Λέων αναπεσών

Υπάρχουν πολλές περιπτώσεις βιβλίων προορισμένων για παιδιά που μπορούν να διαβαστούν σε όλες τις ηλικίες, για διάφορους λόγους. Το «Χρονικό της Νάρνιας» –αντίθετα από ό,τι κάνουν όλοι οι μεταφραστές, θα κλίνω κανονικά το πρωτόκλιτο αυτό θηλυκό όνομα– δεν το διάβασα παιδί ούτε και ως γονιός μικρών παιδιών. Αγόρασα πριν από τρεις και πάνω δεκαετίες τους πέντε πρώτους από τους επτά τόμους –μεταφρασμένους και τους πέντε από την Τζένη Μαστοράκη–, όταν είχαν πρωτοβγεί από τον Κέδρο, για να τους διαβάσουν τα παιδιά μου. Τους διάβασε μόνο η δευτερότοκη. Εγώ τους διάβασα, μαζί με τους άλλους δύο, πολύ

καθυστερημένα, λόγω ενός όψιμου ενδιαφέροντός μου για το έργο του συγγραφέα τους Κ.Σ. Λιούις (1898-1963). Σύσταση προς τον υποψήφιο αναγνώστη, μικρό ή μεγάλο, του «Χρονικού της Νάρνιας»: να ξεκινήσει από το δεύτερο βιβλίο της σειράς («Το λιοντάρι, η μάγισσα και η ντουλάπα») και μετά να διαβάσει το πρώτο («Ο ανεψιός του μάγου») και όλα τα υπόλοιπα κατόπιν.  Αλλωστε το «Λιοντάρι» γράφτηκε και εκδόθηκε πρώτο (1950). Η αλλαγή της σειράς έγινε με την έκδοση του 1985, βασισμένη, οφείλω να παραδεχθώ, σε απόψεις του ίδιου του Λιούις. Το θέμα είναι πολυσυζητημένο, κανένα πάντως επιχείρημα δεν με έχει μετακινήσει από την πεποίθηση ότι το «Λιοντάρι» πρέπει να διαβάζεται πρώτο. 

Αφορμή για τούτο το σημείωμα είναι η έκδοση στα ελληνικά του βιβλίου του Ρόουαν Ουίλιαμς «Ο κόσμος του λιονταριού. Οδοιπορικό στην καρδιά της Νάρνιας» (εκδ. Ιωνάς, Πρέβεζα 2020, α΄ εκδ. στα αγγλικά 2012). Αυτός ο μικρός εκδοτικός οίκος της Πρέβεζας έχει βάλει στόχο του να γνωρίσει στο ελληνικό κοινό τον σπουδαίο λόγιο, απολογητή του χριστιανισμού και συγγραφέα παιδικών βιβλίων Κ.Σ. Λιούις, με προτίμηση στο απολογητικό έργο του. Ο Ρόουαν Ουίλιαμς (γενν. 1950), πρώην αρχιεπίσκοπος του Καντέρμπουρι (2002-2012), είναι ένας από τους σημαντικότερους θεολόγους του χριστιανικού κόσμου σήμερα, με ήδη τεράστιο έργο. Αυτό είναι, μετά το «Μυστικό της ερήμου» (εν πλω, 2017), το δεύτερο βιβλίο του που κυκλοφορεί στα ελληνικά. 

Οι ενήλικοι αναγνώστες των ιστοριών της Νάρνιας, όσοι γνωρίζουν το έργο του Λιούις, αναγνωρίζουν αμέσως, είναι άλλωστε προειδοποιημένοι, το θεολογικό νόημά τους. Δεν ξέρω ωστόσο κανένα παιδί που να διάβασε από μόνο του τις ιστορίες αυτές ως θρησκευτικές αλληγορίες. Και ο ίδιος ο Λιούις εξάλλου δεν ήθελε να διαβάζονται αλληγορικά, ως καμουφλαρισμένη θεολογία, παρά τα σαφή και έντονα αλληγορικά στοιχεία τους. Εχει πολυσυζητηθεί το θέμα αν οι επτά ιστορίες της Νάρνιας υπακούν σε ένα σχέδιο. Ο Μάικλ Γουόρντ, στο βιβλίο του «The Planet Narnia. The Seven Heavens in the Imagination of C.S. Lewis» (Oxford University Press, 2008), έδειξε, πέρα από κάθε αμφισβήτηση, πως ο Λιούις υφαίνει συνειδητά τις επτά ιστορίες του με αντίστοιχα χαρακτηριστικά των επτά πλανητών της μεσαιωνικής κοσμολογίας. Αρα, υπήρχε σχέδιο.

