίλισσα» του καμπαρέ Crazy Horse, δηλαδή η πιο διάσημη και ακριβοπληρωμένη στριπτιζέζ στο Παρίσι και όχι μόνο.
Η αλήθεια είναι ότι την κυνηγούσαν λεφούσια ανδρών, αλλά εκείνη διάλεξε εμένα και αυτό -δεν το κρύβω- μου άρεσε πολύ. Είχε έρθει στην Ελλάδα για να πάρει μέρος στην ταινία του Γρηγόρη Γρηγορίου «Αυτό το κάτι άλλο». Υποδύθηκε μια τραγουδίστρια και μάλιστα τραγούδησε και χόρεψε με τον Βαγγέλη Σειληνό. Μεταξύ μας υπήρξε κεραυνοβόλος έρωτας, ο οποίος μας οδήγησε στο Παρίσι, όπου το 1963 έγινε ο γάμος μας. Το γαμήλιο πάρτι μας πραγματοποιήθηκε -πού αλλού;- στο διεθνούς φήμης καμπαρέ Crazy Horse. Με τη Ρίτα κάναμε μια κόρη, την Ανούκ, αλλά σύντομα χωρίσαμε. Μείναμε φίλοι ως το τέλος της ζωής της, το 1995. Πέθανε από καρκίνο, εξαιτίας του ότι ήταν μανιώδης καπνίστρια, ενώ έφυγε από τη ζωή και η κόρη μας.

Τελικά πόσες γυναίκες παντρευτήκατε και πόσα παιδιά έχετε;
Προς τα τέλη της δεκαετίας του '50 γνωρίστηκα με τη Βιβή -την πρώτη μου γυναίκα-, με την οποία απέκτησα την πρωτότοκη κόρη μου. Τη λένε Αντιγόνη, πήρε το όνομα της μάνας μου. Ακολούθησαν η Κάντιλακ και η κόρη μας, η Ανούκ, και στη συνέχεια, με τον ερχομό της χούντας, όταν και έφυγα από την Ελλάδα και πήγα να μείνω για αρκετά χρόνια στο Παρίσι, έκανα άλλους δύο γάμους και απέκτησα άλλα δύο κορίτσια: αρχικά με τη Μισέλ, από την οποία ήρθε στον κόσμο η Αλεξάνδρα, και στη συνέχεια με τη Σιλβί, που μου χάρισε την Ιωάννα, και από την οποία χώρισα το 1992.

Στο Παρίσι τι κάνατε από επαγγελματικής πλευράς;
Τη δουλειά που ήξερα και έκανα και στην Ελλάδα. Ανοιξα κέντρα διασκέδασης με το όνομα «Ζορμπάς» στο Παρίσι και στις Κάννες. Και σε αυτά, όπως και στην Κουίντα, έρχονταν μεγάλα ονόματα της καλλιτεχνικής ζωής της Γαλλίας, αλλά και όλου του κόσμου, όπως ο Ομάρ Σαρίφ και η δική μας Ειρήνη Παππά. Τακτικός πελάτης μου ήταν ο Αριστοτέλης Ωνάσης, στον οποίο άρεσε να τρώει κολιό με σάλτσα ντομάτας. Κάποια στιγμή προχώρησα στη δημιουργία και άλλων μαγαζιών, όπως ενός ελληνικού εστιατορίου στο Παρίσι, που το ονόμασα Θάλασσα.

Πότε επιστρέψατε στην Ελλάδα;
Το 1993 και άνοιξα και πάλι την Κουίντα σε έναν άλλον χώρο, στη Γλυφάδα αυτήν τη φορά. Δυστυχώς, το εγχείρημα απέτυχε, ο κόσμος είχε αλλάξει. Γύρισα στην Αθήνα και είδα μια άλλη γενιά ανθρώπων, που ήθελε άλλα πράγματα στη διασκέδαση.

Κάνατε καταχρήσεις;
Οσο ήμουν αθλητής, δεν έπινα ούτε κάπνιζα. Μάλιστα, είχα βάλει τσάι με ζάχαρη σε ένα μπουκάλι ουίσκι και όταν με κερνούσαν, έλεγα στους σερβιτόρους να μου φέρνουν από εκείνο. Εμείς τότε στη νύχτα δεν ξέραμε από μαύρα και άσπρα...

Keywords
λουτσιο νταλα, εν λόγω, σταρ, espresso, εμφάνιση, ολυμπιακος, playboy, εγινε, πειραιας, πατρα, ελλαδα, αθηνα, καμάρι, top, hat, live, ελενα, ωνάσης, κρητη, ωναση, υδρα, crazy, horse, γαλλια, κινηση στους δρομους, παγκόσμια ημέρα της γυναίκας 2012, βασιλικος γαμος, Πρώτη ημέρα του Καλοκαιριού, Καλή Χρονιά, κατερινα μουτσατσου, γσ πατησιων, Ημέρα της μητέρας, ολυμπιακοί αγώνες, τελος του κοσμου, βουγιουκλακη, η ζωη, χωρις αναισθητικο, μουτσατσου, ωνάσης, χωρες, αυτοκινητα, γαμος, γυναικα, δουλεια, ελληνικες ταινιες, εξοδος, ζαχαρη, θαλασσα, ισραηλ, ιταλια, μητερα, ονοματα, σινεμα, σταρ, ταινιες, υδρα, φιλια, φτωχεια, φωτογραφιες, χρωματα, ψυγειο, αγωνες, αδιαχωρητο, αρθρο, αλεξανδρα, αλικη βουγιουκλακη, αναμνησεις, απριλιος, αριστοτελης, αστερια, εβδομαδες, βιβη, βιετναμ, βοηθεια, βουτσας, βραδια, βραδυ, γινει, γλυφαδα, γοης, γοητευτικος, γονεις, δασκαλος, δυστυχως, δικη, δολαριο, εγινε, εγχειρημα, ελενα, ειπε, ειρηνη, εν λόγω, εμφάνιση, επρεπε, επτα, επιτυχια, ερχονται, ετων, εφυγε, τεχνολογια, ζωη, ζωης, ζωη λασκαρη, ζωζω σαπουντζακη, ιδεα, η δικη, ειδος, ηλικια, υπηρχαν, ιωαννα, κυψελη, κυπελλο, κουρτινες, κωστας βουτσας, λασκαρη, λεφτα, μακρια, μιμης, μυστικο, μαρια, μυαλο, μονα, ναθαναηλ, νευρα, νερο, νυχτα, ντινα, καμάρι, ομαδα, ονομα, ουισκι, παιδι, παιδια, παρισι, πεθανε, ψυχη, ρικα διαλυνα, συνεχεια, συντομα, σκηνες, σπιτι, τζενη καρεζη, τσαι, τραγουδιστρια, τρια, φαρμακα, φοιβος, φυγαμε, φυλο, φημη, φορα, χερι, χρηστος, ψηλος, αντρες, ασχημη, βηματα, crazy, δημητρης, ειπαμε, εμφανισεις, εθνικο, φιλοι, hat, horse, ιδιαιτερο, ιερεια, υγρο, κλεφτες, κοπελα, κορες, καρδια, κωστας, ομαδες, παιχνιδι, ποδια, ποτο, τοιχοι, τρωει, top, θελω να, ωραιο, ξεκινησε, γιαγια
Τυχαία Θέματα