Ο Ρ. Ουίλιαμς αναγνωρίζει τη μεγάλη αξία της μονογραφίας του Μάικλ Γουόρντ, αλλά δεν θεωρεί ότι μας δίνει ένα κλειδί για να κατανοήσουμε τον πνευματικό κόσμο των επτά ιστοριών (σ. 24) και επιχειρεί ο ίδιος να δείξει ότι «υπάρχει ένα ισχυρό, συνεκτικό πνευματικό και θεολογικό όραμα που διαμορφώνει όλες τις ιστορίες» (σ. 25), χωρίς όμως να το θεωρεί υποχρεωτικό για την ανάγνωση και την απόλαυσή τους: «η διήγηση έχει τη δική της λογική, ανεξάρτητη από οποιαδήποτε υποχρέωση συμμόρφωσης σε μια θεολογική ατζέντα. Μπορεί να διαβαστεί –και συνήθως διαβάζεται– από ανθρώπους που δεν έχουν ιδέα για μια τέτοια ατζέντα» (σ. 25-26).

Ο κύριος άξονας γύρω από τον οποίο οργανώνεται η πλοκή του «Χρονικού της Νάρνιας» είναι το λιοντάρι, ο Ασλάν, τον οποίο «κανείς δεν μπορεί να τον πλησιάσει χωρίς να νιώσει μια συγκλονιστική αίσθηση ρίσκου. Ομως δεν υπάρχει άλλο ρυάκι» (σ. 74), γιατί αυτός είναι η αλήθεια, μια αλήθεια πάντως που δεν προσφέρει ανταπόδοση και ασφάλεια σε όποιον την πλησιάζει. «Δεν υπάρχει, όμως, και πού αλλού να πάμε» (σ. 74). Ο Ασλάν, αν του το επιτρέψουμε, προχωρώντας πέρα από τους φόβους μας, «μπορεί σταδιακά να μας κάνει να συνηθίσουμε στην αλήθεια […], χωρίς να συνειδητοποιούμε ότι το κάνουμε» (σ. 80). Αυτό που μόνο χρειάζεται από τη μεριά μας είναι ο πόθος για την αλήθεια με κάθε κόστος (σ. 111), δηλαδή η δύσκολη απόφαση να αφήσουμε τον Θεό «να μας πει την ιστορία μας» (σ. 111). Την αληθινή ιστορία μας δεν θα τη μάθουμε ποτέ από μόνοι μας, με την αυτοεξέταση, αλλά στη συνάντηση με τον Ασλάν: χρειάζονται τα νύχια του για να βγάλουν από πάνω μας τα βαριά ρούχα του ψεύδους (σ. 91). Αυτή η  απελευθερωτική από την κατοχή του ψεύδους συνάντηση ανοίγει τον δρόμο προς την αφίλαυτη χαρά και απόλαυση (σ. 135).

Ολοκληρώνοντας την υποδειγματική αυτή ανάλυση του «Χρονικού της Νάρνιας», ο Ρόουαν Ουίλιαμς καταλήγει: «Ο αναγνώστης έρχεται στη Νάρνια για λίγο, για να μπορέσει στη συνέχεια να γνωρίσει τον Ασλάν καλύτερα σε αυτόν τον κόσμο» (σ. 137). Οπου Ασλάν διάβαζε Ιησούς Χριστός. Στο βιβλίο της Γενέσεως (49:9-12), το οποίο απηχείται στην ακολουθία του Μεγάλου Σαββάτου, ο Χριστός προφητεύεται ως λιοντάρι και λιονταρόπουλο που πλάγιασε να κοιμηθεί: «αναπεσών εκοιμήθης ως λέων και ως σκύμνος». «Τις εγερεί αυτόν;». Ποιος τολμάει να ξυπνήσει και να αντιμετωπίσει ένα λιοντάρι που κοιμάται; 

Keywords
Τυχαία Θέματα